Τις απευθείας αναθέσεις χωρίς διαγωνισμό σε ελληνικές και ξένες τράπεζες για το πρόγραμμα – μαμούθ των αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ. ευρώ στηλιτεύει ο Σύνδεσμος των Χρηματιστών επισημαίνοντας πως και αυτή η κυβέρνηση ακολουθεί λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος και αποκλείει από το ρόλο του συμβούλου εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και μέλη του ΣΜΕΧΑ που διαθέτουν πιστοποιημένα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στελέχη και 100% Έλληνες μετόχους.

Τα μέλη του ΣΜΕΧΑ σε καμία περίπτωση δεν είναι υποδεέστερα των οίκων του εξωτερικού ή των ελληνικών ή ξένων τραπεζών που προφανώς γνωρίζουν τα περί ασφάλειας καταθέσεων και χορηγήσεων, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως μόνο αυτές γνωρίζουν και τα περί αποτιμήσεων, συμβουλών, προτάσεων κ.ο.κ. επισημαίνει στην παρέμβασή του ο Σύνδεσμος των χρηματιστών.

Aναλυτικά η ανακοίνωση του ΣΜΕΧΑ έχει ως εξής:

Η Κυβέρνηση (συνεχίζοντας λανθασμένες πολιτικές του παρελθόντος) δεν δίνει τη δέουσα προσοχή στους κανόνες περί ελεύθερου και ισότιμου ανταγωνισμού της απόλυτης διαφάνειας, στο άνοιγμα όλων των κλειστών επαγγελμάτων και στη πιστή εφαρμογή της πολιτικής αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων. Χρησιμοποιεί εκ νέου τη μέθοδο της απευθείας ανάθεσης σε Τραπεζικούς συμβούλους. Αυτά λαμβάνουν χώρα σε μία περίοδο που το πολιτικό σύστημα δοκιμάζεται και οι πολίτες θεωρούν πως τίποτα δεν γίνεται στο φως και με διαφάνεια.

Για το πρόγραμμα-μαμούθ των αποκρατικοποιήσεων 50 δισ. ευρώ η Κυβέρνηση ανακοίνωσε χθες πως αναθέτει το ρόλο του συμβούλου –χωρίς διαγωνισμό- σε ελληνικές και ξένες τράπεζες αποκλείοντας για μία ακόμα φορά τις εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, τα μέλη του ΣΜΕΧΑ, που διαθέτουν πιστοποιημένα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στελέχη (ενώ είναι αμφίβολο, εάν οι απευθείας επιλεγέντες, διαθέτουν) και 100% Έλληνες μετόχους.

Ο ΣΜΕΧΑ έχει καταγγείλει στο παρελθόν τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι μετοχοποιήσεις των υπό κρατικό έλεγχο εταιρειών, οι οποίες κατά την άποψή μας προκαλούν σοβαρές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και όχι μόνο. Ειδικότερη μνεία έχει γίνει στην αυθαίρετη επιλογή των συντονιστών-αναδόχων και αναδόχων κατά τη διαδικασία αποκρατικοποιήσεων μέσω μετοχοποιήσεων, καθώς και στον αποκλεισμό των Ελληνικών ΑΧΕΠΕΥ από το να διαθέτουν μετοχές των προς μετοχοποίηση εταιριών στους ξένους πελάτες τους.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επιβεβαιώσει τα όσα υποστηρίζει ο ΣΜΕΧΑ περί εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού σε περίπτωση πώλησης μετοχών του Δημοσίου και ειδικότερα των αρχών της διαφάνειας, του μη αποκλεισμού και της αποφυγής των διακρίσεων. Η εφαρμογή των αρχών αυτών επιβάλλεται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας συμπεριλαμβάνοντας και την επιλογή των συμβούλων «αποτίμησης» των συμμετοχών.

Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πρόσφατα αποδεχθεί εμμέσως τις ενστάσεις του ΣΜΕΧΑ περί συγκρούσεως συμφερόντων των υποψηφίων, αφού –κατά την Ε.Ε.- οι υποψήφιες επενδυτικές τράπεζες δεν θα αποτιμήσουν τις συμμετοχές του Δημοσίου αλλά θα πρέπει να περιοριστούν σε συμβουλές στρατηγικού χαρακτήρα χωρίς πρόσβαση σε εμπορικά και επιχειρηματικά μυστικά των κρατικών ιδρυμάτων.

