Ονομα-συνώνυμο του μακιγιάζ στην Ελλάδα, ο Αχιλλέας Χαρίτος είναι πάνω απ’ όλα καλλιτέχνης, με υψηλή αισθητική και υψηλό γούστο. Γι’ αυτό και η συνεργασία του με το θέατρο δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη για κανέναν. Αλλωστε από εκεί ξεκίνησε. Και τώρα επιστρέφει, βάζοντας την υπογραφή του σε τρεις παραστάσεις.
Αισθητική είναι…
«The eye sees what the mind knows» ή καλύτερα «Τα μάτια βλέπoυν αυτό που ξέρει το μυαλό». Αυτή η φράση, που διάβασα να κοσμεί το σπίτι της Νταϊάν Κίτον σε ντοκυμαντέρ της τηλεόρασης, με εκφράζει. Ο καθένας έχει το γούστο του και καθορίζει την προσωπική του αισθητική. Πιστεύω ότι πρέπει να έχεις μια σπίθα μέσα σου για να μην περάσει η ζωή σου σαν μια αδιάφορη εικόνα. Οι πιο πολλοί όμως έχουν αυτή τη σπίθα, την καλλιεργούν και την εξελίσσουν. Αυτό είναι ένα παιχνίδι με μεγάλο ενδιαφέρον –αρκεί να έχεις και τη δυνατότητα.
Η σχέση μου με το θέατρο…
Είναι τόσο παλιά όσο και η δουλειά μου. Δεν είχα σκεφτεί να ασχοληθώ, γιατί μου άρεσε να το παρακολουθώ ως θεατής. Μου έτυχε όμως η εξαιρετική τύχη να κάνω την πρώτη μου δουλειά στο έργο «Συμφορά απ΄το πολύ μυαλό», που ανέβασε ο Λευτέρης Βογιατζής. Ηταν μια δουλειά που χρειάστηκε ενάμιση μήνα για να υλοποιηθεί. Με τη χαρά και τη φόρα που είχα τότε, με την ενέργεια για όλα όσα ανοίγονταν μπροστά μου, θυμάμαι ότι έφτιαχνα μακέτες, έκανα πρόβες… Ηταν η πρώτη μου δουλειά στο θέατρο κι ήταν τόσο οργανωμένη και αποτελεσματική.
Ο τρόπος δουλειάς…
Που έμαθα με τον Βογιατζή ήταν δύσκολο να ισχύσει γενικότερα. Κανένας δεν υπήρχε να πιάσει το κομμάτι του μακιγιάζ με μακέτες και πρόβες. Ολο αυτό με γέμισε τόσο πολύ και μου έδωσε τέτοια ώθηση που θέλησα να το εξελίξω και να το απλώσω όσο περισσότερο μπορούσα. Η θεατρική νοοτροπία έχει ένα μεγάλο αβαντάζ: είναι μια δουλειά που την ξεκινάς με παρέα, την εξελίσσεις μαζί και φθάνεις στην πρεμιέρα πάλι μαζί. Δεν τελειώνει τόσο γρήγορα.
Βρέθηκα στη Βιέννη…
Με μια θεατρική ομάδα, μετά τη «Συμφορά». Εκανα τη «Στέλλα» του Γκαίτε, τη «Λούλου» του Βέντεκιντ, τον «Βόιτσεκ» του Μπύχνερ… Και όλα αυτά τα ανεβάσματα ήταν συνήθως σε μη θεατρικούς χώρους. Η «Λούλου» είχε ανέβει σε ένα καφενείο. Ο χώρος ήταν στρογγυλός, η Λούλου συμβόλιζε τον ήλιο, οι εραστές της ήταν οι πλανήτες και όλο το καφενείο ήταν ντυμένο με μοβ ύφασμα με αστέρια. Οι θεατές ήταν κομμάτι του σκηνικού. Ολη δε η μουσική του έργου ήταν από τα στόματα των ηθοποιών –έβγαζαν ήχους. Για μια πενταετία πηγαινοερχόμουν και έκανα καμιά δεκαριά έργα.
Οταν άνοιξε το Αμόρε…
Συνεργάστηκα με τον Γιάννη Χουβαρδά. Εκανα ίσως και 40 έργα εκεί. Στη συνέχεια δούλεψα με τον Μαρμαρινό –μόλις ξεκίνησε το Ιλίσια Studio –και έκανα μαζί του σχεδόν όλες τις παραστάσεις. Μετά όμως, όταν το θέατρο απλώθηκε και οι ομάδες διαλύθηκαν, διαλύθηκε και η δική μου κατάσταση. Ακολούθησε ένα μεγάλο κενό για εμένα, δούλευα σποραδικά.
