Σήμερα ξεκινά το Final Four της Ευρολίγκας στην Κωνσταντινούπολη. Οι τέσσερις καλύτερες για φέτος ομάδες στην Ευρώπη, ο Ολυμπιακός, η Μπαρτσελόνα, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας και ο Παναθηναϊκός διασταυρώνουν τα ξίφη με φόντο τη δόξα του Κυπέλλου, στη θάλασσα του Βοσπόρου. Ο Νίκος Παπαδογιάννης θα είναι και φέτος η «φωνή» των αγώνων μιας και θα μεταδώσει τους αγώνες για λογαριασμό του συνδρομητικού καναλιού της Νοva. Εχει παρακολουθήσει 21 Final Four δια ζώσης και τον ρωτήσαμε διάφορα πράγματα για αυτόν τον θεσμό. Ο ίδιος πιστεύει πως κάθε άνθρωπος που αγαπά το μπάσκετ πρέπει να ζήσει μια τέτοια διοργάνωση από κοντά.

Για το πόσα Final Four έχει παρακολουθήσει από κοντά

Χρειάζομαι χαρτί και μολύβι για να μετρήσω αυτά στα οποία έχω παρευρεθεί. Εχω πάει σε όλα των ελληνικών ομάδων συν ένα στην Πράγα, αυτό που κέρδισε η ΤΣΣΚΑ. Αρα είναι 21 στο σύνολο με αυτό της Κωνσταντινούπολης.

Για το πρώτο πράγμα που του έρχεται στο μυαλό όταν ακούει τη λέξη Final Four

Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό όταν ακούω τη λέξη Final Four είναι τα κύπελλα της Ρεάλ. Στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 υπήρχε κούρσα εξοπλισμού, μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού, οι οποίοι δεν είχαν πάρει ακόμα το Κύπελλο και ευελπιστούσαν να πάρουν το πρώτο τους. Το ‘94 και το ‘95, υπήρχε χρήμα για ξόδεμα, η κόντρα τους ήταν στο ποια ομάδα θα έχει την καλύτερη παρουσία, έφτιαχναν μεγαλεπήβολα κέντρα τύπου, υποδοχής και φιλοξενίας, μοίραζαν δώρα κτλ. Το ‘95 στη Σαραγόσα ήταν δίπλα δίπλα τα δύο κέντρα τύπου Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Οι δικοί μας, λοιπόν, είχαν φτιάξει βιτρίνες με φανέλες και διάφορα memorabilia και το παν ήταν, το ποιος θα κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση. Ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός είχαν στήσει την «πραμάτια τους» τρεις μέρες πριν ξεκινήσουν τα παιχνίδια. Το πρωί της ημέρας του ημιτελικού στη διπλανή ακριβώς αίθουσα, είχε μια βιτρίνα που έμοιαζε με ξενοίκιαστο μαγαζί της Αθήνας, συνειδητοποιήσαμε πως την είχε νοικιάσει η Ρεάλ Μαδρίτης. Δεν έβαλε τίποτα στη βιτρίνα πέρα από τα 6 κύπελλα πρωταθλητριών που είχε κατακτήσει μέχρι τότε. Τα είδαν οι δικοί μας και μαζεύτηκαν. Δεν είχαμε κερδίσει τίποτα μέχρι τότε σαν Ελλάδα σε αυτό το επίπεδο και πουλούσαμε μόνο πλούτο και φιλοδοξίες.

