Για τον Γιάννη Ψειμάδα μπορεί εύκολα να πει κανείς ότι είναι ένας άνθρωπος που ζει και αναπνέει μέσα από τη μουσική. Εμπειρος πολυοργανίστας μουσικός, τραγουδιστής και μουσικός αφηγητής, παίζει αρχαία λύρα, κιθάρα, σαξόφωνο, πλήκτρα, κρουστά, πνευστά, υπήρξε συνθέτης των τελετών Αφής και Παράδοσης της Ολυμπιακής Φλόγας, είναι επαγγελματίας μουσικός, τραγουδιστής και συνθέτης μουσικής για το θέατρο… Εφτιαξε το πρώτο του μουσικό γκρουπ όταν ήταν ακόμη μαθητής στο Αγρίνιο. Και από τότε η πορεία του στο «σύμπαν» της μουσικής δεν σταμάτησε ποτέ.

Τι σε ενέπνευσε να ασχοληθείς με τη μουσική;

«Η μουσική άρχισε να με τσιγκλάει από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι σε ένα πανηγύρι στο χωριό είδα έναν Τσιγγάνο να παίζει μια κόκκινη ηλεκτρική κιθάρα κι έμεινα να τον κοιτάω και να προσπαθώ να καταλάβω πώς βγαίνει αυτός ο ήχος από το αντικείμενο που κρατούσε στην αγκαλιά του. Μετά, όταν ο πατέρας μου με πήγε στους πάγκους με τα παιχνίδια, επέμενα να μου αγοράσει μια μικρή πλαστική κιθαρίτσα, αδιαφορώντας για ένα σωρό παιχνίδια τα οποία βρίσκονταν τριγύρω. Θυμάμαι την κρατούσα και πήγαινα όπου έβλεπα παρέα και τη γρατζουνούσα μπροστά τους με ύφος φτασμένου μουσικού! Αρκετά χρόνια αργότερα, κάποια στιγμή που δούλευα στο χωράφι μέσα στην κάψα του καλοκαιρού με τους γονείς μου, είπα αποφασισμένος στον πατέρα μου ότι θέλω να μου αγοράσει μια αληθινή κιθάρα».

Ηταν οι συνθήκες εύκολες για ένα παιδί της επαρχίας να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική εκείνα τα χρόνια και τι έχει αλλάξει σήμερα;

«Εκείνη την εποχή στην επαρχία το να ασχολείσαι με τη μουσική ήταν ταμπού. Θα καταντούσες μουσικάντης στα πανηγύρια ή περιπλανώμενος, κατά την κοινή γνώμη. Ευτυχώς, όταν κυνηγάς το όνειρό σου και ταυτόχρονα και αυτό δεν σε αφήνει σε ησυχία, η κοινή γνώμη υποχωρεί. Εννοείται ότι στη σημερινή εποχή δεν ισχύουν τέτοιες προκαταλήψεις απέναντι στην τέχνη στην όποια μορφή της».

Αποτέλεσε η περιοχή του Αγρινίου και το χωριό μας έμπνευση για σένα;

«Ο τόπος που γεννήθηκα και μεγάλωσα έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ιδιοσυγκρασία μου ως ανθρώπου και καλλιτέχνη. Η λίμνη Τριχωνίδα, η μάνα του τόπου μου όπως τη λέω, οι ήχοι της, η ηρεμία και η ομορφιά που δίνει στον τόπο, η αγροτική δουλειά που από μικρός εγώ και όλα τα παιδιά κάναμε γιατί έτσι έπρεπε και ήταν ανάγκη. Η ζωή του χωριού και οι συντροφιές των ανθρώπων που είχαν άλλη ουσία πριν τα social. Επίσης το ραδιόφωνο που έφερε ο πατέρας μου και έπιανε σταθμούς από όλον τον κόσμο κι έτσι άκουγα παγκόσμιες μουσικές ειδικά τις νύχτες αγναντεύοντας τα φώτα από τα απέναντι χωριά και ονειρευόμουν μακρινές πολιτείες και άλλους κόσμους».

 

Πώς θα χαρακτήριζες το επίπεδο των μουσικών σπουδών στη χώρα μας ξεκινώντας από το σχολείο και πηγαίνοντας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;

«Οι μουσικές σπουδές έχουν φτάσει σε ένα αξιόλογο επίπεδο με καταρτισμένους καθηγητές. Μην ξεχνάμε όμως ότι η τέχνη θέλει έμπνευση και ανοιχτά μυαλά. Θα ήθελα ας πούμε ένας καθηγητής να βάλει στα παιδιά την ώρα του μαθήματος Pink Floyd, Beatles και να τους μιλήσει πάνω στο φαινόμενο αυτό. Ενα βαρύ ηπειρώτικο ή ακόμα κι ένα original «σκυλάδικο», π.χ., που έχει ένα ενδιαφέρον μελέτης για ποιον σκοπό γράφτηκε. Εχουμε τη μεγάλη παγίδα του Internet που χρησιμοποιεί και προβάλλει ό,τι είναι ευκολοχώνευτο και κακής ποιότητας. Ας ρίξουν οι καθηγητές έναν καλό σπόρο και όπου φυτρώσει. Εχουν μεγάλη δύναμη κι ας τους καθηλώνει το σύστημα στα τυπικά».

