Είναι μια ιστορία που τα έχει όλα: ιδεαλισμό και αγαθές προθέσεις, αντίπαλα οικονομικά συμφέροντα και εμπόδια και, το κυριότερο, ένα απρόσμενο αίσιο τέλος. Πριν από είκοσι χρόνια ένα ζευγάρι οικολόγων ξεκίνησε μια φιλόδοξη πρωτοβουλία για τη διατήρηση του τροπικού δάσους στην Κόστα Ρίκα. Το εγχείρημα, στο πλαίσιο του οποίου ένα κομμάτι άγονης γης έγινε χωματερή για πορτοκαλόφλουδες, διακόπηκε άδοξα και πρόωρα. Οπως όμως αποδείχθηκε, δεν ήταν καθόλου μάταιο. Σήμερα, χάρη στις φλούδες των πορτοκαλιών, ο άλλοτε γυμνός πρόσκαιρος σκουπιδότοπος έχει καλυφθεί από πυκνή βλάστηση, πλουσιότερη από ό,τι σε άλλα σημεία του δάσους. Και οι επιστήμονες που μελετούν το «θαύμα» ευελπιστούν ότι θα λειτουργήσει ως μοντέλο για έναν νέο τρόπο αναγέννησης των τροπικών δασών μέσω της ανακύκλωσης των αποβλήτων της βιομηχανίας τροφίμων.
Η μάχη των φρουτοχυμών
Το 1997 ο Ντάνιελ Γιάντσεν και η Γουίνι Χόλουοκς, ειδικοί στην οικολογία από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια στις ΗΠΑ, οι οποίοι εργάζονταν ως ερευνητές και τεχνικοί σύμβουλοι στον προστατευόμενο εθνικό δρυμό του Γουανακάστε (Area de Conservacion Guanacaste – ACG) στην Κόστα Ρίκα, είχαν μια ιδέα. Πρότειναν στην Del Oro, μια εταιρεία παραγωγής φρουτοχυμών στην οποία ανήκε μια έκταση στις παρυφές του εθνικού δρυμού, να παραχωρήσει το ακίνητο αυτό στον ACG. Ως αντάλλαγμα θα μπορούσε να απορρίπτει συγκεκριμένα απόβλητά της –φλούδες και πούλπα πορτοκαλιών –σε συγκεκριμένα σημεία του πάρκου όπου το έδαφος ήταν υποβαθμισμένο και η βλάστηση είχε υποχωρήσει. Οι δύο επιστήμονες θεωρούσαν πως, πέραν του ότι θα αύξανε τις εκτάσεις του, ο εθνικός δρυμός θα είχε ένα επιπλέον κέρδος, καθώς τα φυτικά απόβλητα της Del Oro, η οποία δεν χρησιμοποιούσε παρασιτοκτόνα και εντομοκτόνα, θα λειτουργούσαν σαν λίπασμα εμπλουτίζοντας το άγονο χώμα. Από την πλευρά της η Del Oro θα κέρδιζε δωρεάν διαχείριση μεγάλου μέρους των απορριμμάτων της.
Η εταιρεία δέχθηκε και το πρόγραμμα ξεκίνησε αμέσως. Φορτηγά έφερναν καθημερινά τόνους πορτοκαλόφλουδας και τους άδειαζαν στα σημεία που υπεδείκνυαν οι επιστήμονες. Υστερα από λίγο όμως η TicoFrut, ανταγωνίστρια εταιρεία παραγωγής φρουτοχυμών η οποία είχε υποχρεωθεί να ανακαινίσει σύμφωνα με νέες προδιαγραφές τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των αποβλήτων της, κατέθεσε αγωγή εναντίον της Del Oro. Ισχυριζόταν αφενός ότι οι σωροί από πορτοκαλόφλουδες που τραβούσαν τις μύγες ήταν επικίνδυνοι για το περιβάλλον, αφετέρου ότι η συμφωνία της Del Oro με τον εθνικό δρυμό ήταν άδικη για τις άλλες εταιρείες. Ξεκινώντας μια μεγάλη καμπάνια που έκανε ολόκληρη την Κόστα Ρίκα να συζητάει για το «πείραμα της πορτοκαλόφλουδας», η TicoFrut κατόρθωσε τελικά να κερδίσει τη δίκη στο Ανώτατο Δικαστήριο. Εναν χρόνο μετά την έναρξή του, και αφού είχαν απορριφθεί στο τροπικό δάσος συνολικά 12.000 τόνοι πορτοκαλόφλουδας και πούλπας, το πρόγραμμα σταμάτησε και σε λίγο καιρό η υπόθεση ξεχάστηκε.