Για την παράδοση μέχρι το Παρίσι το 1996

Μετά την ήττα στη Σαραγόσα βεβαιωθήκαμε πως είμαστε καταραμένοι και πως δε θα κερδίσουμε ποτέ κάποιο Final Four. Αυτή ήταν η αίσθηση. Τα τρία χαμένα του Άρη, το χαμένο του ΠΑΟΚ στην Αθήνα όταν είχε ομαδάρα και τον κόσμο στο πλευρό του σε συνδυασμό με τον τρόπο που έχασε ο Ολυμπιακός από την Μπανταλόνα το 1994 στο Τελ Αβίβ, μας έκανε να νομίζουμε πως δε θα το έπαιρνε ποτέ κάποια ελληνική ομάδα. Ένα από τα πρώτα πράγματα που θυμάμαι ήταν το 1996, η ηδονή όταν πήραμε το πρώτο στο Παρίσι. Μπήκαμε όλοι μες στο γήπεδο. Η χαρά ήταν πολύ μεγάλη. Σε κάθε Final Four υπήρχε η παράδοση κάποιος να φέρνει πούρα, τα πούρα της νίκης. Τελικά άναψαν το 1996 και από κει και πέρα άναβαν συνέχεια.

Για τις πιθανότητες των ελληνικών ομάδων φέτος

Φέτος η λογική λέει πως οι δικοί μας θα παίξουν μικρό τελικό. Εγώ νομίζω πως θα παίξουν μεγάλο τελικό, το οποίο είναι κάτι ανάμεσα σε ευσεβή πόθο και ενστικτώδη προγνωστικό. Νομίζω πως ο Ολυμπιακός είναι καλύτερος ως ομάδα από την Μπαρτσελόνα, από μόνο του όμως αυτό δεν αρκεί. Πρέπει να το πιστέψει, να ξεκινήσει καλά ώστε να μην τον πάρει από κάτω μιας και είναι άπειρος και πρέπει να μη βρεθούν σε μεγάλη μέρα οι αντίπαλοι, γιατί αυτή η Μπαρτσελόνα στην πολύ καλή της μέρα είναι ισοπεδωτική. Στον άλλο ημιτελικό ο Παναθηναϊκός έχει απέναντι του την ΤΣΣΚΑ, την οποία τη φοβόμαστε αλλά νομίζω πως μάλλον ανάποδα διαβάζεται αυτό το ζευγάρι. Μάλλον η ΤΣΣΚΑ φοβάται τον Παναθηναϊκό. Τον φοβάται όχι γιατί είναι ανώτερος, ανώτερος δεν είναι αλλά επειδή είναι η ομάδα που κανείς δε θέλει να βρει μπροστά του σε ημιτελικό ή γενικά. Αυτή η ΤΣΣΚΑ, η σημερινή, είναι η ομάδα που δεν έχει κερδίσει τίποτα. Είναι μια καινούρια ομάδα. Και ατομικά οι παίχτες της δεν έχουν κερδίσει κάτι στην Ευρώπη σε επίπεδο συλλόγων. Ο Κιριλένκο έχει κερδίσει κάτι κύπελλα και ένα πρωτάθλημα Ρωσίας εκτός από το Ευρωπαϊκό με την Εθνική το 2007. Οι Τεόντοσιτς και Κρστιτς δεν έχουν κερδίσει κάτι μεγάλο. Θα μπουν στο γήπεδο και θα ξέρουν πως αυτοί που είναι απέναντι τους έχουν φάει με το κουτάλι το Final Four. Ο Ομπράντοβιτς πλέον έχει χάσει το μέτρημα όσον αφορά το πόσα Final Four έχει πάρει μέρος, ο Γιασικεβίτσιους δεν έχει χάσει αγώνα σε Final 4, έχει 8/8 νίκες, ο Διαμαντίδης, ο Μπατίστ… Μετράει πολύ αυτό στα mind games που θα παιχτούν εκεί. Η αλήθεια είναι πως σε τέτοια ματς, δεν πιάνει το κόλπο του «χαρούμενου» μπάσκετ που παίζει η ΤΣΣΚΑ, μετράει το «πολεμικό μπάσκετ» που παίζει ο Παναθηναϊκός. Το ίδιο μπορεί να παίξει και ο Ολυμπιακός απέναντι στην Μπαρτσελόνα επειδή έχει τον Ιβκοβιτς στον πάγκο. Εγώ εκεί τα βάζω τα λεφτά μου. Μικρό τελικό ανάμεσα στους 2 δε θα ήθελα να δω με τίποτα. Θα ήταν μια δυσφήμηση για όλους μας ένας μικρός τελικός ανάμεσα σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Μπορεί να γίνει η παιδική χαρά των χουλιγκάνων.

