Το φαινόμενο της μερικής απασχόλησης έχει παγκόσμια διάσταση καθώς το 60% των εργαζομένων παγκοσμίως εργάζεται μόνο με μερική απασχόληση.
Στην ΕΕ η μερική απασχόληση ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού στην ηλικιακή ομάδα 20-64 ετών αυξήθηκε αργά αλλά σταθερά από 14,9% το 2002 σε 19% το 2015, ενώ στη συνέχεια υποχώρησε στο 18,9% το 2016. Το υψηλότερο ποσοστό των εργαζομένων με μερική απασχόληση το 2016-17 βρέθηκε στις Κάτω Χώρες με (51%), οι οποίες ακολουθούνται από χώρες όπως η Αυστρία (20%), η Γερμανία (22%), το Ηνωμένο Βασίλειο (23%), και στη Σουηδία, στη Δανία και στην Ιρλανδία, όπου η εργασία με μερική απασχόληση ανέρχεται σε περισσότερο από το ένα πέμπτο των απασχολουμένων. Πολύ χαμηλά είναι τα ποσοστά της μερικής απασχόλησης στη Βουλγαρία, όπου ανέρχεται στο 1,9% καθώς και στην Ουγγαρία, στην Κροατία, στην Τσεχική Δημοκρατία και στη Σλοβακία, όπου το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 4,8% και 5,7%. Το μερίδιο των εργαζομένων με μερική απασχόληση στην ΕΕ έχει αυξηθεί σε όλες τις χώρες πλην των δύο χωρών (Κροατία και Πολωνία), κατά μέσον όρο από 16,8% σε 18,9%. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί η διαφοροποίηση μεταξύ της ακούσιας και εκούσιας μερικής απασχόλησης. Στην ακούσια μερική απασχόληση οι εργαζόμενοι δεν έχουν το περιθώριο της επιλογής της μορφής της εργασίας. Αντίθετα, στην εκούσια η μερική απασχόληση αποτελεί επιλογή της μορφής της εργασίας, όπως συμβαίνει κυρίως στις Κάτω Χώρες, όπου βέβαια και η κατώτατη αμοιβή αλλά και οι μισθοί είναι πολύ υψηλοί. Στις Κάτω Χώρες το ποσοστό των γυναικών που εργάζονται με μερική απασχόληση ανέρχεται στο 74% περίπου. Στις χώρες του Νότου, λόγω της οικονομικής κρίσης, τα ποσοστά της ακούσιας μερικής απασχόλησης είναι ιδιαίτερα υψηλά τα τελευταία έτη, καθώς έχουν ανέλθει στην Ελλάδα από 45,8% σε 72,9%, στην Κύπρο από 31,2% σε 69,4%, στην Ιταλία από 39,4% σε 65,5% και στην Ισπανία από 33,6% σε 63,7%.

Η μεγαλύτερη αύξηση της ακούσιας μερικής απασχόλησης πραγματοποιήθηκε στην Ιρλανδία, από 11,5% έως 39,2%.

Ενας από τους κύριους λόγους επέκτασης της μερικής απασχόλησης είναι η εισαγωγή της νέας τεχνολογίας και οι αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής καθώς αυξάνονται η παραγωγικότητα και ο όγκος παραγωγής. Οι επιχειρήσεις μέσω της μερικής απασχόλησης προσαρμόζουν το εργατικό δυναμικό στις διακυμάνσεις της παραγωγής και της ζήτησης. Η ακούσια μερική απασχόληση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καθοδικό οικονομικό κύκλο και την οικονομική ύφεση, όπως στις χώρες του Νότου της Ευρώπης.
Η επέκταση της μερικής απασχόλησης έχει σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι χαμηλοί μισθοί, ιδίως στη περίπτωση που αυξάνεται η παραγωγικότητα, έχουν επίπτωση αρνητική στη ζήτηση στην οικονομία. Αυτό με τη σειρά του επιδρά στη μείωση της κατανάλωσης που επηρεάζει αρνητικά τις επενδύσεις και τα δημόσια έσοδα. Κοινωνικά οι ανισότητες διευρύνονται καθώς οι θέσεις μερικής απασχόλησης αυξάνονται, ενώ οι εισροές στα ασφαλιστικά ταμεία μειώνονται. Το όποιο πλεονέκτημα προσκτάται με την είσοδο ανέργων στην αγορά εργασίας μέσω της μερικής απασχόλησης ακυρώνεται στη περίπτωση παγίωσης ή εγκλωβισμού σε θέσεις μερικής απασχόλησης συγκεκριμένων κατηγοριών εργαζομένων.
Ο κ. Κωνσταντίνος Αγραπιδάς είναι διδάκτωρ του Πάντειου Πανεπιστημίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