Ο Καζαντζάκης έχει το μοναδικό προνόμιο όχι μόνο να διαθέτει πολλές βιογραφίες, αλλά αρκετές από αυτές να είναι γραμμένες από γυναίκες-συγγραφείς που σχετίζονται στενότερα ή ευρύτερα μαζί του. Εδώ θα μας απασχολήσει η συγκριτική εξέταση τεσσάρων βιογραφιών με τη χρονολογική σειρά που εμφανίστηκαν.


Ζώντος ακόμη του Καζαντζάκη η πρώτη του σύζυγος η Γαλάτεια Καζαντζάκη, γράφει ένα μυθιστόρημα με τον τίτλο Ανθρωποι και Υπεράνθρωποι (1957), στο οποίο μυθοποιεί μεν επιλεκτικά την κοινή τους ζωή, στην ουσία όμως κρίνει το έργο του ως εγκεφαλικό και ανεπαρκές. Ακολουθεί η κρητικής καταγωγής Λιλή Ζωγράφου – στη σχεδόν παρθενική εμφάνισή της στα γράμματα – με τη βιογραφία Νίκος Καζαντζάκης. Ενας τραγικός (1960 [1959]), μια βιοπαθογραφία του Καζαντζάκη με φροϋδικές καταβολές. Η Ζωγράφου είναι η μόνη που δεν γνώρισε προσωπικά τον Καζαντζάκη. Η βιογραφία της, που είναι απόρροια διαισθητικής προσέγγισης του προσώπου, όπως προκύπτει από τα γραπτά του, είναι η πιο συνεκτική αφήγηση της ζωής του Καζαντζάκη, ακριβώς επειδή ερμηνεύει τον βίο του θεωρώντας δεδομένη την προϋπόθεση ότι βάση της ζωής και της γραφής του Καζαντζάκη είναι το ψυχικό τραύμα που του προκάλεσε ο φόβος του πατέρα.


Επεται η Ελλη Αλεξίου (αδελφή της Γαλάτειας) Για να γίνει μεγάλος. Βιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη (1966), μια μικτή βιογραφία γραμμένη μετά τον θάνατο του Νίκου (1957) και της Γαλάτειας (1962), στην οποία κυριαρχεί το στοιχείο της αυτοψίας: η βιογράφος αφηγείται από την προοπτική του «μέσου ανθρώπου» ορισμένα περιστατικά και χαρακτηριστικά ανέκδοτα από τα χρόνια που έζησε μαζί με τον Καζαντζάκη στα οποία διαφαίνεται η αμφίθυμη σχέση της (δυσαρέσκεια και θαυμασμός) με τον γοητευτικό άντρα της αδελφής της.


Τελευταία η βιογραφία της Ελένης Καζαντζάκη, της δεύτερης συζύγου του Καζαντζάκη, γραμμένη και εκδεδομένη γαλλικά (1968) και αργότερα μεταφρασμένη στα ελληνικά με τον τίτλο Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ασυμβίβαστος. Βιογραφία βασισμένη σε ανέκδοτα γράμματα και κείμενά του (1977). Πρόκειται για μια βιογραφία που φιλοδοξεί να δώσει την επίσημη «εγκεκριμένη» ζωή του συγγραφέα. Ανήκει στον τύπο «Life and Letters» και αποτελείται από επιλογή επιστολών του Καζαντζάκη πρωτίστως προς την ίδια και δευτερευόντως σε μερικούς άλλους αποδέκτες, με πολλές και καίριες περικοπές.


* Ο διάλογος των βιογράφων


Και οι τέσσερις βιογραφίες έχουν κάνει περισσότερες της μιας εκδόσεις, της Ελένης μάλιστα έχει μεταφραστεί σε αρκετές ξένες γλώσσες. Οι τρεις πρώτες βιογραφίες θεωρήθηκαν από την κριτική από αρνητικές μέχρι λίβελλοι, ενώ το βιβλίο της Ελένης ως «αγιογραφία»· επαινέθηκε, πάντως, για τη δημοσιοποίηση ανέκδοτου υλικού.


Μεταξύ τους οι τέσσερις βιογράφοι βρίσκονται σε ανοικτό διάλογο, με τις μεταγενέστερες βιογραφίες να απαντούν ονομαστικά ή συγκεκαλυμμένα σε ισχυρισμούς των προηγούμενων ή να συμπληρώνουν κενά σε σημείο που, ενδεχομένως, αλλάζουν την εικόνα του βιογραφούμενου. Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση «διαλόγου» ιχνηλατείται μεταξύ του βιβλίου της Ζωγράφου και των βιβλίων της Γαλάτειας και της Ελένης που προηγήθηκαν και ακολούθησαν αντίστοιχα τη δική της βιογραφία. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της στο σημείωμα της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου της η Ζωγράφου καταξιώνεται ως βιογράφος, διότι εκ των υστέρων έχει την απόλυτη επιδοκιμασία δύο ανθρώπων που γνώριζαν καλά τον Καζαντζάκη, του Γεωργίου Παπανδρέου και της Γαλάτειας. Στην πραγματικότητα θεωρώ ότι το βιβλίο της αποτελεί ανάπτυξη των απόψεων της Γαλάτειας, όπως αυτές διατυπώθηκαν τόσο στο Ανθρωποι και Υπεράνθρωποι, όσο και (συνοπτικά και αδρά) σε επιστολή της (δημοσιευμένη τώρα, εκτός κειμένου, στο βιβλίο της Ελλης) με πληροφορίες για τον Καζαντζάκη.


