Γιατί πιστεύετε ότι υπήρξατε στόχος των προσώπων που καταγγέλλετε, και ειδικά του κ. Παπαγγελόπουλου;
«Πιστεύω ότι υπήρχαν τρεις λόγοι. Ο πρώτος ήταν ξεκάθαρα πολιτικός. Ο δικηγόρος μου αλλά και φίλος μου, Σταύρος Παπασταύρου, ήταν στέλεχος της ΝΔ και διαπραγματευτής της κυβέρνησης Σαμάρα με τους Ευρωπαίους. Ο Σταύρος, λοιπόν, έγινε σημαία και σποτάκι από τον ΣΥΡΙΖΑ, εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015, με τις κατηγορίες για εγκληματική οργάνωση και «μαύρο πολιτικό χρήμα» που είχαν κατασκευάσει οι συνεργάτες του Δ. Παπαγγελόπουλου, δηλαδή ο Φιλιππάκης και ο Τάρκας. Ετσι, ο Δ. Παπαγγελόπουλος, προσφέροντας τον Σταύρο ως «δώρο» στην προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ, πήρε την άδεια λειτουργίας του «μαγαζιού» τους, κατά τα λεγόμενα του Ν. Παππά, για να μπορούν να εκβιάσουν εμένα και τον Αγγελο Μεταξά, που εξαιτίας της οικονομικής μας επιφάνειας, πίστεψαν ότι θα ήμασταν μια καλή «δουλειά». Αρα, το οικονομικό όφελος ήταν ο δεύτερος ξεκάθαρος λόγος. Ο τρίτος λόγος, για να μην κρυβόμαστε, είναι το γεγονός ότι είμαι Ελληνας Εβραίος και Ισραηλινός. Ηταν πολύ «πιασάρικο», τότε, τα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα, να παρουσιάζεις έναν Εβραίο και Ισραηλινό ως αποδιοπομπαίο τράγο της φοροδιαφυγής, ως αυτόν που οργάνωνε και βοηθούσε τους φοροφυγάδες. Ολοι – θεωρώ – καταλαβαίνουν τους ρατσιστικούς συνειρμούς. Αλλωστε, έχω μιλήσει, ανοιχτά και επανειλημμένα, για την ηγετική θέση που είχε ο Γιάννης Φιλιππάκης στα νεανικά του χρόνια σε νεοναζιστική οργάνωση. Θεωρήθηκα λοιπόν σαν ο τέλειος στόχος».