Πριν γίνει ένας από τους πιο ισχυρούς τραπεζίτες στον κόσμο, με προσωπική περιουσία γύρω στα 2,9 δισ. δολάρια, ο Τζέιμι Ντάιμον ήταν απλώς το παιδί μιας ελληνοαμερικανικής οικογένειας από το Κουίνς. 

Ο πατέρας του, Θεόδωρος Ντάιμον, και η μητέρα του, Θέμις Καλός, αλλά κυρίως ο παππούς του, στον οποίο είχε μεγάλη αδυναμία, αποτέλεσαν για εκείνον το πρότυπο του Έλληνα μετανάστη, ο οποίος καθιερώνεται στην καινούργια του πατρίδα μέσα από την σκληρή δουλειά, τη μόρφωση, τις ηθικές αρχές και την αφοσίωση σε αυτό που κάνει. 

Σε αντίθεση βέβαια με τις περισσότερες ιστορίες Ελλήνων μεταναστών εκείνης της εποχής, η οικογένεια Ντάιμον δεν ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες από το μηδέν. 

Ο Τζέιμι Ντάιμον, επικεφαλής της JPMorgan & Chase.

Ο παππούς του, τραπεζίτης στη Σμύρνη και αργότερα στην Αθήνα, έφερε μαζί του την εμπειρία και την γνώση του κόσμου των οικονομικών. 

Ωστόσο, ακόμη και με αυτό το υπόβαθρο, κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει ότι ο εγγονός εκείνου του Έλληνα τραπεζίτη από τη Σμύρνη θα έφτανε να ηγείται της μεγαλύτερης τράπεζας των ΗΠΑ.

Αυτό πιστοποιούν και τα λόγια του ίδιου του Τζέιμι Ντάιμον σε μια συνέντευξη του που μίλησε για τον παππού του: «Όταν πήρα την πρώτη μεγάλη μου δουλειά πήγα στον παππού μου και του είπα: “Παππού, πρέπει να είσαι περήφανος. Ο εγγονός ενός Έλληνα μετανάστη έφτασε ως εδώ”. Θυμάμαι το χαμόγελό του, τη συγκίνησή του». 

Στην ίδια συνέντευξη είχε αναφερθεί περισσότερο στις ελληνικές του ρίζες λέγοντας: «Η μητέρα μου κατάγεται από ένα χωριό έξω από τη Σπάρτη. Πήγα εκεί πριν λίγα χρόνια – οι γονείς μου είχαν φύγει πια από τη ζωή. Είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω μαζί τους στο χωριό μας, τον Άγιο Πέτρο». 

Το κλασικό «αμερικανικό όνειρο» του παππού

Παρόλη την εμπειρία του παππού του ως τραπεζίτη, όταν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, πήγε «χωρίς δεκάρα» όπως έχει περιγράψει ο Ντάιμον. 

Το επώνυμό του ήταν Παπαδημητρίου, αλλά το άλλαξε για να είναι πιο απλό και εύηχο στους Αμερικανούς και επίσης να μην ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα ονόματα.   

Στην αρχή δούλεψε ως βοηθός σερβιτόρου, όμως τελικά κατάφερε να βρει δουλειά στην Atlantic Bank of New York, που τότε ήταν θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στις ΗΠΑ. 

Εκεί, σιγά-σιγά έφτασε να γίνει αντιπρόεδρος, αλλά αργότερα άφησε την τράπεζα για να εργαστεί ως χρηματιστής στη Shearson, Hammill & Co, επειδή, όπως έχει πει ο Ντάιμον, «μπορούσε έτσι να κερδίζει περισσότερα. Ήταν έξυπνος και λάτρευε τις μετοχές».

Στην Shearson, μια από τις σημαντικές χρηματιστηριακές εταιρείες της εποχής, άνοιξε τον δρόμο και για τον γιο του. 

Ο πατέρας του Τζέιμι Ντάιμον έπρεπε αρχικά να «δωροκηθεί» για να ασχοληθεί με τα οικονομικά μια και όνειρο της ζωής του ήταν να γίνει βιολονίστας. Παρόλα αυτά υπέκυψε στις πιέσεις και έφτασε και ο ίδιος να γίνει στέλεχος στην εταιρεία. 

Χάρη στους δύο άνδρες-πρότυπα, ο μικρός Τζέιμι μεγάλωσε ακούγοντας τις καθημερινές συζητήσεις για την αγορά, τις διακυμάνσεις, τις στρατηγικές κ.ά..

Περισσότερο όμως από αυτές τις πρακτικές γνώσεις, ευγνωμονεί την οικογένειά του για τις ηθικές αξίες και τις σωστές συνήθειες που του μεταλαμπαδεύσαν κυρίως με το παράδειγμα τους και την στάση τους απέναντι στη ζωή. 