Για τα επεισόδια

Στο Βερολίνο το έλεγξαν πολύ καλά οι ομάδες, φοβήθηκαν τους Γερμανούς αστυνομικούς και δεν έγιναν επεισόδια, προσέχουν οι ομάδες ποιους στέλνουν έξω. Παίζει ρόλο πως θα το αντιμετωπίσουν οι εκεί αρχές και η διοργανώτρια αρχή. Για παράδειγμα πρόσεξαν την ώρα που θα έρθουν τα τσάρτερ των ομάδων να μη συμπέσουν και να είναι διαφορετική. Παλιά αυτό δεν γινόταν. Έμειναν όλοι οι οπαδοί έξω από την πόλη ή σε διαφορετικά σημεία της πόλης και υπήρχε αστυνόμευση στην εξέδρα. Διακριτική μεν αστυνόμευση δε. Ακόμα και αν κάπνιζες ο αστυνομικός σε έβγαζε έξω.

Για το τι θα είναι επιτυχία στο Final Four της Kωνσταντινούπολης

Επιτυχία για την Ελλάδα σε αυτό το Final Four, δε θα είναι το να πάρουμε το Κύπελλο, αλλά να μη δυσφημιστούμε σαν χώρα. Θα ήθελα να μην ξεφτιλιστούμε από τις εκδηλώσεις αυτών. Το κακό είναι πως πολλές φορές παρασύρονται και οι παίχτες, οι οποίοι δεν είναι παιδάκια αλλά όπως και να το κάνουμε τεντώνουν τα νεύρα.

Για το ποιο Final Four ευχαριστήθηκε περισσότερο

Το Final Four που δεν ήθελα να τελειώσει, αν και είναι λίγο χοντράδα αυτό που θα πω, είναι αυτό της Πράγας, το μοναδικό που δεν είχε ελληνική ομάδα. Είχε ελληνικό χρώμα βέβαια, ήταν οι Παπαλουκάς, Χατζηβρέττας, Κακιούζης. O Παπαλουκάς ήταν ο ήρωας, ο MVP του Final Four, ο γύρος του θριάμβου έγινε με ελληνική σημαία. Θέλω να πω, πως ήταν έντονο το ελληνικό στοιχείο σε εκείνο το Final Four. Συν τοις άλλοις έγινε σε μια υπέροχη πόλη. Έπαιξαν ρόλο όλα αυτά. Αγωνιστικά, το καλύτερο που έχω παρευρεθεί ήταν αυτό του Βερολίνου το 2009. Ο ημιτελικός μεταξύ Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού ίσως ήταν ο καλύτερος αγώνας που έχω δει ποτέ. Στο Βερολίνο ήταν και οι τέσσερις ομάδες εκπληκτικές. Η χειρότερη αυτή της χρονιάς ήταν κατά πολύ καλύτερη, από την πρώτη της επόμενης. Και ο άλλος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο τελικός της Αθήνας το 2007, μεταξύ ΤΣΣΚΑ και Παναθηναϊκού.

Για το Final Four της Πράγας το 2006

Επανέρχομαι πάλι στην Πράγα και θέλω να σου πω πως από διηγήσεις γνωστών και φίλων, αυτά που έχουν ευχαριστηθεί πάρα πολύ Ελληνες φίλαθλοι, τα έχουν ευχαριστηθεί ως «τρίτοι», ως παρατηρητές και φίλοι του μπάσκετ. Οι Ελληνες που πήγαν στην Πράγα, το χάρηκαν. Ηταν χωρίς άγχος και ήταν καλό που αντιλήφθηκαν πως υπάρχει αθλητισμός πέρα από το οπαδιλίκι. Γιατί κακά τα ψέματα ο Έλληνας πρώτα είναι οπαδός και μετά φίλαθλος. Στην Πράγα το κλίμα ήταν σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Ηταν σαν να παίζουν Εθνικές ομάδες. Και οι λίγοι που πήγαν, κυρίως Παναθηναϊκοί, μελαγχόλησαν λίγο μεν, αλλά το έβλεπες ότι ζούσαν κάτι ξεχωριστό δε. Είδαν πως υπάρχει και αυτή η πλευρά του αθλητισμού. Υποστηρίζεις κάποιον αλλά το ευχαριστιέσαι και για τις τέσσερις ομάδες που συμμετέχουν. Μπαίνεις περισσότερο στα παπούτσια του αθλητή και χαίρεσαι για αυτόν.

