Η Ευρώπη έγινε η πρώτη ήπειρος που συζήτησε και κατέληξε σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για την Τεχνητή Νοημοσύνη.

Επέδειξε έτσι αντανακλαστικά απέναντι σε μια «εισβολή», η οποία προς το παρόν περισσότερο περιγράφεται παρά βιώνεται. Αλλά και για την οποία άπαντες συμφωνούν πως θα επιφέρει τεκτονικές αλλαγές στον ανθρώπινο πολιτισμό.

Δεν συγκρίνεται επομένως καθόλου τυχαία με την ανακάλυψη του τροχού. Και πολύ σωστά η ΕΕ έσπευσε να θέσει παραμέτρους και όρια στον τρόπο που θα λειτουργεί.

Υπό την προϋπόθεση βεβαίως πως τα μέτρα είναι τα ενδεδειγμένα τόσο όσο προς την επιλογή τους όσο και ως προς την εφαρμογή τους.

Διαφορετικά, δεν θα πρόκειται παρά για ένα ευχολόγιο και για μια διακήρυξη καλών προθέσεων που πολύ σύντομα θα ξεπεραστούν από την πραγματικότητα και ακόμη πιο γρήγορα θα ξεχαστούν από την Ιστορία.

Ο «κίνδυνος του ευχολογίου» είναι συνεπώς υπαρκτός και απειλεί κάθε ρυθμιστικό πλαίσιο που επιστρατεύεται για να αποτρέψει, να περιορίσει ή να προλάβει το κακό.

Οι κοινωνίες έρχονται αντιμέτωπες με πλήθος προκλήσεων. Διεθνείς υπεροργανισμοί και κυβερνήσεις ενεργοποιούνται για να τις αντιμετωπίσουν.

Εύκολα παρατηρεί κανείς ωστόσο ότι, παρά την λήψη μέτρων, πολλές από τις προκλήσεις χρονίζουν. Είτε επειδή τα μέτρα είναι πολύ φιλόδοξα για να φέρουν κάποιο αποτέλεσμα είτε επειδή ξεπερνιούνται από την πραγματικότητα είτε επειδή είναι ατυχής η επιλογή τους.

Το συμπέρασμα είναι πως δεν αρκεί να σπεύσει κανείς πρώτος ή, από την άλλη πλευρά, να τρέξει ασθμαίνοντας για να κόψει κάποιο αόρατο νήμα.

Για την Τεχνητή Νοημοσύνη που εισέβαλε ξαφνικά στη ζωή μας όπως και για κάθε πρόκληση που χρονίζει απαιτείται πρωτίστως ευφυΐα.