Για ένα νέο μεγάλο κύμα κόκκινων δανείων, απόρροια της οικονομικής κρίσης στην οποία οδηγούμαστε λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, έκαναν λόγο έμπειρα τραπεζικά στελέχη, μιλώντας την Τετάρτη σε διαδικτυακή συζήτηση που οργάνωσε το Φόρουμ των Δελφών.

Ο πρόεδρος της FPS, της εταιρείας που διαχειρίζεται τα κόκκινα δάνεια της Eurobank, Θεόδωρος Καλαντώνης, αφού σημείωσε ότι σε αυτή τη φάση είναι πολύ δύσκολη κάθε πρόβλεψη, τόνισε πως αναμένει μία αύξηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 10% – 15% ή 7 – 10 δισ. ευρώ , σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα των 70 δισ. ευρώ.

Όπως εξήγησε, ο οίκος Scope για την Ιταλία «τόλμησε να κάνει την πρόβλεψη ότι τα κόκκινα δάνεια θα αυξηθούν κατά 10%-15%. Εμείς σίγουρα θα έχουμε καλύτερες αποδόσεις, αλλά θα είμαστε κοντά σε αυτά τα ποσοστά».

Από την πλευρά του ο κ. Γιώργος Γεωργακόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Intrum Hellas, στην οποία έχει ανατεθεί η ανάκτηση των κόκκινων χαρτοφυλακίων της Τράπεζας Πειραιώς, προέβλεψε ότι τα επόμενα τρίμηνα θα υπάρξει σημαντική αύξηση των αριθμού των υποθέσεων που το τραπεζικό σύστημα θα κληθεί να διαχειριστεί.

Στο πλαίσιο αυτό, συμπλήρωσε, για να γίνει αποτελεσματικότερη δουλειά, σε πρώτη φάση έχει επιλεγεί η παροχή βραχυπρόθεσμων διευκολύνσεων, ώστε σε δεύτερο χρόνο να γίνει εξέταση σε μεγαλύτερο βάθος όλων των υποθέσεων και να γίνουν οι απαραίτητες αναδιαρθρώσεις.

«Πρώτα θα τελειώσουμε με τα εύκολα δάνεια και στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με τις πιο βαριές περιπτώσεις» σημείωσε ο κ. Γεωργακόπουλος, παρομοιάζοντας τον κλάδο των διαχειριστών με το σύστημα υγείας, το οποίο δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της αγοράς, εάν ταυτόχρονα πρέπει να θεραπευτούν χιλιάδες δάνεια.

Το νέο πτωχευτικό πλαίσιο

Σε σχέση με το νέο πτωχευτικό πλαίσιο, ο γενικός γραμματέας Ιδιωτικού Χρέους που συμμετείχε στη συζήτηση, Φώτης Κουρμούσης, τόνισε ότι οι σχετικές διαβουλεύσεις βρίσκονται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος της κυβέρνησης είναι με το νέο καθεστώς να μπορούν όσοι πτωχεύσουν να κάνουν μία νέα αρχή, αφού προηγουμένως ρευστοποιηθεί όλη η περιουσία τους.

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι παράλληλα θα εφαρμοστεί και ένα πρόγραμμα στήριξης των αδυνάτων, ώστε να μην βρεθούν εν μία νυκτί χωρίς σπίτι. Στο πλέγμα των δράσεων που συζητούνται περιλαμβάνονται η απόκτηση των σπιτιών από Δημόσιο Φορέα και η μίσθωσή τους στους πτωχευμένους, με δυνατότητα επαναγοράς μετά από κάποια χρόνια και η επιδότηση ενοικίου.

Αναφερόμενος στο θέμα ο κ. Καλαντώνης υπογράμμισε ότι «πρέπει πρώτα να απαντήσουμε στο ερώτημα σε τι στοχεύει ένας σύγχρονος πτωχευτικός κώδικας». Όπως είπε, «πρέπει να είναι εργαλείο για να καθαρίσει, να εξυγιανθεί η αγορά και όχι ανάχωμα για να καθυστερήσει η εξυγίανση. Δεν πρέπει να ξανασυμβεί αυτό που συνέβη με τον νόμο Κατσέλη. Η πτωχευτική διαδικασία και η προστασία της Α΄ κατοικίας είναι δύο έννοιες αντικειμενικά ασύμβατες».