Από αριστερά: Λόιντ Μπλανκφέιν (Goldman Sachs Group), Τζέιμι Ντάιμον (JPMorgan Chase), Τζον Μακ (Morgan Stanley) και Μπράιαν Μόινιχαν (Bank of America) ορκίζονται πριν τις καταθέσεις τους ενώπιον της Επιτροπής Έρευνας για την Οικονομική Κρίση (Financial Crisis Inquiry Commission – FCIC). REUTERS/Jason Reed

 «Ο παππούς μου ήταν ένας συναρπαστικός άνθρωπος», έχει πει. «Μιλούσε έξι γλώσσες, περπατούσε κάθε μέρα, διάβαζε ασταμάτητα». Θεωρεί ότι από εκείνον κληρονόμησε την περιέργεια, την πειθαρχία και μια βαθιά πίστη στην αξία της μόρφωσης. 

Παράλληλα με την πνευματικότητα ο πανίσχυρος άνδρας έχει μιλήσει για τις ηθικές αξίες της οικογένειας: «Ο παππούς μου ήταν βαθιά ηθικός, οι γονείς μου πίστευαν ακράδαντα στο σωστό και το δίκαιο. Αν φερόμουν άδικα σε κάποιον, θύμωναν πολύ, πάντα υπερασπίζονταν όσους αδικούνταν». 

Αυτή η στάση τον έκανε να θεωρεί ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι εξίσου σημαντική με τη διανοητική. «Αυτό ήταν το μάθημα που πήρα», λέει. «Ο παππούς μου ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος».

Τα πρώτα βήματα προς την επιτυχία

Ακολουθώντας, σχεδόν μοιραία, τα βήματα του πατέρα και του παππού του, ο Τζέιμι Ντάιμον βρέθηκε να σπουδάζει ψυχολογία και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Tufts. Ο συνδυασμός αυτών των δύο επιστημών θα γινόταν αργότερα καθοριστικός για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετώπιζε τον κόσμο των χρημάτων.

Αποφοίτησε με άριστα και συνέχισε στο Harvard Business School, όπου διακρίθηκε ακαδημαϊκά και αποφοίτησε στους κορυφαίους της τάξης του. 

Ο μεγαλοεπενδυτής Τσαρλς Σουάμπ (αριστερά) και ο νεαρός Τζέιμι Ντάιμον.

Εκεί μάλιστα γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του, Τζούντιθ Κεντ, με την οποία παντρεύτηκε το 1983 και απέκτησε τρεις κόρες.

Στα πρώτα του βήματα, δούλεψε στη Boston Consulting Group, όμως η πραγματική του πορεία άρχισε όταν γνώρισε τον άνθρωπο που θα καθόριζε την καριέρα του: τον Σάντι Γουάιλ. 

Ήταν εκείνος που τον έπεισε να απορρίψει δελεαστικές προτάσεις από τη Goldman Sachs και τη Morgan Stanley και να εργαστεί μαζί του στην American Express. Πίστεψε στο ένστικτό του και ακολούθησε τον μέντορά του.

Το 1985, οι δυο τους εγκατέλειψαν την American Express και ίδρυσαν την Travelers Group, μια χρηματοοικονομική αυτοκρατορία που με τα χρόνια επεκτάθηκε και μετασχηματίστηκε, μέχρι τη συγχώνευσή της με τη Citigroup το 1998. 

Ο Ντάιμον, τότε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, έζησε την πρώτη του μεγάλη σύγκρουση. Ο Γουάιλ, βλέποντας τον νεαρό συνεργάτη του να ξεχωρίζει, δεν ήθελε να μοιραστεί την κορυφή. «Ήθελε να γίνει CEO, κι εγώ δεν ήθελα να φύγω», είπε αργότερα ο ίδιος ο Γουάιλ. 

Έτσι, ο Ντάιμον απομακρύνθηκε από την εταιρεία που βοήθησε να χτιστεί, αλλά δεν έμεινε για πολύ εκτός παιχνιδιού. 

Το 2000 ανέλαβε τη διοίκηση της Bank One, μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες της μεσοδυτικής Αμερικής. Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να την αναστήσει, οδηγώντας τη σε εντυπωσιακή ανάκαμψη. 

Το 2004, η JPMorgan Chase εξαγόρασε τη Bank One και ο Ντάιμον ανέλαβε το τιμόνι της νέας, ενοποιημένης τράπεζας.

Κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, η JPMorgan υπό την ηγεσία του στάθηκε όρθια, σε αντίθεση με πολλούς ανταγωνιστές της που κατέρρευσαν. 

Σήμερα, ο Τζέιμι Ντάιμον θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους στον παγκόσμιο τραπεζικό χώρο. Ωστόσο, παρά την εξουσία και τα μεγέθη που διαχειρίζεται, ο ίδιος δηλώνει: «Η οικογένεια έρχεται πρώτη, η πατρίδα δεύτερη και η JPMorgan κυριολεκτικά τελευταία».

