Μπαίνοντας στο τρίτο έτος της πανδημίας, υπάρχουν πλέον πολλά δεδομένα και έχει συσσωρευθεί επαρκής εμπειρία ώστε η επιστημονική κοινότητα να μπορεί να προσδιορίσει την πιθανή πορεία της πανδημίας αλλά κυρίως να μπορεί να προσδιορίσει την αβεβαιότητα που αυτή η πρόβλεψη περιέχει.

Αλλά ας δούμε τα δεδομένα:

Ηδη γνωρίζουμε ότι η επιδημία εξελίσσεται σε επάλληλα επιδημικά κύματα διάρκειας τριών έως τεσσάρων μηνών, στα οποία παρεμβάλλεται μια περίοδος ύφεσης πάλι ενός με δύο μηνών. Η σφοδρότητα των επιδημικών αυτών κυμάτων εξαρτάται από το επίπεδο ανοσίας του πληθυσμού, τα χαρακτηριστικά κάθε κοινωνίας, όπως η ηλικιακή σύνθεση, τα χαρακτηριστικά των ευάλωτων ομάδων, οι ευκαιρίες συνωστισμού που κάθε κοινωνία έχει (συγκοινωνίες, συνθήκες εργασίας κ.λπ.), αλλά και από την ετοιμότητα που η κοινωνία επιδεικνύει στην άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος. Ενδιαφέρον έχει ότι σε πολλές κοινωνίες τα πρώτα επιδημικά κύματα ήταν τα σφοδρότερα, ενώ σε άλλες (όπως η χώρα μας) τα τελευταία.

Η πρόβλεψη της πορείας της επιδημίας για τους επόμενους μήνας είναι δύσκολη. Μια ύφεση για τους καλοκαιρινούς μήνες που παρατηρήθηκε τα προηγούμενα δύο καλοκαίρια είναι πολύ πιθανή. Ο τουρισμός και η καλοκαιρινή χαλαρότητα θα παίξουν όμως τον ρόλο τους όπως κάθε χρόνο. Η υποτροπή το φθινόπωρο είναι επίσης αναμενόμενη

Ενα άλλο χαρακτηριστικό στην επιδημία που είδαμε, το οποίο αφορά τη βιολογία του ιού και ήταν εν πολλοίς αναμενόμενο, ήταν η εμφάνιση παραλλαγών του ιού με περισσότερες ή λιγότερες μεταλλάξεις στο γενετικό υλικό τους. Αναμενόμενο ήταν οι παραλλαγές που επικρατούν να είναι πιο μεταδοτικές (ή, καλύτερα, οι πιο μεταδοτικές παραλλαγές να είναι αυτές που επικρατούν), αυξάνοντας έτσι τη δυναμική της επιδημίας, ενώ η λοιμογόνος δύναμη του ιού (η ικανότητά του να προκαλεί σοβαρή νόσο) δεν ακολουθεί ευθύγραμμη πορεία: η παραλλαγή Δέλτα ήταν πιο λοιμογόνος της Αλφα που αντικατέστησε, ενώ αντικαταστάθηκε από την Ομικρον που φαίνεται λιγότερο λοιμογόνος.

Μέτρα και εμβόλια

Η αντιμετώπιση της επιδημίας βασίστηκε, όπως ήταν φυσικό, σε μέτρα δημόσιας υγείας. Τα μέτρα αυτά στα αρχικά στάδια της επιδημίας ανήκαν στη λεγομένη στρατηγική της κοινωνικής αποστασιοποίησης (μέτρα περιορισμού), τα οποία πλέον τουλάχιστον για τη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική έχει φανεί ότι έχουν κλείσει τον κύκλο τους και η συνέχιση της εφαρμογής τους προσκρούει στην αντίθεση του πληθυσμού αλλά και θεωρείται ότι δημιουργεί πλέον δυσανάλογα μεγάλα θέματα στην οικονομία και γενικά στην κοινωνία.

Οι εμβολιασμοί αποτέλεσαν το (χρονικά) δεύτερο σημαντικό εργαλείο δημόσιας υγείας με ισχυρή επίδραση στην πορεία της πανδημίας. Η ευρεία εφαρμογή τους περιόρισε τη βαριά νόσο, ενώ γρήγορα αποδείχθηκε ότι δεν προφυλάσσουν από τη μόλυνση, συνεπώς και οι εμβολιασμένοι μολύνονται και σε έναν βαθμό μεταδίδουν το νόσημα, ενώ θεωρητικά είναι δυνατή η επικράτηση παραλλαγών με άλλοτε άλλη αντοχή στο εμβόλιο.

Η τρίτη παράμετρος που διαμορφώνει την επιδημία είναι η ανάπτυξη αποτελεσματικών αντι-ιικών φαρμάκων, αλλά και η γενικότερη εμπειρία που αναπτύχθηκε για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών. Επίσης και η συνολική εμπειρία της κοινωνίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας παίζει τον ρόλο της.