Η αφιέρωση, εξάλλου, του βιβλίου της Λιλής Ζωγράφου «Στην κόρη μου και σ’ όλους τους νέους της γενιάς της», που έχει το νόημα ότι η παρουσίαση του Καζαντζάκη και του μηδενισμού του πρέπει να λειτουργήσει αρνητικά προς τους νέους που ζητούν θετικά «σύμβολα για να στηρίξουν την πίστη τους», διαλέγεται με την αφιέρωση της Ελένης: «Είθε η ζωή κι ο θάνατος του Νίκου Καζαντζάκη να βοηθήσει τους νέους ν’ ακολουθήσουν τ’ αχνάρια της ελπίδας τους και πέρα από την απελπισία», στην οποία επαινείται ο ηρωικός πεσσιμισμός.


* Παρακάμπτοντας τον άνθρωπο


Μολονότι η καθεμιά ξεκινά από διαφορετικό βιογραφικό μοντέλο, ουσιαστικά όλες αντιμετωπίζουν τον Καζαντζάκη με τον ίδιο περίπου τρόπο. Δηλαδή οι βιογράφοι-συγγενείς όλως παραδόξως μειώνουν αισθητά τον εαυτό τους στο επίπεδο της ζωής (η Γαλάτεια αποσιωπά τη συγγραφική της ιδιότητα, η Ελένη εμφανίζεται ως αποδέκτης επιστολών, η Ελλη υιοθετεί εν πολλοίς την προοπτική του μέσου ανθρώπου, ενίοτε και του naif, απέναντι στον μεγάλο), αλλά ασκούν την εξουσία τους στο επίπεδο της βιο-γραφίας με τον τρόπο που επιλέγουν και παρουσιάζουν το υλικό τους η καθεμιά βάσει της δικής της συγγραφικής πρακτικής. Πραγματεύονται το λογοτεχνικό πρόσωπο του Καζαντζάκη παρά τον Καζαντζάκη άνθρωπο. Ο Καζαντζάκης τον οποίο αναπαριστούν (Υπεράνθρωπος, Τραγικός, Μεγάλος, Ασυμβίβαστος) είναι μια διακειμενική κατασκευή που στηρίζεται στο ειδολογικό μοντέλο που ακολουθεί η κάθε βιογράφος και, κυρίως, στην ιδεολογική ανάγνωση ή στην κριτική παρουσίαση του συνδυασμού των στερεοτύπων κυρίως του ήρωα και του αγίου, όπως αναδύονται από όλο το φάσμα του καζαντζακικού έργου.


Ετσι ο «Υπεράνθρωπος» της Γαλάτειας αντικατοπτρίζει τη δεξίωση αλλά και την κριτική επεξεργασία (αφομοιωτική ή/και απορριπτική) του νιτσεϊκού υπερανθρώπου από την αριστερή κριτική. Ο «Τραγικός» της Λιλής Ζωγράφου αφομοιώνει έναν κοινό τόπο της Μοντέρνας Βιογραφίας (όπως φαίνεται συγκεκριμένα στον Χάινριχ Κλάιστ του Στέφαν Τσβάιχ), σύμφωνα με τον οποίο ο διακεκριμένος βιογραφούμενος είναι έρμαιο ενός δυϊσμού μεταξύ αντιμαχόμενων δυνάμεων. Ο «Μεγάλος» της Ελλης Αλεξίου ακροβατεί ανάμεσα στον προορισμό (prédestiné για την δόξα) και στη μορφή του καρλαϋλικού ήρωα ως ποιητή που καθορίζεται από την (έστω ανέλπιδη) λαχτάρα του να διεκδικήσει την ελευθερία του έναντι της ανάγκης, να υπερβεί τα ανθρώπινα όρια και να κερδίσει την παντοδυναμία. Τέλος, ο «Ασυμβίβαστος» που έλκει, όπως υπονοεί το μόττο του βιβλίου, την καταγωγή του από την Φιλία του Πρίγκιπα του Σαιντ Τζων Περς, μορφοποιεί τον Καζαντζάκη ως πρίγκιπα-ποιητή με τη δύναμη του πνεύματος και την αριστοκρατία της καρδιάς που αντιπροσωπεύει την ατομικιστική κουλτούρα του Εαυτού. Στην περίπτωση της Ελένης σημασία έχει όχι μόνον ο βιογραφούμενος Καζαντζάκης, αλλά και η ίδια που ως «έμπιστος» του πρίγκιπα-ποιητή κατορθώνει με τη βιογραφία της να γίνει μέρος όχι τόσο της ζωής, όσο της γραπτής εικόνας, δηλαδή του έργου του Καζαντζάκη, το οποίο φρόντισε έκτοτε ως εκδότης με «μητρική στοργή».


Η κυρία Γεωργία Φαρίνου-Μαλαματάρη είναι καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.