Τα παραπάνω είχαν γίνει γνωστά και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού με επιστολή που είχε αποστείλει ο ΣΜΕΧΑ στις 24 Αυγούστου 2010 και είχε κοινοποιήσει στους αρμόδιους υπουργούς αλλά και στον ίδιο τον Πρωθυπουργό, με αφορμή την επιλογή συμβούλων για την αποτίμηση συμμετοχών του Δημοσίου λόγω της πρότασης που είχε καταθέσει η Τράπεζα Πειραιώς για την εξαγορά της ATE Bank και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.

Τα μέλη του ΣΜΕΧΑ σε καμία περίπτωση δεν είναι υποδεέστερα των οίκων του εξωτερικού ή των ελληνικών ή ξένων τραπεζών που προφανώς γνωρίζουν τα περί ασφάλειας καταθέσεων και χορηγήσεων, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως μόνο αυτές γνωρίζουν και τα περί αποτιμήσεων, συμβουλών, προτάσεων κ.ο.κ.

Οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα ανεξάρτητα μέλη του ΣΜΕΧΑ στους πελάτες τους είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας, ισάξιας και σε πολλές περιπτώσεις καλύτερης ποιοτικά και των ξένων οίκων, ενώ πληρώνουν φόρους (45% επί των κερδών) και ασφαλιστικές εισφορές (44% επί των μισθών) στην Ελλάδα (που μειώνει το Ελληνικό δημοσιονομικό έλλειμμα και χρέος) σε αντίθεση με τους ξένους οίκους που δεν αφήνουν τίποτα αντισταθμιστικό στη χώρα. Ωστόσο, κάποιοι προσπαθούν χρόνια τώρα να μειώσουν το έργο των ελληνικών, ιδιωτικών, χρηματιστηριακών εταιρειών για να εξυπηρετήσουν προφανώς ξένα συμφέροντα. Στο παρελθόν κατάφεραν να τις αποκλείσουν από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και την πώληση μετοχών σε ξένους πελάτες τους.

Επί πλέον διαπιστώνεται ότι η αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων «δεν αφορά» τα μεγαλοστελέχη Τραπεζών με ευθύνη της τραπεζικής εποπτείας και της Κυβέρνησης, ενώ συνεχώς αποφεύγεται με τεχνικούς τρόπους το άνοιγμα του κλειστού, στους πολλούς εκτός των μεγάλων τραπεζών, χρηματοπιστωτικού χώρου που δεν έχει σχέση με κλασικές χρηματοπιστωτικές εργασίες όπως η διαχείριση Αμοιβαίων Κεφαλαίων και συνταξιοδοτικών ταμείων (τη στιγμή που υπάρχει θεματοφύλακας Τράπεζα), οι συμβουλευτικές υπηρεσίες, οι συναλλαγές σε ομόλογα, κ.τ.λ.

Πεποίθησή μας είναι πως αν θέλουμε να γυρίσουμε σελίδα ως χώρα και να μην αντιμετωπίσουμε ξανά τα ίδια προβλήματα, οι αλλαγές πρέπει να είναι ριζικές. Και δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο στις προτεινόμενες από την Τρόικα αλλαγές. Οφείλουμε να κάνουμε περισσότερα αν θέλουμε να δημιουργήσουμε μία κοινωνία με απόλυτη διαφάνεια όπου όλοι θα έχουν το ίδιο σημείο αφετηρίας και θα τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. Οι νόμοι που περιορίζουν τον ανταγωνισμό και τη διαφάνεια πρέπει να αλλάξουν.

Ένας από αυτούς είναι και ο νόμος περί αποκρατικοποιήσεων, όπου γίνεται από τις εκάστοτε Κυβερνήσεις αυθαίρετη επιλογή χωρίς διαγωνισμό και ανοικτές διαδικασίες των συντονιστών-αναδόχων και των αναδόχων, όπως και των πωλητών των μετοχών. Η ευκαιρία μας είναι τώρα. Θα την «αρπάξουμε» ή θα μείνουμε στα ίδια και θα συνεχίσουν οι «φίλοι», οι «συντεχνίες», τα «δικά μας παιδιά» να διατηρούν τα κεκτημένα τους εις βάρος ολόκληρης της κοινωνίας;