Πώς προέκυψαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες; Πώς ήταν η συνολική εμπειρία να φτιάχνεις μουσική για την τελετή Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας;

«Η ανάθεση για τη μουσική σύνθεση της τελετής Αφής Ολυμπιακής Φλόγας ήρθε ως «κεραυνός εν αιθρία», αλλά ήμουν έτοιμος τη στιγμή που ήρθε, γιατί είχα μελετήσει την αρχαία μας κληρονομιά. Το σύμπαν δούλεψε (όπως λέμε) γι’ αυτή τη συνεργασία με την Ολυμπιακή Επιτροπή και τη χορογράφο της Αφής, Αρτεμις Ιγνατίου, για αυτό το φωτεινό παγκόσμιο γεγονός που ξεκίνησε από την Ελλάδα και σταματούσε ακόμα και τους πολέμους, και το ευχαριστώ και το θεωρώ μέσα μου ότι θα γινόταν έτσι κι αλλιώς, καρμικό δηλαδή! Είχα να μπω από μαθητής στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Μπήκα μέσα στο Αρχαίο Στάδιο τη στιγμή της γενικής πρόβας και άκουσα τη μουσική μου από τα ηχεία να γεμίζει τον ιερό χώρο βλέποντας τις Ιέρειες να κάνουν τη χορογραφία πάνω στον λόφο του σταδίου. Φανταστείτε πώς ένιωσα! Τιμή και πληρότητα για τη μουσική μου πορεία!».

 

Εχουμε δει πως πολλές φορές χρησιμοποιείς μουσικά όργανα που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας. Πες μας δυο λόγια για τη μουσική των αρχαίων Ελλήνων. Τα όργανα είναι δικής σου κατασκευής;

«Το αρχαίο όργανο που χρησιμοποιώ είναι μια ανακατασκευή της λύρας του Απόλλωνα όπως τη μελέτησε ο κατασκευαστής από τις αναφορές στα αρχαία κείμενα, στα αγγεία και στα γλυπτά. Ηχητικά ντοκουμέντα δεν έχουμε από τη μουσική των αρχαίων αλλά ευτυχώς έχουμε πολλές μελέτες πάνω στις γραμμένες μουσικές που διασώθηκαν και αποκωδικοποιήθηκαν. Πάντως το μοναδικό αρχαίο τραγούδι που βρέθηκε ολοκληρωμένο, στίχοι και νότες, είναι ο «Επιτάφιος του Σείκιλου» που λέει «όσο ζεις λάμψε, καθόλου να μη λυπάσαι»».

Τι νιώθεις για το χωριό μας και γενικά για τον τόπο καταγωγής σου;

«Το χωριό μας και τον τόπο μας τον αγαπώ γιατί εκεί είδα το πρώτο φως κι εκεί άρχισα να γνωρίζω τον κόσμο, στον ουρανό του είδα για πρώτη φορά τους αστερισμούς, το φεγγάρι και τους πλανήτες, στα χωράφια του άκουσα για πρώτη φορά τους ήχους των πουλιών και των νερών κι εκεί είδα κι ένιωσα πώς έβγαινε το ψωμί και το φαγητό για να ζήσουμε. Τα ατέλειωτα παιχνίδια της παιδικής μου ηλικίας, οι συμμαθητές μου, τα πρώτα σκιρτήματα. Πιστεύω ότι σε αυτό το σημαντικό χωριό άξιζε μια καλύτερη τύχη, να μην είναι τόσο παρατημένο από την επίσημη πολιτεία και κυρίως από τους κατοίκους του».

Και κλείνοντας: Μια ευχή για τα νέα παιδιά;

«Στα νέα παιδιά εύχομαι να ανακαλύψουν τους ποιητές, και όσα μεγάλα είπαν, να προσπαθήσουν να αποφεύγουν τις «σειρήνες» που τους οδηγούν σε θολά και επικίνδυνα νερά που σήμερα είναι το υπερφορτωμένο με κακή πληροφορία Διαδίκτυο π.χ. Να εμπιστεύονται το ένστικτό τους, να παίρνουν δύναμη από τις αξίες που έχουν πάρει από τους γονείς και τη μόρφωση από τους δασκάλους και τους καθηγητές. Να παλέψουν για έναν κόσμο καλύτερο, φωτεινό και δίκαιο, γιατί το χρωστάνε και στα δικά τους παιδιά και στις επόμενες γενιές! Σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνατε να σας μιλήσω. Σας στέλνω την αγάπη μου!».