«Σπάστε τη μηχανή του». Η Τζάκι Ωνάση εξέφραζε όλους τους αναξιοπαθούντες διασήμους όταν διέταζε τον σωματοφύλακά της να κάνει κομμάτια το «όπλο» του κυνηγού της. Ο Ρον Γκαλέλα καραδοκούσε στη σκιά της, ήταν το ενοχλητικότατο κουνούπι που την καταδίωκε ανελέητα διαταράσσοντας την ηρεμία της. Δεν έπαιρνε όμως ούτε από αγριάδα, οπότε εκείνη φρόντισε να κινηθεί δικαστικά. Από το 1972 και μετά του απαγορευόταν να την πλησιάσει στα 15 μέτρα. Αν η Τζάκι ζούσε ακόμη, μπορεί να είχε στείλει μήνυμα συμπάθειας στο πρόσφατο μεγάλο θύμα τής παπαρατσικής φρενίτιδας Φρανσουά Ολάντ. Γιατί δεν του έφταναν όλα τα άλλα του προέδρου, από τα τέλη του μήνα έρχεται και μια έκθεση στο Μπομπούρ της πόλης Μετς με τίτλο «Paparazzi! Photographers, stars and artists» για να υπενθυμίζει στον κόσμο το κάζο του. Η «νέμεση» του μοιχού, ο παπαράτσo Σεμπαστιέν Βαλιελά που τράβηξε τις επίμαχες φωτογραφίες του μεγάλου σκανδάλου των προηγούμενων ημερών, έχει σε αυτήν την τιμητική του.
Η τέχνη δοκιμάζεται στον δρόμο
Σκοπός της έκθεσης είναι να διερευνήσει «το φαινόμενο και την αισθητική της φωτογραφίας των παπαράτσι» μέσα από 600 έργα. Πρωτίστως φωτογραφίες των πρωτεργατών του είδους όπως και καλλιτεχνών που εμπνεύστηκαν ή επηρεάστηκαν ερήμην τους από τις εικόνες τους ή από την κουλτούρα που κατέστησε προσοδοφόρα την ύπαρξή τους. Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η διαφορά ανάμεσα στη «Μόνα Λίζα» του Γκαλέλα, όπως αποκαλεί ο νονός της κουλτούρας των παπαράτσι στις ΗΠΑ τη φωτογραφία της Τζάκι με τα μαλλιά της να ανεμίζουν στον αέρα καθώς ο φακός του συλλαμβάνει το βλέμμα της, από την περίφημη «φωτογραφία δρόμου», την τέχνη του στιγμιότυπου αλλά και της αδιακρισίας του πρέσβη του είδους Γουίλιαμ Κλάιν ή του συναδέλφου του Ρεϊμόντ Ντεπαρντόν, πέρα φυσικά από την αμοιβή που εισπράττει ο αποτελεσματικός παπαράτσo; Ελάχιστη ως καμία. Πόσο επηρέασαν τη φωτογραφία μόδας οι λήψεις των αιφνιδιασμένων σταρ με το χέρι απλωμένο για να εμποδίσουν τον αδιάκριτο φακό; Κατά πόσο εισήλθαν η φυσικότητα και ο αυθορμητισμός της κίνησης στα κάδρα ορισμένων από τους σημαντικότερους πρεσβευτές της όπως ο Ρίτσαρντ Αβεντον; Ανεπανόρθωτα. Τα θολά πρόσωπα στους καμβάδες του Γκέρχαρντ Ρίχτερ, τα photo paintings του εμπνευσμένα από κοσμικά ενσταντανέ σε γερμανικά περιοδικά της δεκαετίας του ’60 ή τα αυτοπορτρέτα της Σίντι Σέρμαν που χλευάζουν τα κλισέ της επιτυχίας και την κατασκευή της θηλυκότητας έλκουν την καταγωγή τους από τη λατρεία της εικόνας που υπηρέτησαν οι παπαράτσι και αποζήτησαν οι αστέρες. Γιατί η σχέση φωτογράφου και φωτογραφιζoμένου συνήθως ξεκινάει ως αλληλεξάρτηση καθώς συμβάλλει στην προβολή και την ενίσχυση της δημοτικότητας ενός αστέρα για να καταλήξει από ένα σημείο και μετά σε οργή (ποιος μπορεί να ξεχάσει τις γροθιές του Σον Πεν;), σε μήνη (η Νικόλ Κίντμαν πεσμένη στο πεζοδρόμιο από ποδηλάτη-παπαράτσο που κυριολεκτικά την εμβόλισε) ή ακόμη και στον θάνατο (της αείμνηστης Νταϊάνας). Φωτογράφοι, αστέρες και καλλιτέχνες. Ποιος είναι τι, αλήθεια; Οι παπαράτσι κλέβουν λίγη από τη λάμψη των αστέρων που φωτογραφίζουν και βρίσκονται να εκθέτουν τη δουλειά τους μαζί με δυο από τους πιο ακριβοπληρωμένους καλλιτέχνες στον κόσμο σήμερα. Η Γαλλία ανακαλύπτει τον Σεμπαστιέν Βαλιελά και ρίχνει τον προβολέα πάνω του.
