Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές επέστρεψαν στους δρόμους της Βραζιλίας ζητώντας την απομάκρυνση της προέδρου Ντίλμα Ρουσέφ, κατηγορώντας την ίδια και την κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος για τα εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς, τα σκληρά μέτρα λιτότητας και την ύφεση που απειλεί τη μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής. Λιγότερο από έναν χρόνο μετά την επανεκλογή της η δημοτικότητα της βραζιλιάνας προέδρου αγγίζει πια μονοψήφια ποσοστά, τη στιγμή που δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν ότι δύο στους τρεις Βραζιλιάνους τάσσονται υπέρ της αποπομπής της. Και ενώ η μαζικότητα των διαδηλώσεων δεν είναι ίδια με εκείνες του περασμένου χρόνου, η Ρουσέφ αισθάνεται ολοένα πιο έντονη την πίεση της κοινής γνώμης ενώ προσπαθεί να διαχειριστεί τις επιπτώσεις από το σκάνδαλο της Petrobras, το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς στην ιστορία της χώρας.
Με την οικονομία της Βραζιλίας να βιώνει τη χειρότερη ύφεση από τη δεκαετία του 1990, την αυξανόμενη ανεργία, τον πληθωρισμό αλλά και τα αυστηρά μέτρα λιτότητας που επέβαλε η κυβέρνηση, ακόμη και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της Ρουσέφ σταδιακά την εγκαταλείπουν. «Παρότι αυτές οι διαδηλώσεις είναι μικρότερες σε όγκο από άλλες, η δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης είναι μεγάλη. Είναι όμως δύσκολο η Ρουσέφ, η οποία είναι δημοκρατικά εκλεγμένη, να παραιτηθεί ή να απομακρυνθεί εξαιτίας αυτών» είπε στο «Βήμα» ο Τζέφρι Λέσερ, πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Emory στις Ηνωμένες Πολιτείες και ειδικός σε θέματα Βραζιλίας. Επιπλέον η Ρουσέφ δείχνει να έχει ακόμη την υποστήριξη του επιχειρηματικού κόσμου, που φοβάται ότι η πολιτική αβεβαιότητα θα επιτείνει την οικονομική διολίσθηση της χώρας. Επιχειρηματικοί ηγέτες ασκούν πιέσεις σε πολιτικούς προκειμένου να αποτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης.
Την περασμένη Πέμπτη η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ και πλήθος γερμανών κυβερνητικών αξιωματούχων και επιχειρηματιών μετέβησαν για μια διήμερη επίσκεψη στη Βραζιλία προκειμένου να συζητήσουν κατά βάση για τη βελτίωση των επενδυτικών όρων για τις γερμανικές εταιρείες, σε μια περίοδο που η χώρα «διψάει» για νέες ξένες επενδύσεις. Παρ’ όλα αυτά, αναλυτές επισημαίνουν ότι η Ρουσέφ δεν θα ξεφύγει εύκολα από την τρέχουσα πολιτική κρίση. Καθώς οι εισαγγελείς αναμένεται να προβούν σε περισσότερες αποκαλύψεις για το σκάνδαλο διαφθοράς που εμπλέκει τον πετρελαϊκό κολοσσό Petrobras και δεκάδες πολιτικά πρόσωπα, οι φωνές που κατηγορούν τη Ρουσέφ για αυτό πληθαίνουν.
«Οι έρευνες για διαφθορά και οι διώξεις υψηλά ιστάμενων πολιτικών προσώπων θα συνεχίσουν για αρκετό διάστημα και πρόκειται για έναν αξιοθαύμαστο νέο παράγοντα στην πολιτική ζωή της Βραζιλίας. Τις τελευταίες δεκαετίες οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά στην οικοδόμηση της κουλτούρας και των πρακτικών για τη διεξαγωγή ποινικών ερευνών ενάντια σε ισχυρά πρόσωπα του πολιτικού και οικονομικού κόσμου που παραδοσιακά δρούσαν σε καθεστώς ατιμωρησίας. Το κομμάτι που έλειπε ήταν η ικανότητα του δικαστικού συστήματος να διαχειριστεί επιτυχώς τις υποθέσεις που έφθαναν σε αυτό. Τώρα αυτό δείχνει να αλλάζει» είπε στο «Βήμα» ο Τζέρι Ντάβιλα, καθηγητής Βραζιλιάνικης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και προσέθεσε: «Ο Σέρζιο Μόρο, ο δικαστής που ανέλαβε τις υποθέσεις που προέκυψαν από την επιχείρηση Operacao Lava Jato (Επιχείρηση Πλυντήριο Αυτοκινήτων), επέβαλε μια σειρά γρήγορων καταδικαστικών αποφάσεων με τη φαινομενική υποστήριξη άλλων μελών του δικαστικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Το ερώτημα είναι αν από αυτές τις έρευνες θα προκύψει σύνδεση με την πρόεδρο Ρουσέφ ή με τον πρώην πρόεδρο Λούλα ντα Σίλβα, αλλά μέχρι στιγμής δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο».

