Ο Ζακ-Υβ Κουστό
γεννήθηκε στις 11 Ιουνίου του 1910 στο Σαν Αντρέ ντε Κουμπζάκ, κοντά στο Μπορντό της Νότιας Γαλλίας. Το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο νεαρός Ζακ είναι βέβαιο ότι δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη μετέπειτα πορεία του. Ο πατέρας του Ντανιέλ εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος ενός αμερικανού κροίσου ο οποίος είχε πάθος με τα ταξίδια και έτσι ο Κουστό έζησε τα παιδικά του χρόνια ταξιδεύοντας διαρκώς. Εμαθε κολύμπι σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών, κάτι που για την εποχή δεν ήταν σύνηθες. «Λάτρευα να αγγίζω το νερό. Και ως στοιχείο της φύσης και ως συναίσθημα η θάλασσα πάντα με ενθουσίαζε» θα γράψει ο ίδιος αργότερα. Προτού καν συμπληρώσει τα 20 του χρόνια εισήχθη στη Ναυτική Ακαδημία της Βρέστης. Στο πρώτο του κιόλας εκπαιδευτικό ταξίδι πήρε μαζί την κινηματογραφική μηχανή του και κατέγραψε εξωτικές σκηνές και κυρίως τους αλιείς μαργαριταριών στη Νότια Θάλασσα.


Τα περίεργα γυαλιά που φορούσαν οι αλιείς μαργαριταριών ενέπνευσαν τον Κουστό να κατασκευάσει την πρώτη μάσκα καταδύσεων το 1936. Λίγους μήνες αργότερα γνωρίζει τη Σιμόν Μελχιόρ, την οποία παντρεύεται το 1937. Με τη βοήθεια της μάσκας ο Κουστό έκανε συνεχείς καταδύσεις και εξερευνήσεις. Καθώς όμως ήθελε να παραμένει όσο το δυνατόν περισσότερο κάτω από το νερό, καταπιάστηκε με την κατασκευή μιας στολής που θα διατηρούσε ζεστό το σώμα του δύτη αλλά και μιας συσκευής παροχής οξυγόνου. Ταυτόχρονα έφτιαξε μια αδιάβροχη θήκη για την κάμερα, ώστε να μπορεί να κινηματογραφεί όσα έβλεπε. Με τη βοήθεια του έμπειρου μηχανικού Εμίλ Γκανιάν το 1943 κατάφερε να φτιάξει την ολοκληρωμένη στολή του δύτη.


Ο Κουστό έπεισε τις στρατιωτικές και πολιτικές αρχές της Γαλλίας να δημιουργήσουν μια υποβρύχια ερευνητική ομάδα. Το 1950 ιδρύθηκε η Γαλλική Ωκεανογραφική Υπηρεσία και δύο χρόνια αργότερα το Κέντρο Εξελιγμένων Θαλάσσιων Ερευνών. Ο Κουστό παράλληλα είχε ξεκινήσει το γύρισμα των πρώτων του ντοκυμαντέρ τα οποία και βραβεύτηκαν στο Φεστιβάλ των Καννών. Τότε αγόρασε ένα παλιό ναρκαλιευτικό σκάφος το οποίο μετέτρεψε σε εξερευνητικό και το ονόμασε «Καλυψώ». Σαν άλλος Οδυσσέας ξεκίνησε μαζί με τη δική του πλωτή νύμφη για να εξερευνήσει τον «Σιωπηλό Κόσμο», όπως ονόμασε τον βυθό της θάλασσας. (Ενας χαρακτηρισμός που έγινε τίτλος του βιβλίου που έγραψε το 1953, το οποίο πούλησε 5 εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκε σε 22 γλώσσες.) Το 1955 ο Κουστό ξεκίνησε ένα ταξίδι 13.800 μιλίων για να καταγράψει στο κινηματογραφικό φιλμ όλα όσα περιέγραφε στις σελίδες του βιβλίου. (Ενας από τους βοηθούς κινηματογραφιστές ήταν ο νεαρός τότε Λουί Μαλ.) Ετσι άρχισε μια απίστευτη διαδρομή που οδήγησε τον Κουστό στα βάθη όλων των θαλασσών του πλανήτη, στη δημιουργία εκατοντάδων ντοκυμαντέρ και ταινιών που κέρδισαν πολλά βραβεία (ανάμεσά τους δέκα Εμι και ένα Οσκαρ). Ηταν ο πρώτος που ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με καρχαρίες και φάλαινες, εξερεύνησε αμέτρητα ναυάγια, ενώ προσπάθησε να δώσει απαντήσεις σε διαφόρους θρύλους όπως αυτόν της Ατλαντίδας. Γι’ αυτόν τον σκοπό επισκέφθηκε μάλιστα αρκετές φορές τα δικά μας νερά, ερευνώντας από το 1955 ως το 1976 διάφορες περιοχές ανάμεσα στη Σαντορίνη και στην Κρήτη. Σε δηλώσεις του τον Νοέμβριο του 1976 ο Κουστό απέκλεισε την ύπαρξη της Ατλαντίδας στη συγκεκριμένη περιοχή, κάτι που υποστήριζαν πολλοί.


Τα τελευταία 17 χρόνια της πολυτάραχης ζωής του ο Κουστό αντιμετώπισε πολλά προβλήματα, με κορυφαίο όλων τον θάνατο του γιου του, Φιλίπ, τον οποίο προόριζε για διάδοχό του. Ετσι υποχρεώθηκε να συνεργαστεί με τον μεγαλύτερο γιο του, Ζαν Μισέλ, με τον οποίο όμως είχαν πολύ κακές σχέσεις. Το 1990 η Σιμόν Μελχιόρ, η οποία τον ακολουθούσε σε όλες του τις περιπέτειες, πέθανε. Ο Κουστό, σε ηλικία 79 ετών, παντρεύτηκε τη Φρανσίτ Τριπλέ, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Οι συνεχείς τριβές με τον Ζαν Μισέλ οδήγησαν τον τελευταίο να αποχωρήσει από το Ιδρυμα Κουστό το 1992. Το τελικό χτύπημα για τον ηλικιωμένο αλλά πάντοτε μαχόμενο εξερευνητή ήρθε το 1996, όταν το θρυλικό «Καλυψώ» προσάραξε σε ύφαλο στο λιμάνι της Σινγκαπούρης με αποτέλεσμα να βυθισθεί. Ο Ζακ-Υβ Κουστό έκλεισε τελικά τα μάτια του στο σπίτι του στο Παρίσι στις 25 Ιουνίου 1996. Ηταν μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας και της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ.