«Δεν έχω καμία αμφιβολία για τους προστατευόμενους μάρτυρες. Κι αυτό γιατί τους έχω δει. Είναι η Μαραγγέλη και ο Δεστεμπασίδης», φέρεται να είπε ο Νίκος Μανιαδάκης στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής όπου καταθέτει για τρίτη ημέρα. Υπενθυμίζεται ωστόσο ότι και οι δυο στις καταθέσεις τους στην επιτροπή έχουν διαψεύσει ότι είναι προστατευόμενοι μάρτυρες. Ο ίδιος, πάντως, επιμένει στον ισχυρισμό αυτό και μάλιστα σύμφωνα με τις πληροφορίες, υποστήριξε για την μεν Μαρία Μαραγγέλη, πρώην γραμματέα του Κωνσταντίνου Φρουζή, ότι «δεν πληροί τις προϋποθέσεις να είναι προστατευόμενη μάρτυρας», για τον δε Φιλίστωρα Δεστεμπασίδη, πρώην στέλεχος της Novartis, ότι η εταιρεία τον απέλυσε πριν ξεκινήσει η έρευνα για το σκάνδαλο, σημειώνοντας ότι «δεν τον κατατάσσω στους αξιόπιστους μάρτυρες καθώς έχει υπάρξει δική του υπόθεση εντός της εταιρείας». Αναφερθείς στις πιέσεις που του ασκούσαν οι εισαγγελείς στην βάση των καταθέσεων της προστατευόμενης μάρτυρος με την κωδική ονομασία «Αικατερίνη Κελέση», φέρεται να είπε πως τον «απείλησαν» ότι θα βγει από το πρόγραμμα προστασίας. «Εγώ είπα στους εισαγγελείς ότι αυτά που λέγανε εναντίον μου ήταν ψέματα. Τελικά όμως η μάρτυρας άλλαξε την κατάθεση και παρέμεινα στο πρόγραμμα», φέρεται να είπε και επανέλαβε ότι οι εισαγγελείς τον πίεζαν ρωτώντας τον αν ευσταθούσαν όσα έγραφαν γράφονταν σε εφημερίδα για Στουρνάρα, Γεωργιάδη και Σαμαρά. «Εγώ τους έλεγα ότι δεν μπορώ να παραδεχτώ ότι ήταν παράνομες πράξεις γιατί δεν ήταν», απάντησε ερωτηθείς σχετικά.

Ο κ. Μανιαδάκης ρωτήθηκε ποιος τον καλούσε να καταθέτει στο διαμέρισμα της περιοχής της Μιχαλακοπούλου και απάντησε πως οι εισαγγελείς ειδοποιούσαν την αστυνομία και οι αστυνομικοί μας ειδοποιούσαν από το τηλέφωνο που μας είχαν δώσει. Μάλιστα, όπως είπε, κάποιες φορές συναντηθήκαμε και σε αυτοκίνητο με αστυνομικούς μόνο. «Μας ειδοποιούσαν βρισκόμασταν μας έλεγαν κάτι και τέλος», είπε, διευκρινίζοντας ότι στις συναντήσεις με τους εισαγγελείς στην Μιχαλακοπούλου δεν υπήρχαν γραμματείς ούτε αστυνομικοί. Ερωτηθείς σχετικά με τους αστυνομικούς – συνδέσμους που συναντούσε στο αυτοκίνητο και αν τους γνωρίζει, είπε: «Ήξερα ένα όνομα μιας αστυνομικού, της Ν., η οποία ήταν ο σύνδεσμός μου με την αστυνομία, αν είναι αυτό το όνομά της. Επικοινωνούσαμε μέσω ενός κινητού τηλεφώνου που μου είχε δώσει η αστυνομία. Και έχω κρατήσει τα τελευταία μηνύματα που είχα λάβει». Ρωτήθηκε ακόμα πόσες φορές συνάντησε αστυνομικούς και φέρεται να είπε: Τρεις – τέσσερις φορές. Η Ν. ήταν πάντα εκεί. Και μια φορά ήταν και ο Π.Μ. εκεί, ο προϊστάμενος του τμήματος Προστασίας μαρτύρων.

Ακόμα ρωτήθηκε αν λόγω της εμπλοκής του έχουν δεσμευτεί λογαριασμοί του ύψους 300.000 ευρώ και αν ζήτησε να αποδεσμευτούν και απάντησε καταφατικά. Ενώ ρωτήθηκε και αν στο γνωστό ντοκιμαντέρ της ελβετικής τηλεόρασης για το σκάνδαλο της Novartis είπε ότι όποιος καταθέσει εναντίον του θα τον σκοτώσει. «Ναι, αλλά η απάντηση οφείλεται στον εκνευρισμό μου γιατί με βιντεοσκοπούσαν χωρίς να το γνωρίζω» είπε. Επίσης, φέρεται να ρωτήθηκα αν γνωρίζεται με τον βουλευτή της ΝΔ και μέλος της προανακριτικής Θάνο Πλεύρη και απάντησε πως «ναι, συνεργαστήκαμε στο υπουργείο Υγείας, έχουμε συναντηθεί πολλές φορές». Αναφορικά με την εμπλοκή του στην υπόθεση είπε, σύμφωνα με τις πληροφορίες: «Για να βρίσκομαι εδώ έχω κάνει λάθη αλλά είχα εμπιστοσύνη στους θεσμούς και τη Δικαιοσύνη. Νομίζω ότι δεν έχω το προφίλ του ανθρώπου που μεταφέρει

λεφτά σε βαλίτσες». Επαναλαμβάνοντας τους ισχυρισμούς του περί εισαγγελικών πιέσεων, ρωτήθηκε αν οι εισαγγελείς του έδωσαν την εντύπωση ότι ερευνούσαν τα πολιτικά πρόσωπα ή το σύνολο της υπόθεσης και απάντησε: «Με ρωτούσαν για πολιτικούς, επειδή τους γνώριζα», ενώ για τον Ανδρέα Λοβέρδο ρωτήθηκε αν παρότι είχε πει στους εισαγγελείς ότι δεν τον γνώριζε, εκείνοι συνέχισαν να τον ρωτούν. «Ναι συνέχισαν», απάντησε ο κ. Μανιαδάκης.