Για τη δουλειά του δημοσιογράφου στο Final Four

Η δουλειά του δημοσιογράφου στα Final Four έχει γίνει αρκετά ευκολότερη αφού η Ευρολίγκα έχει ακολουθήσει την πεπατημένη του ΝΒΑ. Kάνει πιο εύκολα τα πράγματα μιας και φτιάχνει media sessions, ξέρουμε ότι εύκολα θα βρούμε τους παίχτες για συνεντεύξεις αφού είναι υποχρεωμένοι να μας μιλήσουν, κάθε ομάδα έχει 15-20 λεπτά πριν τον τελικό και κοινή συνέντευξη τύπου. Τον πρώτο καιρό ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Ημασταν αναγκασμένοι να τρέχουμε στην άκρη του κόσμου, να κάνουμε διάφορα τρικ για να αποσπάσουμε μια κουβέντα ή για να μπούμε στο ξενοδοχείο που κατέλυε η κάθε ομάδα. Παλιά υπήρχε άγχος γιατί ήταν πιο δύσκολη η δουλειά. Επίσης έπρεπε να κάνουμε ρεπορτάζ για τα πάντα. Να πηγαίνουμε στα αστυνομικά τμήματα για να μάθουμε πόσοι έλληνες συνελήφθησαν στα επεισόδια, αν υπάρχουν τραυματίες κτλ.

Για τα επεισόδια που του έκαναν εντύπωση

Τη μοναδική φορά που θυμάμαι έκτροπα τα οποία δεν έγιναν από έλληνες οπαδούς, ήταν το 1999 στο Μόναχο όταν είχαν πάει και οι δύο ομάδες της Μπολόνια, την Τιμσίστεμ και την Κίντερ. Υπήρχε μεγάλη έχθρα μεταξύ τους, βοηθούσε το γεγονός πως η Μπολόνια δεν βρίσκεται σε τόσο μακρινή απόσταση από το Μόναχο και ήταν εύκολο για τους Ιταλούς να έρθουν στο μέρος αυτό. Ήταν από τις λίγες φορές που έγιναν επεισόδια και μες στο γήπεδο.

Για το πώς είναι το μπάσκετ σήμερα

Καλό είναι να θυμόμαστε πως το μπάσκετ του σήμερα είναι μη συγκρίσιμο με το μπάσκετ του ’98, όταν έγινε και το πρώτο Final Four με αυτό του σήμερα. Ο αθλητής του 2012 είναι ρομπότ και σούπερμαν συγκριτικά με αυτόν του 88. Στον ημιτελικό του Ευρομπάσκετ του 1989 η Εθνική Ελλάδας είχε στην πεντάδα της 4 παίχτες που έπαιξαν 40 λεπτά. Σήμερα κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο. Κανείς δε μπορεί να παίξει πάνω από 25-26 λεπτά σε τοπ κατάσταση. Δεν αντέχει. Μια ομάδα επίσης σήμερα δεν μπορεί να έχει μες στο γήπεδο «παίχτη-λαθρεπιβάτη», παίχτη δηλαδή που να μην παίζει άμυνα.