Το μακιγιάζ…
Στο θέατρο, χωρίς να είναι διαφορετικό, ζητάει και άλλα πράγματα. Και εκεί είναι το ενδιαφέρον για εμένα. Χρειάζονται κάποιες γνώσεις ιστορικές, αλλά κυρίως παίζει ρόλο το τι αποπνέει ο ηθοποιός, η άποψη του σκηνοθέτη και ο φωτισμός. Με όλες αυτές τις προσλαμβάνουσες αρχίζει το δημιουργικό κομμάτι. Δεν προσχεδιάζω, λειτουργώ αυτοσχεδιαστικά. Βάσει συναισθήματος –ακόμη και αρνητικού. Αν μου αρέσει και το έργο, είναι η απόλυτη δημιουργία και χαρά. Αλλά ακόμη και αν το έργο δεν με ενδιαφέρει, με νοιάζει να βρω τα στοιχεία εκείνα που θα κάνουν τη διαφορά και θα βοηθήσουν τη σκηνοθεσία και τους ηθοποιούς. Λέω δυο κουβέντες με τον σκηνοθέτη, βλέπω λίγο πρόβα, αλλά κυρίως χρειάζεται να δουλέψω με τους ηθοποιούς. Με ενδιαφέρει να καταλάβω πώς βλέπει τον ρόλο ο ίδιος ο ηθοποιός –και εκεί μπορώ να τον βοηθήσω.
Συνεργάζομαι…
Για πολλούς λόγους σε μια παράσταση. Αλλοτε είναι ο στόχος, άλλοτε η στιγμή, άλλοτε η εικόνα. Επειδή συμμετέχω ερασιτεχνικά και φιλικά τραβάω και τις φωτογραφίες –κάποιες φορές γίνονται και οι φωτογραφίες της παράστασης. Το σημαντικό είναι ότι έχω την απόλυτη ελευθερία της επιλογής. Αυτή είναι η χαρά του ερασιτεχνισμού και της προσφοράς, γιατί δεν σου λέει κανένας τι να κάνεις, δεν έχεις περιορισμούς.
Στην Επίδαυρο…
Ο,τι κι αν έκανα εκεί, συνειδητοποιούσα ότι δεν έφθανε ως το άνω διάζωμα. Εψαχνα να βρω λύσεις, έναν τρόπο να φαίνονται τα πρόσωπα των ηθοποιών. Δεν είχε νόημα να μεγαλώνω το μακιγιάζ. Το μυστικό για να φαίνεται είναι η λάμψη. Χρησιμοποίησα λοιπόν γυαλιστερές πέρλες. Μέσα από τις τεχνικές βρίσκεις λύσεις.
Ονειρεύομαι…
Να έχω τη γενικότερη ευθύνη στην όψη της παράστασης –το σκηνικό, τα κοστούμια, το μακιγιάζ. Είναι μια δουλειά που δεν υπάρχει, την έχω εφεύρει ο ίδιος. Γιατί καμιά φορά αυτό που κάνει ο ένας το αναιρεί ο άλλος –όχι επίτηδες.
Με επηρεάζει…
Η ζωγραφική. Πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο στη δουλειά μου. Ολα ξεκινούν από τη ζωγραφική.
Το μακιγιάζ είναι…
Τόσο εφήμερο, που αναιρείται με σαπούνι και νερό. Βρίσκω όμως πολύ ενδιαφέρον και θετικό το γεγονός ότι θα χαλάσει σύντομα. Γιατί ακολουθεί το καινούργιο. Αυτή είναι η μεγάλη μου δύναμη, η δική μου ισορροπία: το επόμενο.
πότε & πού:
«Η άλλη αίσθηση», του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, σε σκηνοθεσία Φρόσως Λύτρα. Ελληνικός Κόσμος – Κτίριο 56. «Καρακορούμ» του Ανδρέα Στάικου, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαΐτη. Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν. «La Follia» των Γιώργου Κουμεντάκη – Ισμας Τουλάτου. Η παράσταση θα δοθεί στις 13/4 στο θέατρο «Ολύμπια»
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



