«Σταθμοί μιας Οδύσσειας». Ο ογκώδης τόμος που κυκλοφόρησε το 2010 από τις εκδόσεις Prestel ιχνηλατούσε τις πιο σημαντικές στιγμές της διαδρομής του Γιάννη Κουνέλλη. Η σύντομη παρουσία του στο κέντρο της Αθήνας την εβδομάδα που μας πέρασε θα είχε συμπεριληφθεί σε μια πιο ετεροχρονισμένη έκδοση. Τουλάχιστον το αποτέλεσμά της. Ο Γιάννης Κουνέλλης θα φιλοτεχνήσει ένα έργο για τον Εθνικό Κήπο στο πλαίσιο της διοργάνωσης της έκθεσης από το ΝΕΟΝ τον Μάιο σε επιμέλεια της Ιβόνα Μπλάζγουικ, διευθύντριας της Πινακοθήκης Whitechapel του Λονδίνου. «Είναι ωραίος ο Κήπος. Τον γνώρισα όταν ήμουν μικρό παιδί. Σε αυτόν τον Κήπο δεν μπορώ να μην καταθέσω τη δική μου ιδέα για τον πολιτισμό» λέει ο 78χρονος εικαστικός, το όνομα του οποίου συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνα των σημαντικότερων εκπροσώπων των σύγχρονων κινημάτων της τέχνης.
Στην αιχμή της αβανγκάρντ
Στον Κήπο ο Κουνέλλης δεν θα βρεθεί έξω από τα νερά του. Στη μακρά σταδιοδρομία του από όταν εγκαταστάθηκε στη Ρώμη και πολιτογραφήθηκε Ιταλός, βγήκε όχι μόνο εκτός κάδρου αλλά και εκτός των τεσσάρων τοίχων της γκαλερί. Εχει παρουσιάσει έργα του σε βιομηχανικούς χώρους, αποθήκες, εκκλησίες, ακόμη και μέσα σε πλοίο. Στην αιχμή του δόρατος της αβανγκάρντ που ήταν η arte povera, της οποίας ηγήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’60, κάποτε είχε τοποθετήσει 12 άλογα στην Galleria l’ Attico της Ρώμης. Τι θα ετοιμάσει άραγε για την Ελλάδα, από τι υλικά θα συνίσταται το έργο του καλλιτέχνη που έχει χρησιμοποιήσει λινάτσα, βαμβάκι, καπνό, ατσάλι, μαχαίρια; Κατά πόσο άραγε θα λάβει υπόψη τον παράγοντα site-specific, ποια θα είναι δηλαδή η διαλεκτική σχέση που θα αναπτυχθεί ανάμεσα στο έργο και τον Κήπο, η αναπόσπαστη παράμετρος στη δημιουργία μιας τέχνης που θα είναι δημόσια;
«Ολα είναι δημόσια. Δημόσια είναι και μια εκκλησία, ένας βιομηχανικός χώρος, ένα μουσείο, μια γκαλερί. Ολα είναι δημόσια, αλλιώς κάνεις το έργο μέσα στο διαμέρισμά σου. Και κάθε έκθεση είναι μοναδική σαν το δράμα που συντελείται πάνω σε μια σκηνή» αντιτείνει ο Κουνέλλης. «Είμαι δραματουργός, γι’ αυτό είμαι ζωγράφος. Στη δική μου μεταπολεμική γενιά οι ομαδικές εκθέσεις ήταν ιδεολογικές. Αυτό για μένα δεν αλλάζει. Το πρόβλημα είναι τι πράγμα είναι η τέχνη. Δεν είναι εικονογραφία, είναι γλώσσα. Εικονογραφία μπορεί να έχει ο κάθε δικτάτορας από τον Χίτλερ ως τον Στάλιν, όμως η τέχνη είναι ένας ύμνος στην ελευθερία. Η “γλώσσα” δεν μπορεί να μην είναι διαλεκτική γιατί δεν είμαστε δογματικοί, είμαστε φιλελεύθεροι. Και, είτε έρθω στην Ελλάδα είτε μείνω στην Ιταλία, παραμένω διαλεκτικός».
Παρελθόν και μέλλον
Ο Γιάννης Κουνέλλης γεννήθηκε στον Πειραιά. Εφυγε από την Ελλάδα στα 20 του χρόνια και βρέθηκε στην Ιταλία το 1956 αφότου η δική μας Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών τον είχε απορρίψει. Οπως λέει, δεν μπορεί να βγάλει από τη σκέψη του την εικόνα της σημερινής Ελλάδας. «Δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσεις την πραγματικότητα που ζούμε από την τέχνη. Εδώ γεννήθηκα και είδα πολλά πράγματα. Από τον πόλεμο μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο. Και μου φτάνει. Σήμερα η Ελλάδα βιώνει μια κατάσταση τρομακτική. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ιταλία. Αλλά υπάρχει κάτι ακόμα πιο σοβαρό. Ζούμε την κατάπτωση του πολιτισμού. Για μένα αυτό είναι ανυπόφορο. Η τέχνη πρέπει να αναδείξει το δράμα αλλά ο φορμαλισμός δεν μπορεί να το αποδώσει. Δεν μπορεί να βγει ο άνθρωπος από τον ορίζοντα του ζωγράφου και να λες ότι είσαι μοντέρνος. “Μοντέρνο” είναι το μέλλον που είχε ένα παρελθόν. Αν ξεχάσεις το παρελθόν το έργο περνάει στη σφαίρα του μοντερνισμού και αποκτά επιφανειακή χροιά».