Ο τελευταίος των αυθεντικών
Ο 42χρονος φωτογράφος καυχιέται ότι είναι από τους ελάχιστους αυθεντικούς επαγγελματίες που έχουν απομείνει. Ο ίδιος στόχευε πάντα ψηλά, γι’ αυτό και ενίοτε έπιανε πουλιά στον αέρα. Οπως τον Φρανσουά Ολάντ πάνω στη μηχανή με το κράνος α λα Daft Punk να προσεγγίζει την ερωτική φωλιά πέριξ των Ηλυσίων Πεδίων καθώς και την πέτρα του σκανδάλου, Ζυλί Γκαγέ, να εισέρχεται στο κτίριο. Εναν χρόνο πριν σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Le Monde» ο Βαλιελά διερωτούνταν ποιος θα τολμούσε να δημοσιεύσει τις φωτογραφίες του παράνομου ζευγαριού εφόσον κάποιος φωτογράφος κατάφερνε να απαθανατίσει μια σκηνή που θα αποδείκνυε τη σχέση του. Στις 10 Ιανουαρίου οι φωτογραφίες δημοσιεύονταν στο περιοδικό «Closer». Ο Βαλιελά γνωρίζει καλά πως πάντοτε υπάρχει κάποιο έντυπο που τολμάει. Το 1994 ήταν το «Paris Match» που δημοσίευε μια άλλη φωτογραφία του, την πρώτη μεγάλη επιτυχία του γάλλου παπαράτσο. Σε εκείνη πρωταγωνιστούσε ο 77χρονος Φρανσουά Μιτεράν με τη 19χρονη κρυφή κόρη του Μαζαρίν Πενζό καθώς έβγαιναν από ένα εστιατόριο στο Παρίσι. Οχι, ο Βαλιελά δεν προτιμά να αποκαλύπτει τα σκάνδαλα των σοσιαλιστών, η πολιτική τοποθέτηση των «θυμάτων» του είναι πάντα «καθαρή σύμπτωση». Λέγεται εξάλλου ότι η ιδεολογική κατεύθυνση των παπαράτσι δεν είναι προτεραιότητά τους και οι φήμες ότι υπάρχει δάκτυλος Σαρκοζί πίσω από το σκάνδαλο θεωρήθηκαν άστοχες και κακεντρεχείς. 40.000 ευρώ αμοιβή για τις φωτογραφίες, όπως συνέβη στην περίπτωση του Βαλιελά για το αποκλειστικό Ολάντ – Γκαγέ, είναι το ακλόνητο πιστεύω τους. Τίποτε δεν εμποδίζει παρ’ όλα αυτά τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας να τρίβει ικανοποιημένος τα χέρια του με μηδενικό για τον ίδιο κόστος.
Πρωταγωνιστές και πρωτομάστορες
Δεν είναι εύκολο να είσαι παπαράτσο. Χρειάζονται γνωριμίες, ατέλειωτη υπομονή, η κατάλληλη συγκυρία. Ενας συμμαθητής της Πενζό ήταν και φίλος του σχεδόν συνομηλίκου της Βαλιελά, ένας από τους φύλακες ασφαλείας της Γκαγέ το κλειδί για τον εντοπισμό του επίμαχου διαμερίσματος στα Ηλύσια Πεδία. Ο σωστός ο παπαράτσο «γυρίζει και μυρίζει». Οπως έκανε ο πρώτος κατ’ όνομα παπαράτσο, ο φίλος του Μαρτσέλο Μαστρογιάνι στην «Dolce Vita» του Φελίνι. Στην ταινία υποτίθεται ότι αυτό ήταν το όνομα ή το παρατσούκλι του καθώς όργωνε τη Ρώμη της δεκαετίας του ’50 για να πετύχει το κατάλληλο κλικ. Η λέξη είχε προκύψει από τη σύμπτυξη των λέξεων «pappatacio» (κουνούπι) και «ragazzo» (αγόρι). Οι ορδές των φωτογράφων που έπαιρναν στο κατόπι τις μεγάλες σταρ της εποχής στη μεταπολεμική Ιταλία, σε μια Ρώμη που αναγεννιόταν από τις στάχτες της και ζούσε ηδονιστικά στα κλαμπ της πόλης με φόντο το miracolo economico της εποχής χαρακτηρίστηκαν από τον πληθυντικό της λέξης, paparazzi και η παραφθορά της κλίσης επικράτησε. Ο Φελίνι πάντως είχε εμπνευστεί τον χαρακτήρα του παπαράτσο από τον πρωτομάστορα του είδους, Τάτσιο Σεκιαρόλι, ο οποίος είχε φωτογραφίσει μεταξύ άλλων και το διαβόητο επιδαπέδιο στριπτίζ της Αϊσέ Νανά σε εστιατόριο στη Ρώμη το 1958. Από το συγκεκριμένο συμβάν εμπνεύστηκε την ιδέα και για την αριστουργηματική του ταινία.