Για τη μεγαλύτερη έκπληξη που έχει γίνει σε Final Four

Το 1992, το κύπελλο της Παρτιζάν ήταν από τους μεγαλύτερους άθλους. Είχε ως έδρα τη Μαδρίτη, έπαιξε δηλαδή όλα τα παιχνίδια της εκτός έδρας αφού στη Σερβία γινόταν πόλεμος, οι παίχτες ζούσαν σε ξενοδοχεία με μια αλλαξιά ρούχα ουσιαστικά και δεν μπορούσαν καν να δουν τις οικογένειες τους. Ηταν μια ομάδα με μέσο όρο ηλικίας τα 22 χρόνια, τα αστέρια της δεν ήταν ακόμα αστέρια, ο Ντανίλοβιτς και ο Ρέμπρατσα τα επόμενα χρόνια έγιναν σούπερ σταρ, ο Τζόρτζεβιτς ήταν ο μόνος φτασμένος αλλά αστέρι δεύτερης γραμμής, ο Ομπράντοβιτς είχε προπονητική ηλικία μόλις 2 ετών (το 1990 έπαιζε ακόμα μπάσκετ, το 1992 πήρε το πρώτο του Ευρωπαϊκό ως προπονητής) και στον τελικό έπαιξε με την Μπανταλόνα, η οποία εκείνη τη χρονιά σε δυναμικότητα έλεγαν πως είναι μια ομαδάρα, έπαιζε χωρίς κόσμο στον τελικό η Παρτιζάν μάλιστα. Την είχε συσπειρώσει η ξενιτιά και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε, έπαιζε εν ονόματι ενός βασανισμένου λαού που βρισκόταν σε πόλεμο. Ο θρίαμβος της ήταν μια ραψωδία στην ομόνοια του Σερβικού λαού. Αυστηρά αγωνιστικά ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη.

Για την πιο δυνατή ομάδα που έχει κατέβει ποτέ σε Final Four

Η πιο δυνατή ομάδα που έχει κατέβει σε Final Four, βάζοντας πάλι τον αστερίσκο ότι δεν μπορεί να συγκριθεί το μπάσκετ του 2012 με αυτό του 1990 φερ ειπείν, ίσως να ήταν η Μακάμπι που το πήρε στη Μόσχα το 2005. Πάρκερ, Μπάστον, Γιασικεβίτσιους κι Βούισιτς στα ντουζένια του. Τρομερό μπάσκετ, φοβερή χημεία σαν ομάδα, ο Γκέρσον ήταν ο προπονητής που έδινε στους παίχτες του την πρωτοβουλία να χαρούν το παιχνίδι, αυτό είναι μεγάλο προσόν ενός προπονητή. Εκείνη η Μακάμπι έπαιξε τέτοιο μπάσκετ και κατά τη διάρκεια της σεζόν αλλά και στο Final Four που χαρακτηρίστηκε ως υπερηχητική. Θα ήθελα να τοποθετήσω μια ελληνική ομάδα στην κορυφή αυτής της λίστας αλλά δε νομίζω πως κάποιος άλλος έφτασε σε τέτοια αξιοσύνη, σε τέτοιο μεγαλείο όπως η Μακάμπι εκείνης της χρονιάς.

Για το μεγαλύτερο κατόρθωμα ελληνικής ομάδας

Το μεγαλύτερο κατόρθωμα ελληνικής ομάδας σε final four ήταν αδιαμφισβήτητα εκείνο του Παναθηναϊκού στη Μπολόνια. Κέρδισε εκείνη την Κίντερ, στην πόλη της. Ολοι τότε έλεγαν για αυτή την ομάδα, πως θα πάρει το κύπελλο χωρίς καν να κατέβει στο γήπεδο. Είχε παιχταράδες όπως ο Ριγκοντό, ο Γιάριτς, ο Τζινόμπιλι, τον Μεσίνα στον πάγκο. Κανείς δεν πίστευε πως θα το χάσει. Αλλά ο Παναθηναϊκός έπαιξε εκπληκτικά και το πήρε δίκαια.

Το πρόγραμμα του Final Four

Παρασκευή 11 Μαΐου

Α’ Ημιτελικός 18.00

ΤΣΣΚΑ Μόσχας – Παναθηναϊκός

Β’ Ημιτελικός 21.00

Ολυμπιακός – Μπαρτσελόνα

Κυριακή 13 Μαΐου

Μικρός τελικός 18.00

Μεγάλος τελικός 21.00