Στο χαμηλότερο επίπεδο του τελευταίου ενάμιση έτους έπεσε την Πέμπτη έναντι του δολαρίου το ευρώ, ενώ έναντι του γεν έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 11 ετών, καθώς στις αγορές επέστρεψαν οι ανησυχίες για την τύχη που μπορεί να έχει ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος στην σοβούσα κρίση. Οι ανησυχίες αυτές, άλλωστε, πυροδότησαν κύμα ρευστοποιήσεων στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια.
Το ευρώ υποχώρησε προς στιγμήν στα 1,2777 δολάρια από τα 1,2943 που «άνοιξε». Λίγο πριν από το κλείσιμο της λονδρέζικης αγοράς η ισοτιμία του νομίσματος είχε ανακάμψει ελαφρώς στα 1,2787 δολάρια.
Οι τραπεζικές μετοχές ήταν εκείνες που δέχθηκαν τις μεγαλύτερες πιέσεις στις ευρωπαϊκές αγορές – η μετοχή της ιταλικής UniCredit, για παράδειγμα, υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 19 ετών. Το αυξημένο επιτόκιο 3,29% (έναντι 3,18% της προηγούμενης έκδοσης) που αναγκάστηκε να καταβάλει στους πιστωτές η γαλλική κυβέρνηση προκειμένου να τους πουλήσει τα 10ετή ομόλογα που δημοπράτησε σήμερα και επίσης η παραδοχή της ισπανικής κυβέρνησης ότι οι επισφάλειες των τραπεζών της χώρας ίσως αυξηθούν, επιδείνωσαν το ήδη αρνητικό κλίμα στις αγορές.
Στο Λονδίνο ο δείκτης FTSE-100 έκλεισε με πτώση 0,78%, στο Παρίσι ο CAC-40 έκλεισε με μεγαλύτερες απώλειες 1,53%, αλλά ο DAX στη Φραγκφούρτη περιόρισε τις απώλειές του στο 0,25%, παρά τα πολύ ανησυχητικά νέα για τις (παραδοσιακώς χλωμές) καταναλωτικές επιδόσεις των Γερμανών. Στις «δύσκολες» αγορές της Μαδρίτης και του Μιλάνου οι απώλειες των γενικών δεικτών ΙΒΕΧ και ΜΙΒ ήταν 2,94% και 3,65% αντιστοίχως.
Στη Wall Street περίπου ένα δίωρο πριν από το τέλος των συναλλαγών οι απώλειες για τις μετοχές είχαν περιοριστεί αισθητά χάρη στα πολύ ενθαρρυντικά στοιχεία για την κατανάλωση που ανακοινώθηκαν. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, συγκεκριμένα, εκτινάχθηκε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε μηνών χάρη στην αργή αλλά σταθερή βελτίωση της αμερικανικής αγοράς εργασίας.
Ο Dow Jones είχε ακόμη αρνητικό πρόσημο και υποχωρούσε κατά 0,17%. Ο S&P 500, όμως, είχε περάσει σε θετικό έδαφος και ενισχυόταν κατά 0,14%, ενώ ο Nasdaq είχε εκτιναχθεί κατά 0,53% υψηλότερα, καθώς οι μετοχές του κλάδου υψηλής τεχνολογίας βρίσκονταν στην κορυφή των προτιμήσεων των επενδυτών.
Ασαφής ήταν η εικόνα στις αγορές εμπορευμάτων και ειδικότερα στις αγορές πετρελαίου. Στο Λονδίνο η τιμή του Brent ενισχυόταν κατά 43 σεντς στα 114,13 δολάρια το βαρέλι, για λόγους τεχνικούς και κερδοσκοπικούς κυρίως διότι η προοπτική ύφεσης σε ολόκληρη την ευρωζώνη (της Γερμανίας συμπεριλαμβανομένης) μόνο υποσχέσεις για αύξηση της κατανάλωσης καυσίμων δεν δίνει.
Τα ίδια φυσικά ισχύουν και για την αγορά της Νέας Υόρκης, όπου πάντως η τιμή του αργού έχανε 25 σεντς στις 9 το βράδυ (ώρα Ελλάδας) και υποχωρούσε στα 102,97 δολάρια το βαρέλι.