Συμπλήρωσε δε ότι «όταν μιλάμε για πτωχευτική διαδικασία μιλάμε για ιδιώτες και επιχειρήσεις μη βιώσιμες, που έχουν σταματήσει να πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους εδώ και χρόνια».

Στην πτυχή της καθυστέρησης, όπως αυτής που καταγράφηκε μετά την ενεργοποίηση του νόμου Κατσέλη στα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, στάθηκε και ο κ. Γεωργακόπουλος. Όπως εξήγησε, όπως συμβαίνει και στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα πρέπει να λειτουργήσει ένα γρήγορο πτωχευτικό σύστημα και ταυτόχρονα όσοι είναι πραγματικά ευάλωτοι να προστατεύονται, είτε παραμένοντας για κάποιο διάστημα στο σπίτι που έχασαν ή με την παροχή μίας επιδότησης ενοικίου.

Αναφορικά με τους πλειστηριασμούς, ο κ. Καλαντώνης ανέφερε πως πρόκειται για «ένα θέμα που κανείς δεν θέλει να συζητά, όμως είναι ένα αναγκαίο κακό». Όπως είπε, «πριν την προηγούμενη κρίση, στην Ελλάδα γίνονταν 60.000 πλειστηριασμοί το χρόνο όταν τα NPLS ήταν στο 5%. Δεν ασχολούνταν κανείς. Μέσα στην κρίση, μειώθηκαν τα εισοδήματα, υπήρξαν πολλοί παράγοντες, σταμάτησαν να γίνονταν πλειστηριασμοί και ξεκίνησαν να γίνονται κάποιοι προς το τέλος. Πέρυσι, φτάσαμε στο υψηλό με 20.000 πλειστηριασμούς».

Η στήριξη των βιώσιμων

Σε σχέση με την παροχή ρευστότητας στην οικονομία για τη στήριξη των επιχειρήσεων, ο κ. Καλαντώνης αναρωτήθηκε: «Θέλουμε να στηρίξουμε τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις που προσβλέπουν στο helicopter money ή να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις που προσπάθησαν και έμειναν βιώσιμες στην κρίση, με προβλήματα αλλά βιώσιμες;».

Απαντώντας ο ίδιος στο ερώτημά του, υποστήριξε ότι πρέπει να στηρίξουμε τις βιώσιμες επιχειρήσεις, αλλιώς θα διαιωνίσουμε το πρόβλημα και νομίζω ότι και η κυβέρνηση συμφωνεί με αυτό.

Στο πλαίσιο αυτό θα διοχετευτούν στην πραγματική οικονομία δάνεια ύψους 12 – 15 δισ. ευρώ το επόμενο διάστημα, συμπεριλαμβανομένων και των κυβερνητικών προγραμμάτων παροχής εγγυήσεων. Ενώ για τα ξενοδοχεία και τον Τουρισμό, όπου η Eurobank έχει μεγάλη έκθεση, σημείωσε πως «είμαστε, όπως και οι άλλες τράπεζες, δίπλα στους πελάτες μας. Οι ελληνικές τράπεζες θα διαθέσουν 600 – 700 εκατ. ευρώ για να ενισχυθούν οι ενήμεροι και δυνατοί παίκτες στον κλάδο».

Επιπλέον, τόνισε ότι «θα κοιτάξουμε κάθε περίπτωση οριακά ενήμερων ή βιώσιμων πελατών, και αν υπάρχουν προοπτικές ανάκαμψης θα τους στηρίξουμε με νέα δάνεια, μεταφορά δόσεων και άλλες διευκολύνσεις».

Από την πλευρά του ο κ. Γεωργακόπουλος υπογράμμισε ότι οι πιστωτές θα εξετάζουν σε ποιους τομείς θα διοχετεύει κάθε επιχείρηση τα δάνεια που λαμβάνει, ώστε να διασφαλίζεται ότι θα γίνει σωστή χρήση τους και με γνώμονα τη διατήρηση της απασχόλησης.