Πράσινο φως για τη νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, το αμέσως επόμενο διάστημα, φαίνεται πως έδωσε η σημαντική κίνηση της αναβάθμισης από τον S&P την περασμένη Παρασκευή. Οι εκτιμήσεις δείχνουν τον ΟΔΔΗΧ να εξετάζει την έκδοση ομολόγου βραχυχρόνιας διάρκειας περί των 2-3 δις ευρώ, αν και δεν αποκλείεται το re-opening τους 10ετούς που εκδόθηκε τον Ιανουάριο.

Τα νέα των τελευταίων 24ωρων εξάλλου είναι αρκετά θετικά. Μετά το χαμηλότερο έλλειμμα που ανακοίνωσε η Eurostat κατά περίπου 2% του ΑΕΠ για το 2021, η ελληνική οικονομία γνωρίζει τη δεύτερη συνεχή αναβάθμιση εφέτος. Πριν τον S&P, είχε προηγηθεί τον Μάρτιο εκείνη του οίκου αξιολόγησης DBRS Morningstar σε BB high. Η Moodys, η οποία είχε «ραντεβού» με την Ελλάδα, δεν είχε προβεί σε καμία ανακοίνωση αφήνοντας για αργότερα την αξιολόγηση. Να σημειωθεί ότι ο Moodys υπολείπεται κατά δύο βαθμίδες στην αξιολόγηση της από εκείνη του οίκου Fitch. Εκείνος, είχε αναβαθμίσει τον Ιανουάριο την Ελλάδα σε θετικές προοπτικές ( «ΒΒ» ).

Το καλάθι θετικών νέων έλυσε τα χέρια στον ΟΔΔΗΧ προκειμένου να ενισχύσει τα ταμεία της χώρας με μία νέα έξοδο στις αγορές, την οποία έχει παγώσει λόγω των γενικότερων υψηλών αποδόσεων στα ομόλογα. Σύμφωνα με το αρχικό πρόγραμμα, η Ελλάδα είχε σχεδιάσει να εκδώσει τίτλους αξίας 12 δισ. ευρώ το 2022. Οι αναλυτές της JP Morgan δίνουν μία πιθανότητα η Ελλάδα να βγει στις αγορές με έκδοση πενταετούς είτε επταετούς ομολόγου. Η αμερικανική τράπεζα εκτιμά ότι τα spreads των ελληνικών δεκαετών ομολόγων σε σχέση με τα γερμανικά θα κινηθούν χαμηλότερα σε σχέση με την τρέχουσα διαφορά των 201 μονάδων.

Αυτό που, μεταξύ άλλων, αναγνωρίζουν οι ξένοι οίκοι είναι πως η Ελλάδα «οικοδόμησε» ένα ισχυρό ταμειακό μαξιλάρι με βασική πηγή τον φθηνό περσινό δανεισμό. Το εν λόγω δίκτυ ασφαλείας ανέρχεται σήμερα στα 40 δισ. Ευρώ. Από το οικονομικό επιτελείο στέλνεται σήμα ασφάλειας καθότι η Ελλάδα είναι εξασφαλισμένη ακόμα και στο υποθετικό και όχι βασικό σενάριο όπου η χώρα δεν βγει καθόλου στις αγορές έως το τέλος του έτους.

Οι κινήσεις του ΟΔΔΗΧ είναι προσεκτικές αφού το ελληνικό κόστος δανεισμού είχε αρχίσει να αυξάνεται από τον Οκτώβριο του 2021. Τότε, ο δεκαετής τίτλος είχε ανέλθει στο 1,338%, από το επίπεδο του 0,847 τον Σεπτέμβριο του 2021. Έπειτα από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η απόδοση είναι κοντά το 2,5%.

Προς την επενδυτική βαθμίδα

Το ελληνικό αξιόχρεο βαθμολογείται από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης στη βαθμίδα «ΒΒ+» και βρίσκεται ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα. Οι θετικές αυτες επιδόσεις στέλνουν μήνυμα αξιοπιστίας εν μέσω δύσκολων διεθνών συγκυριών και ανοίγει το δρόμο στη ροή επενδυτικών κεφαλαίων. Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα αναμένει με αγωνία τις ετυμηγορίες των οίκων με στόχο την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας το 2023.

Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης S&P η αναβάθμιση αντανακλά τη συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδας, ενώ οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνονται διαχειρίσιμες λόγω των σημαντικών αποθεμάτων ασφαλείας. Δηλαδή ο οίκος εκτιμά ότι τα τρέχοντα ταμειακά διαθέσιμα ισοδυναμούν με το τριπλάσιο των αναγκών δανεισμού για τα επόμενα δύο χρόνια. Το γεγονός αυτό, μαζί με τις χαμηλές απαιτήσεις αναχρηματοδότησης, θα βοηθήσει στα δημόσια οικονομικά έναντι της αύξησης των επιτοκίων. Το καθαρό χρέος της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να υποχωρήσει σε περίπου 170% του ΑΕΠ το 2022 από περίπου 176% του ΑΕΠ το 2021.

Ο οίκος καταγράφει σημαντική βελτίωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο 12,8% το 2021, από 31% το 2020 και κάτω του 8% έως το τέλος του 2022. Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας και η επιτάχυνση του πληθωρισμού θα συμβάλουν στην επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ φέτος στο 3,4% έναντι 8,3% το 2021, με το ΑΕΠ να αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο πάνω από 3% κατά την περίοδο 2023-2025, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης (NGEU) και του τουρισμού.

Οι επόμενες αξιολογήσεις είναι της Fitch στις 8 Ιουλίου, η διπλή ετυμηγορία από Moody’s και DBRS στις 16 Σεπτεμβρίου, η τρίτη αξιολόγηση της Fitch στις 7 Οκτωβρίου και η τελευταία για το έτος της S&P, όπως προαναφέρθηκε, στις 21 Οκτωβρίου.

Παρελθόν ο φθηνός δανεισμός για την Ευρωζώνη

Το μαξιλάρι ανέρχεται σε περίπου 40 δις και πέρυσι η χώρα άντλησε 15,5 δισ. ευρώ.

Ενδεικτικό του περσινού χαμηλού κόστους είναι τα εξής: τον Φεβρουάριο του 2021 η έκδοση δεκαετούς ομολόγου 3,5 δισ. ευρώ ήταν με επιτόκιο 0,75% και τον Μάρτιο η τριακονταετούς ομολόγου 2,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 1,875%. Τον Μάιο του 2021 η έκδοση πενταετούς ομολόγου ύψους 3 δισ. ευρώ είχε σχεδόν μηδενικό επιτόκιο και τον Ιούνιο του 2021 ακολούθησε η επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου ύψους 2,5 δισ. ευρώ με απόδοση 0,888%. Τον Σεπτέμβριο του 2021 έγινε διπλή επανέκδοση του πενταετούς και του τριακονταετούς ομολόγου ύψους 1,5 και 1 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, με απόδοση 0,020% και 1,675%.

Πηγή: ΟΤ