Σε έναν ρεαλιστικό και σώφρονα διπλωματικό υπολογισμό επιδίδεται η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) εδώ και αρκετές εβδομάδες, στον χειρισμό της σύγκρουσης ανάμεσα στην Ουκρανία και στη Ρωσία. Οσο κι αν ορισμένοι στην Ευρώπη κραδαίνουν την απειλή των στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων εναντίον της Μόσχας, το βήμα δεν έχει γίνει.
Η Ευρώπη διστάζει διότι η Ρωσία διαθέτει ένα διόλου ευκαταφρόνητο όπλο: το φυσικό αέριο. Είναι ένα από τα κορυφαία διακυβεύματα της κρίσης μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, αλλά αφορά εξίσου τις Βρυξέλλες. Το ένα τέταρτο του φυσικού αερίου που καταναλώνει η ΕΕ προέρχεται από τη Ρωσία και το 60% αυτού περνά σήμερα από την Ουκρανία. Πρόκειται για έναν μοχλό πίεσης που μπορεί να ασκηθεί στους «28», των οποίων η εξάρτηση κυμαίνεται από 100% για τις χώρες της Βαλτικής ως περίπου 15% για τη Γαλλία.
Οσο για την Ουκρανία, εισάγει το 60% του αερίου της από τη Ρωσία παρά το δικό της κρατικό απόθεμα. Η χώρα διαθέτει μια απαρχαιωμένη βιομηχανία η οποία καταναλώνει πάρα πολύ φυσικό αέριο και ορισμένοι τομείς, όπως η ουκρανική μεταλλουργία, εξαρτώνται αποκλειστικά από αυτό.
Το 1997 το Κίεβο και η Μόσχα υπέγραψαν συμφωνία που επέτρεπε στη Ρωσία να νοικιάσει άνω του 80% των εγκαταστάσεων του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας στη Σεβαστούπολη επί 20 χρόνια με ετήσιο ενοίκιο 8 εκατ. δολάρια. Το 2010, επί προεδρίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, η μίσθωση παρατάθηκε για άλλα 25 χρόνια, ως το 2042. Ως αντάλλαγμα, η Μόσχα δεσμεύθηκε να πουλάει αέριο στην Ουκρανία με προνομιακή τιμή, ήτοι με σημαντική έκπτωση 30%.
Αλλά μετά την αποχώρηση του Γιανουκόβιτς και την έλευση της νέας κυβέρνησης, η οποία διάκειται ευμενώς προς την ΕΕ, η Μόσχα μεταχειρίζεται –άλλη μία φορά –το τιμολόγιο του φυσικού αερίου, το οποίο αποτελεί αντικείμενο νέας συμφωνίας κάθε τρίμηνο, προκειμένου να πιέσει το Κίεβο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Μόσχα πιέζει το Κίεβο με μοχλό τα αποθέματά της σε γκάζι. Τα τελευταία χρόνια δύο μεγάλες κρίσεις προκάλεσαν προβλήματα στην τροφοδοσία:
Την 1η Ιανουαρίου 2006 η Gazprom έκλεισε τις βάνες του αερίου με προορισμό την Ουκρανία, καθώς αυτή είχε αρνηθεί να πληρώσει τη μεγάλη αύξηση της τιμής που απαιτούσε η Ρωσία. Η Μόσχα κατηγόρησε επίσης το Κίεβο ότι προμηθευόταν περισσότερο αέριο απ’ όσο χρειαζόταν και ότι πουλούσε το πλεόνασμα σε υψηλότερη τιμή στην ΕΕ. Τρεις ημέρες αργότερα οι δύο πλευρές ήλθαν σε συμβιβασμό για την αύξηση της τιμής και το «κλεμμένο» αέριο θεωρήθηκε αίφνης νομίμως αποκτηθέν. Στις ημέρες που διήρκεσε η σύγκρουση οι ευρωπαϊκές χώρες παρατήρησαν σημαντικές μειώσεις στον όγκο του αερίου, χωρίς όμως να διακοπεί η τροφοδοσία.
Την 1η Ιανουαρίου 2009 η Gazprom διέκοψε εκ νέου το αέριο προς την Ουκρανία για δύο λόγους: περισσότερα από 2 δισ. δολάρια για παραδοθέν αέριο παρέμεναν απλήρωτα το 2008 και διαφωνία για τις τιμές του 2009. Δεκαπέντε ημέρες αργότερα επιτεύχθηκε συμβιβασμός σύμφωνα με τον οποίο η Ουκρανία δεσμεύθηκε να αγοράζει το ρωσικό αέριο σε «ευρωπαϊκές» τιμές με έκπτωση 20% για το 2009. Τότε επηρεάστηκαν όλα τα μέλη της ΕΕ –καθώς άνω του 90% του ρωσικού αερίου που εισήγαγαν περνούσε μέσω Ουκρανίας –και ακόμη περισσότερο η Σερβία, η Βοσνία, η Σλοβακία και η Μολδαβία.
Η Γαλλία γλίτωσε, διότι το απόθεμά της τότε ισοδυναμούσε με περισσότερες από 80 ημέρες μέσης κατανάλωσης. Εκτοτε έχουν δει το φως και άλλοι αγωγοί μεταφοράς αερίου προς την Ευρώπη, οι οποίοι όμως παρακάμπτουν την Ουκρανία, όπως ο North Stream, ενώ άλλοι είναι υπό κατασκευή, όπως ο South Stream. Αλλά πηγή τους παραμένει πάντοτε η Ρωσία. Απομένει να δούμε αν η ΕΕ θα πάρει το ρίσκο να θέσει σε κίνδυνο την τροφοδοσία της με ρωσικό αέριο ερχόμενη αντιμέτωπη με τη Μόσχα.
Δημοσιεύτηκε στο Helios Plus στις 5 Μαρτίου 2014
HeliosPlus