Ο «ήρωας» της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης

Η κρίση του 2008 υπήρξε το μεγάλο τεστ για όλους τους ηγέτες της Wall Street συμπεριλαμβανομένου και του Τζέιμι Ντάιμον.

Ενώ γύρω του τράπεζες κατέρρεαν, η JPMorgan Chase όχι μόνο άντεξε, αλλά ενίσχυσε τη θέση της, αποκτώντας την Bear Stearns και αργότερα την Washington Mutual, μέσα στο χάος. 

Για πολλούς, ήταν τότε που ο Ντάιμον έγινε σύμβολο σταθερότητας για τον επιχειρηματικό κόσμο των ΗΠΑ. Ο ίδιος, ωστόσο, δεν δέχτηκε ποτέ τον τίτλο του «ήρωα» της κρίσης. «Δεν πρέπει ποτέ να πιστεύεις ότι είσαι τόσο έξυπνος όσο νομίζουν όταν όλα πάνε καλά, ούτε τόσο ανόητος όσο λένε όταν πάνε στραβά», έχει πει. 

Τζέιμι Ντάιμον σε σκίτσο της Έφης Ξένου.

Τα επόμενα χρόνια,  ανέπτυξε τη φήμη του ως ενός από τους τελευταίους «παραδοσιακούς τραπεζίτες». Ξυπνάει στις πέντε το πρωί, διαβάζει για δύο ώρες τις εφημερίδες του, πηγαίνει στο γραφείο του νωρίς και επιμένει να γνωρίζει προσωπικά όσους εργάζονται κοντά του. 

Αν και έχει δεχθεί πιέσεις να πολιτευτεί -υπάρχουν δημοσιεύματα που τον θέλουν να ενδιαφέρεται ακόμη και για την προεδρία των ΗΠΑ-, ο ίδιος απορρίπτει σταθερά την ιδέα. «Δεν είμαι πολιτικός», λέει. «Αλλά πιστεύω ότι οι επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση να υπηρετούν την κοινωνία, όχι μόνο τους μετόχους». Αυτή η θέση τον έχει φέρει συχνά στο προσκήνιο των δημόσιων συζητήσεων για τον ρόλο των τραπεζών στην κοινωνία.

Η επιδραστική παρουσία του Τζέιμι Ντάιμον

Σήμερα,  παραμένει επικεφαλής της JPMorgan Chase, με επιρροή που εκτείνεται πέρα από τον κόσμο των τραπεζών και κάθε του κουβέντα γίνεται πρωτοσέλιδα, αντικείμενο για podcasts και εκπομπές αναλύσεων, αλλά κυρίως επηράζει τις αγορές. 

Όπως το πρόσφατο παράδειγμα όταν προειδοποίησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εξαρτηθεί υπερβολικά από εξωτερικούς προμηθευτές για κρίσιμα υλικά και τεχνολογίες που στηρίζουν την οικονομία και την εθνική τους ασφάλεια. 

Τόνισε την ανάγκη για άμεση δράση, καλώντας σε μεταρρυθμίσεις που θα περιορίσουν τη γραφειοκρατία, θα αναβαθμίσουν την εκπαίδευση και θα στηρίξουν στρατηγικές επενδύσεις. «Η ασφάλεια της χώρας εξαρτάται από τη δύναμη και την ανθεκτικότητα της οικονομίας της Αμερικής», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Η παρέμβασή του έρχεται σε μια περίοδο έντασης για την αμερικανική οικονομία, μετά την αναβίωση της πολιτικής «America First» του Ντόναλντ Τραμπ, που έχει επηρεάσει το εμπόριο, τους δασμούς και τη βιομηχανία. Οι πρόσφατοι δασμοί και οι εμπορικές αντιπαραθέσεις με την Κίνα έχουν εντείνει τις ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα.

Υπάρχει όμως κι ένας όχι και τόσο θετικός λόγος που τον φέρνει στο προσκήνιο της ειδησεογραφίας καθώς έρευνα της εφημερίδας The New York Times αποκάλυψε ότι η JP Morgan & Chase, για χρόναι χρηαμτοδοτούσε και έβγαζε κέρδος από τις παράνομες δραστηριότητες του Τζέφρι Έπσταϊν κάνοντας τα στραβά μάτια  και αγνοώντας στελέχη της που εξέφραζαν τις ανησυχίες τους.

Ο Ντάιμον έχει δηλώσει ότι δεν είχε γνωρίσει καν τον διαβόητο εγκληματία. Κι έπεται συνέχεια…

Πηγές Forbes, Business Insider, Wikipedia, Guardian, CNBC, aqua-capital, ΒΗΜΑ, in.gr, greekcitytimes