Ο Απόστολος Κακλαμάνης δεν είπε κάτι ακατανόητο. Κανένα κόμμα δεν ξεπροβοδίζει με φιλάκια όποια στελέχη του μετακομίζουν σε άλλα κόμματα.
Οι χαρακτηρισμοί περί «απόπατου» και «βυτιοφόρου» ήταν ίσως λίγο βαρείς και σίγουρα δεν τα εξηγούν όλα.
Ο Ραγκούσης, ας πούμε, η Μαριλίζα ή ο Μωραΐτης είναι μόλις το δεύτερο κόμμα στο οποίο μετακινούνται. Ξεκίνησαν από «κηπουροί» του Παπανδρέου και κάποια στιγμή νόμισαν ότι θα κυβερνήσουν την Ελλάδα.
Ναυάγησαν όμως μαζί με τον Παπανδρέου. Και θεώρησαν ότι θα βρουν στον ΣΥΡΙΖΑ μια καλύτερη επαγγελματική προοπτική. Απλό.
Ο Μπίστης πάλι έχει αλλάξει… έξι κόμματα. ΚΚΕ, Συνασπισμός, ΑΕΚΑ, ΠαΣοΚ, ΚΙΝΑΛ και τώρα ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον το έχει χούι. Ενώ κάπου εκεί πρέπει να κινείται και η επίδοση του Δανέλλη.
Αλλοι όπως ο Κουρουμπλής ή η Τζάκρη ακολούθησαν απλώς το παλαιοκομματικό δόγμα που λέει «κόμμα μου είναι εκείνο με το οποίο εκλέγομαι» – χωρίς άλλες ανησυχίες.
Ενώ ορισμένοι παλαίμαχοι όπως ο Τζουμάκας αναζητούσαν λίγη σημασία και κάποιους πρόθυμους να ακούν μικροπρέπειες του τύπου «το ΠαΣοΚ με τις ηγεσίες του έβλαψε σημαντικά τη χώρα και γι’ αυτό θα έπρεπε να πάνε σπίτια τους» (Στο Κόκκινο, 23/5).
Συνεπώς δεν είναι όλοι ίδιοι. Αλλά όλοι έβλαψαν τη Συρία το ίδιο.
Και προφανώς η αποχώρησή τους (με βυτιοφόρο ή όχι) θέτει ένα ερώτημα: ηλίθιοι είναι οι άλλοι που έμειναν;
Ευλόγως και οι μεν και οι δε θέλουν να δικαιωθεί η στάση τους. Αλλά εξίσου ευλόγως δεν μπορούν να δικαιωθούν και οι δύο.
Δεν ξέρω λοιπόν πώς θα εξελιχθούν στο μέλλον οι σχέσεις του ΠαΣοΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρώ όμως απίθανο να ευδοκιμήσουν όσο είναι θρονιασμένοι στην πρώτη σειρά εκείνοι που άφησαν το ΠαΣοΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και μάλλον η θυσία τους θα αποτελέσει μονόδρομο ώστε να απεμπλακούν τα δύο κόμματα από λογαριασμούς του παρελθόντος.
Λέγεται «το θεώρημα του βυτιοφόρου».