Ρίορνταν Ρόετ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins στις ΗΠΑ
«Η ατιμωρησία πολιτικών και πλουσίων δεν είναι πλέον αποδεκτή»

«Η μεσαία τάξη της Βραζιλίας δεν αποδέχεται πια τον παλαιό τρόπο άσκησης πολιτικής και την ατιμωρησία απέναντι στους πολιτικούς και στους επιχειρηματίες» είπε στο «Βήμα» ο Ρίορνταν Ρόετ, καθηγητής και διευθυντής του Προγράμματος Λατινοαμερικανικών Σπουδών στη Σχολή Προωθημένων Διεθνών Σπουδών (SAIS) του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στις ΗΠΑ.
Γιατί οι Βραζιλιάνοι διαδηλώνουν μαζικά τόσο συχνά ενάντια στην κυβέρνησή τους;
«Υπάρχει μια νέα μεσαία τάξη στη Βραζιλία, προϊόν της ισχυρής ανάπτυξης της τελευταίας δεκαετίας. Είναι περισσότερο συνειδητοποιημένη πολιτικά και επιθυμεί ουσιαστικές αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης της Βραζιλίας. Ο παλαιός τρόπος άσκησης πολιτικής έχει απορριφθεί. Η νέα μεσαία τάξη θέλει καλύτερα σχολεία και νοσοκομεία. Είναι εξοργισμένη που το σκάνδαλο της Petrobras αλλά και άλλα σκάνδαλα αποδεικνύουν ότι δισεκατομμύρια δολάρια κατασπαταλήθηκαν σε δωροδοκίες και μίζες και όχι σε κοινωνικά προγράμματα. Επιπλέον η δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης για τα χρήματα που δαπανήθηκαν για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 και την προετοιμασία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016 είναι μεγάλη. Οι Βραζιλιάνοι επιθυμούν μεγαλύτερη διαφάνεια στη δημόσια ζωή. Η ατιμωρησία για τους πολιτικούς και τους πλούσιους επιχειρηματίες δεν είναι πλέον αποδεκτή».
Ποιοι είναι οι σημαντικότεροι πολιτικοί και οικονομικοί κίνδυνοι που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση Ρουσέφ τους ερχόμενους μήνες;
«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να μην εγκρίνει το Κογκρέσο τα μέτρα δημοσιονομικής λιτότητας που προτείνει ο υπουργός Οικονομικών Ζοακίμ Λέβι. Αν αυτά τα μέτρα δεν εγκριθούν, η πιστοληπτική ικανότητα της Βραζιλίας θα υποβαθμιστεί σε junk. Αυτό θα αυξήσει το κόστος δανεισμού τόσο για τον δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα και θα αποτρέψει πολλούς θεσμικούς επενδυτές από το να επενδύσουν στη Βραζιλία. Υπάρχει μεγάλος σκεπτικισμός γύρω από το ότι η Ρουσέφ δεν γνώριζε για την κατάσταση στην Petrobras καθώς ήταν υπουργός Ορυχείων και Ενέργειας και πρόεδρος του ΔΣ της εταιρείας. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν κατηγορίες για προσωπική διαφθορά αλλά πολλοί αναρωτιούνται γιατί δεν είχε ενημερωθεί για το σκάνδαλο».
Τι συνέβη στην οικονομία της Βραζιλίας που ως πριν από μερικά χρόνια παρουσίαζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης;
«Η πρώτη περίοδος διακυβέρνησης της Ρουσέφ ήταν καταστροφική. Χαμηλότερες τιμές στα αγαθά, επιβράδυνση της ζήτησης για τις βραζιλιάνικες εξαγωγές, υπερβολικές δαπάνες σε κοινωνικά προγράμματα και μεγάλη μείωση στα έσοδα. Η Βραζιλία δεν έθεσε σε εφαρμογή αντι-κυκλικά δημοσιονομικά προγράμματα στη διάρκεια της ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης των χρόνων της διακυβέρνησης Λούλα. Τώρα πληρώνει το τίμημα των επιχορηγήσεων και των υποστηρικτικών προγραμμάτων της κυβέρνησης Ρουσέφ. Το πρόβλημα είναι ότι η οικονομία της Βραζιλίας δεν είναι παραγωγική και ανταγωνιστική. Η χώρα πρέπει να επιδιορθώσει το εκπαιδευτικό της σύστημα προκειμένου να παράγει εξειδικευμένο δυναμικό. Οι υποδομές είναι φρικτές αυξάνοντας το κόστος μεταφοράς των αγαθών και των πρώτων υλών στα λιμάνια για εξαγωγή. Η εργατική νομοθεσία είναι αναχρονιστική και καθιστά πολύ δύσκολη την απόλυση ατόμων –επομένως οι επιχειρήσεις διστάζουν να προσλάβουν νέο προσωπικό καθώς είναι πολύ δύσκολο να το απολύσουν όταν η οικονομία επιβραδύνεται».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