Η επιτυχής αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής προϋποθέτει τη συνετή χρήση αντιβιοτικών για τον άνθρωπο και τα ζώα, την ορθή πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων, καθώς και περισσότερη έρευνα και ανάπτυξη νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων και εναλλακτικών λύσεων.

Αυτό αναφέρει ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εγκρίθηκε πρόσφατα με ευρεία πλειοψηφία. Οι ευρωβουλευτές δήλωσαν επίσης ότι εάν τα μέτρα που συνιστώνται στα κράτη-μέλη αποδειχθούν ανεπαρκή, θα χρειαστεί περαιτέρω νομοθετική δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το κείμενο καλεί τις χώρες της ΕΕ να θεσπίσουν, να εφαρμόσουν και να επικαιροποιούν τακτικά (τουλάχιστον ανά διετία) «εθνικά σχέδια δράσης» κατά της μικροβιακής αντοχής, ως προτεραιότητα για τα εθνικά τους συστήματα υγείας.

Για να υποστηριχθεί η συνετή χρήση των αντιμικροβιακών για την ανθρώπινη υγεία, οι ευρωβουλευτές επιθυμούν να βελτιώσουν τη συλλογή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων πραγματικού χρόνου, τόσο για τη μικροβιακή αντοχή όσο και για την κατανάλωση αντιμικροβιακών. Ζητούν επίσης από την Επιτροπή να δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή βάση δεδομένων.

Η χρήση αντιμικροβιακών

Μολονότι συμφωνούν με τον στόχο που πρότεινε η Επιτροπή για μείωση κατά 20% της συνολικής κατανάλωσης αντιβιοτικών από τον άνθρωπο στην ΕΕ έως το 2030, οι ευρωβουλευτές επιμένουν ότι τα εθνικά μέτρα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τουλάχιστον το 70% των αντιβιοτικών που καταναλώνονται ανήκουν στην ομάδα «Access», όπως ορίζεται στην ταξινόμηση AWaRe του ΠΟΥ (αντιβιοτικά που είναι αποτελεσματικά έναντι ευρέος φάσματος συνηθισμένων παθογόνων, ενώ παρουσιάζουν επίσης χαμηλότερο δυναμικό αντοχής).

Το ψήφισμα καλεί τα κράτη-μέλη και την Επιτροπή να στηρίξουν την ανταλλαγή ερευνητικών δεδομένων και τεχνολογικών καινοτομιών για την ανίχνευση, την πρόληψη και τη θεραπεία λοιμώξεων στους ανθρώπους που προκαλούνται από ανθεκτικά στα αντιμικροβιακά παθογόνα. Στο πλαίσιο αυτό, οι ευρωβουλευτές υποστηρίζουν ότι η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής σύμπραξης θα πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (βιομηχανία, οργανώσεις ασθενών, πανεπιστήμια) και θα πρέπει να είναι προσβάσιμη στις μικρομεσαίες εταιρείες.

Υπογραμμίζουν τη σημασία του συντονισμού των εθνικών πρωτοβουλιών για την παρασκευή, την προμήθεια και τη δημιουργία αποθεμάτων, προκειμένου να προληφθεί η έλλειψη φαρμάκων και να βελτιωθεί σημαντικά η συνέχεια του εφοδιασμού με αντιμικροβιακά και άλλα αντίμετρα για τη μικροβιακή αντοχή στην ΕΕ.

Σχετικά με τη μικροβιακή αντοχή

Μικροβιακή αντοχή (ΜΑ) είναι η ικανότητα των μικροοργανισμών να επιβιώνουν ή να αναπτύσσονται παρά την παρουσία αντιμικροβιακής ουσίας που κανονικά αναστέλλει ή σκοτώνει τον εν λόγω μικροοργανισμό. Η μικροβιακή αντοχή ευθύνεται για περισσότερους από 35.000 θανάτους κάθε χρόνο στην ΕΕ / στον ΕΟΧ. Η μικροβιακή αντοχή έχει επίσης σημαντικό κόστος, μεταξύ άλλων και για τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.

Το 2019 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) χαρακτήρισε τη μικροβιακή αντοχή ως μία από τις 10 κορυφαίες παγκόσμιες απειλές για τη δημόσια υγεία που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Τον Ιούλιο του 2022 η Επιτροπή, από κοινού με τα κράτη-μέλη, προσδιόρισε τη μικροβιακή αντοχή ως μία από τις τρεις κορυφαίες απειλές κατά της υγείας.

Συνολικά, τα τελευταία δεδομένα δείχνουν τάσεις σημαντικής αύξησης του αριθμού των λοιμώξεων και των θανάτων που αποδίδονται σε λοιμώξεις για όλους σχεδόν τους συνδυασμούς βακτηρίων αντοχής στα αντιβιοτικά, ιδίως σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης. Περίπου το 70% των περιστατικών λοιμώξεων από ανθεκτικά στα αντιβιοτικά βακτήρια ήταν λοιμώξεις σχετιζόμενες με χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας. Η συνεχιζόμενη αύξηση της μικροβιακής αντοχής θα οδηγήσει σε περίπου 10 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο και σε μείωση κατά 2% έως 3,5% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, ενώ θα κοστίσει στην παγκόσμια οικονομία έως και 100 τρισ. δολάρια ΗΠΑ έως το 2050.