Η Ιβόνα Μπλάζγουικ, διευθύντρια της γκαλερί Whitechapel και επιμελήτρια της έκθεσης, παρακολουθεί με ενδιαφέρον τον συλλογισμό του. Μπορεί η συνάντησή τους να έγινε έπειτα από πρόσκληση του ΝΕΟΝ προκειμένου να μιλήσουν για την επικείμενη συνεργασία, οι δυο τους όμως είναι παλιοί γνώριμοι. Τη δεκαετία του ’90, όταν εκείνη ήταν διευθύντρια στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης ICA στο Λονδίνο, είχε επιμεληθεί μια έκθεση με σχέδιά του στην αγγλική πρωτεύουσα. Πριν από τρία χρόνια είχε βρεθεί ως επισκέπτρια στην επιτυχημένη έκθεση του Κουνέλλη στον υπόγειο, σχεδόν κρυμμένο χώρο ambika P3 στην καρδιά του Λονδίνου, απέναντι από το Μουσείο Τισό. Κανείς από τους δύο δεν θα αποκαλύψει λεπτομέρειες για το νέο έργο που θα φιλοτεχνήσει ο Κουνέλλης.
Τέχνη στις ουασιγκτόνιες
Ο Γιάννης Κουνέλλης είναι ένας από τους πέντε Ελληνες που θα φιλοτεχνήσουν ένα έργο ειδικά για τον Εθνικό Κήπο. Τα υπόλοιπα 15 έργα της έκθεσης θα είναι «κομβικά έργα τέχνης που έχουν εκτεθεί σε δημόσιο χώρο, σε πάρκα και κήπους τα τελευταία είκοσι χρόνια από καλλιτέχνες από όλον τον κόσμο» διευκρινίζει η Ιβόνα Μπλάζγουικ, διευθύντρια της πινακοθήκης Whitechapel του Λονδίνου. «Θα είναι σαν μια χαρτογράφηση της ιστορίας της τέχνης σε “μουσεία χωρίς τοίχους”, ένας τρόπος για να βλέπεις το παρελθόν και το παρόν ταυτόχρονα». Ολα τα έργα θα εκτεθούν για δύο μήνες, οπότε το σημαντικό αναμένεται να υπερκεράσει το εφήμερο. Ή όπως λέει η Ιβόνα Μπλάζγουικ: «Η μόνιμη τέχνη σύντομα γίνεται αόρατη. Περνάς από μπροστά και την κοιτάς αλλά δεν τη βλέπεις. Οταν είναι παροδική η παρουσία της τέχνης τότε δίνεις τη μέγιστη προσοχή. Υπάρχει φρεσκάδα, ιδίως στην πρώτη επαφή η οποία είναι συναρπαστική».
Στόχος είναι να εμπλακούν και νεότεροι καλλιτέχνες στην εγκατάσταση των έργων στον Κήπο. Φοιτητές τεχνικών σχολών και της Σχολής Καλών Τεχνών οι οποίοι θα βρεθούν δίπλα στους έμπειρους δημιουργούς και θα τους βοηθήσουν να στήσουν το έργο τους, θα θητεύσουν τρόπον τινά πλάι τους, θα μάθουν από αυτούς. «Η αλήθεια είναι ότι ο νέος καλλιτέχνης έχει την ανάγκη να γίνει πρωταγωνιστής» λέει ο Γιάννης Κουνέλλης. «Πρέπει να δούμε τι είναι αυτό που θα τον βοηθήσει να γίνει. Για να συμβεί αυτό πρέπει να είσαι διαλεκτικός. Να μπορείς να πας στη Γερμανία, στην Αμερική, στην Κίνα και να αναζητάς την αντικειμενική πραγματικότητα. Να μπορείς να βλέπεις, να καταλαβαίνεις του άλλους, να αγαπάς και να υποφέρεις για αυτούς. Ξέρετε, ενόσω μαινόταν ο πόλεμος το ’40 ο Μοντριάν ήταν στο Λονδίνο. Είχε μια θεοκρατική άποψη περί τέχνης. Θεοκρατική όχι όσον αφορά το θείο αλλά τον Θεό τον ίδιο. Κανένας δεν ξέρει πώς είναι το πρόσωπο του Θεού. Αναγνωρίζουμε μόνο το ανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού και αυτό που αγαπάμε στο τέλος δεν είναι τελικά ο Θεός όσο ο άνθρωπος. Για αυτόν νοιαζόμαστε. Η διαφορά είναι αυτή και είναι ριζοσπαστική. Είναι μια άλλη υπόθεση ζωής, είναι η αρχή της δημοκρατίας».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