Με βάση τα παραπάνω τι μπορούμε να προβλέψουμε για το άμεσο και απώτερο μέλλον; Τι θα γίνει το καλοκαίρι και το φθινόπωρο;

Είναι σαφές ότι η δυναμική της επιδημίας είναι ακόμη σε πλήρη εξέλιξη: η διασπορά της παραλλαγής Ομικρον είναι ευρύτατη, προκαλώντας όμως στην πλειονότητα ελαφρά νόσο. Αυτό προφανώς διευκολύνει στην ανοσοποίηση του πληθυσμού, η οποία, σε συνδυασμό με τον ευρύτατο εμβολιασμό του, θα βοηθήσει στον περιορισμό της επιδημίας.

Παρ’ όλα αυτά όμως ο μεγάλος αριθμός επαναμολύνσεων που παρατηρείται δείχνει ότι αυτή η ανοσοποίηση έχει περιορισμούς. Εμπόδια επίσης αποτελούν η πολύ μεγάλη παγκόσμια ανισοκατανομή των εμβολιασμών και η πρόσφατη προσφυγική κρίση στην Ανατολική Ευρώπη.

Παράμετροι αβεβαιότητας επίσης είναι η πιθανότητα επικράτησης νέων παραλλαγών με διαφορετική λοιμογόνο δύναμη ή αντοχή στα εμβόλια. Ο ιός είναι βιολογικά «εύπλαστος», μεταλλάξεις δημιουργούνται συνέχεια. Πιθανώς κάποιες από αυτές θα δώσουν στον ιό προτερήματα τόσο ως προς τη μεταδοτικότητα όσο και ως προς τη λοιμογόνο δύναμή του και θα επικρατήσουν.

Υφέσεις και εξάρσεις

Η διάρκεια της ανοσοποίησης είτε από τη φυσική νόσο είτε από το εμβόλιο επίσης είναι ακόμη ζητούμενο.

Η πολιτική απόφαση (σε όλον τον δυτικό κόσμο) της ουσιαστικής εγκατάλειψης των πολιτικών περιορισμού – είτε πρόκειται για περιορισμούς μέσα στα κράτη είτε στα διακρατικά ταξίδια, ενδεχομένως δικαιολογημένη όπως ήδη αναφέρθηκε – αφαιρεί ένα σημαντικό εργαλείο δημόσιας υγείας σε περίπτωση υποτροπής της επιδημίας, που πλέον εκτός από τους εμβολιασμούς περιορίζεται στα μέτρα ατομικής προστασίας (μάσκες) και στην αλλαγή της συμπεριφοράς του κάθε πολίτη με δική του πλέον πρωτοβουλία.

Εν κατακλείδι, η πρόβλεψη της πορείας της επιδημίας για τους επόμενους μήνες είναι δύσκολη. Μια ύφεση για τους καλοκαιρινούς μήνες που παρατηρήθηκε τα προηγούμενα δύο καλοκαίρια είναι πολύ πιθανή. Ο τουρισμός και η καλοκαιρινή χαλαρότητα θα παίξουν όμως τον ρόλο τους όπως κάθε χρόνο. Η υποτροπή το φθινόπωρο είναι επίσης αναμενόμενη. Το μέγεθος της υποτροπής θα εξαρτηθεί από την παραλλαγή του ιού που θα επικρατήσει, το ποσοστό ανοσοποίησης του πληθυσμού και του χρονικού ορίου που αυτή η ανοσοποίηση θα είναι ενεργός. Επίσης από την ετοιμότητα της οργανωμένης κοινωνίας να διατηρήσει την επιδημιολογική επιτήρηση του νοσήματος, την ετοιμότητά της στην αντιμετώπισή του, και τέλος αν θα προαγάγει τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της, ώστε αντικειμενικά να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα συνωστισμού και μετάδοσης.

Η συνεχής ολοκληρωμένη ενημέρωση του πληθυσμού επίσης αποτελεί πρόκληση. Η κόπωση του πληθυσμού, η οικονομική κρίση, ο πόλεμος στη γειτονιά μας, αλλά και η (λανθασμένη) πεποίθηση ότι πλέον η λοίμωξη έχει εξελιχθεί «σε ένα απλό συνάχι» αλλάζουν τις προτεραιότητες και δρουν αρνητικά.

Η εμπειρία των τελευταίων 20 ετών έχει δείξει ότι ο τρόπος που είναι οργανωμένη η παγκόσμια κοινωνία προάγει την εμφάνιση επιδημιών και την παγκόσμια εξάπλωση αυτών.

Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και να λειτουργήσουμε ανάλογα.

Ο κ. Αλκιβιάδης Βατόπουλος είναι καθηγητής Μικροβιολογίας της Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.