Από την Μπαρντό στην Καρντάσιαν
Εκτοτε βέβαια πολλά έχουν αλλάξει. Ζούμε πέρα από κάθε αμφιβολία σε καθεστώς «τηλεκρατίας», όπως έχει χαρακτηρίσει ο γάλλος φιλόσοφος Ρεζίς Ντεμπρέ τη γενικευμένη τάση να θεωρούνται εκλεκτοί εκείνοι που προκαλούν θεαματικότητα με τις εμφανίσεις τους. Αναπόφευκτα, «το παιχνίδι έχει φτηνύνει πολύ», όπως λέει και ο Ρον Γκαλέλα. Τουλάχιστον ήταν ένας σταρ του διαμετρήματος του Μάρλον Μπράντο εκείνος που του είχε σπάσει το σαγόνι και πέντε από τα δόντια του όταν τον είχε φωτογραφίσει έξω από ένα εστιατόριο το 1973, και όχι κάποιος δευτεροκλασάτος σταρ ριάλιτι. Οι συνεχιστές του Γκαλέλα κυνηγούν τις καριερίστες σελέμπριτι όπως τις Πάρις Χίλτον, Νικόλ Ρίτσι ή την Κιμ Καρντάσιαν στο κοσμοπολίτικο αλλά όχι και τόσο εκλεπτυσμένο Μαλιμπού. Η βρετανίδα φωτογράφος Αλισον Τζάκσον επιλέγει να σατιρίσει την αρρωστημένη εμμονή της σύγχρονης κοινωνίας με τους celebrities, ιδίως τη μανία που έχουν οι συμπατριώτες της με τη βασιλική οικογένεια. Η δουλειά της συνίσταται στο να βρίσκει τους ιδανικούς σωσίες των διασημοτήτων, γαλαζοαίματων και μη, και να τους σκηνοθετεί στις πιο ανθρώπινες αλλά ευτράπελες, δεδομένης της θέσης τους, καταστάσεις. Ο Γουίλιαμ και η Κέιτ στο κρεβάτι, η Καμίλα μεθυσμένη, με το σουτιέν, σε λήψεις εμφανώς ανεστίαστες, για να εντείνουν την παπαρατσική αισθητική αλλά και για να καμουφλάρουν την απόκλιση της ομοιότητας των ηθοποιών από τα υπαρκτά πρόσωπα. Οι Μπρουνό Μουρόν και Πασκάλ Ροστέν προσαρμόζονται στα δεδομένα της εποχής. Αφού φωτογράφισαν αιφνιδιασμένους σταρ σε λιμουζίνες, σε πρεμιέρες ή σε πεζοδρόμια καθ’ οδόν για τον καφέ τους, πήγαν την τέχνη τους ένα βήμα παραπέρα και ερμήνευσαν στην κυριολεξία της τη ρήση ότι «τα σκουπίδια του ενός είναι ο θησαυρός κάποιου άλλου». Εδώ και είκοσι χρόνια περίπου διεξάγουν τις περίφημες «αυτοψίες» τους, ψάχνουν δηλαδή μέσα στους κάδους απορριμμάτων έξω από τα σπίτια των διασήμων και φωτογραφίζουν παρατεταγμένα τα ευρήματά τους. Είναι μια βρώμικη δουλειά αλλά, αν κρίνει κανείς από την ακόρεστη διάθεση του κοινού να σκαλίζει τα άπλυτα διασήμων, κάποιος πρέπει να την κάνει.
Η Τζάκι και ο Κουλούρης
Για να έρθουμε λίγο και στα δικά μας, κάποτε ο Δημήτρης Κουλούρης ξεροστάλιαζε επί τρεις μέρες πάνω σε ένα δέντρο με ξηρά τροφή και νερό για να φωτογραφίσει την αγαπημένη των παπαράτσι, την τέως πρώτη κυρία Κένεντι και μετέπειτα Ωνάση. Οι γυμνές φωτογραφίες της στην παραλία του Σκορπιού το καλοκαίρι του ’71 έκαναν τον γύρο του κόσμου όταν δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Playmen». Ο φωτογράφος ήταν η σκιά του Ωνάση και έλαβε 30.000.000 δραχμές για το στιγμιότυπο που απαθανάτισε.
πότε & πού:
«Paparazzi! Photographers, stars and artists» στο Μπομπούρ της πόλης Μετς από τις 26/2 ως τις 9/6
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