Οργιώδης βλάστηση
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το 2013, ο Τίμοθι Τρόιερ από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον στις ΗΠΑ αποφάσισε να πάει να ρίξει μια ματιά στην περιοχή για να δει πώς είχαν εξελιχθεί τα πράγματα εκεί ύστερα από τόσο καιρό. Το θέαμα που αντίκρισε τον άφησε άναυδο. «Είχε γεμίσει τόσο πολύ με δέντρα και φυτά ώστε δεν μπορούσα καν να δω, λίγα μέτρα από τον δρόμο, τη δίμετρη πινακίδα με τα μεγάλα κίτρινα γράμματα» δήλωσε σε δελτίο Τύπου. «Κατάλαβα αμέσως ότι έπρεπε να κάνουμε πολύ καλές μετρήσεις προκειμένου να επιβεβαιώσουμε και με ποσοτικά δεδομένα αυτό που φαινόταν με το μάτι, ότι δηλαδή υπήρχε μια εντυπωσιακή διαφορά στη βλάστηση ανάμεσα στις περιοχές που είχαν λιπανθεί με τις πορτοκαλόφλουδες και σε εκείνες που δεν είχαν λιπανθεί».
Ετσι, σε συνεργασία με τον Τζόναθαν Τσόι και άλλους ερευνητές από το Πρίνστον, ξεκίνησε μια διεξοδική μελέτη. Οι επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα του εδάφους για να δουν κατά πόσον οι πορτοκαλόφλουδες είχαν εμπλουτίσει τα θρεπτικά συστατικά του, ενώ παράλληλα χώρισαν το δάσος σε ζώνες για να ποσοτικοποιήσουν τις αλλαγές στη δομή της βλάστησης. Προκειμένου να δουν πόσο είχε αναπτυχθεί η βλάστηση από τις πορτοκαλόφλουδες, «τράβηξαν» παράλληλες γραμμές μήκους 100 μέτρων και μέτρησαν όλα τα δέντρα σε απόσταση τριών μέτρων από αυτές. Ως μέτρο σύγκρισης, έκαναν το ίδιο και από την άλλη πλευρά του δρόμου, σε δασικές περιοχές όπου δεν είχαν απορριφθεί πορτοκαλόφλουδες. Επίσης μέτρησαν τη διάμετρο των δέντρων και ταυτοποίησαν όλα τα είδη φυτών και στις δύο περιοχές.
Τα αποτελέσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Restoration Ecology», επιβεβαίωσαν αυτό που φαινόταν με το μάτι δείχνοντας μεγάλες διαφορές στη βλάστηση των λιπασμένων και των μη λιπασμένων περιοχών του δάσους. Τα χέρσα τμήματα που είχαν καλυφθεί με πορτοκαλόφλουδα είχαν καταλήξει να έχουν πλουσιότερο έδαφος και περισσότερη βιομάζα δέντρων από τις περιοχές με βλάστηση που δεν είχαν λιπανθεί. Επίσης έχουν περισσότερα διαφορετικά είδη δέντρων και καλύτερη δασοκάλυψη, με πυκνότερο φύλλωμα στα δέντρα. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η βιομάζα των δέντρων επάνω από το έδαφος είχε αυξηθεί κατά το εντυπωσιακό ποσοστό του 176% σε όλη την έκταση των τριών εκταρίων (30 στρέμματα) που μελέτησαν.


Παράδειγμα προς μίμηση
Με τα θεαματικά αυτά αποτελέσματα δύο δεκαετίες μετά, το ξεχασμένο πρόγραμμα της πορτοκαλόφλουδας αναδεικνύεται σε ένα επιτυχημένο μοντέλο το οποίο θα μπορούσε να εφαρμοστεί για την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών των τροπικών δασών του πλανήτη, συμβάλλοντας στη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα και του φαινομένου του θερμοκηπίου. «Εξ όσων γνωρίζω είναι μια από τις μοναδικές περιπτώσεις στις οποίες μπορούμε να έχουμε παγίδευση διοξειδίου του άνθρακα χωρίς κανένα κόστος» επεσήμανε ο κ. Τρόιερ. «Δεν είναι μόνο κέρδος για την εταιρεία και για τον τοπικό εθνικό δρυμό –είναι κέρδος για όλους μας».
Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο οι επιστήμονες θεωρούν ότι σήμερα τα πράγματα είναι περισσότερο «ώριμα» ώστε το πείραμα του εθνικού δρυμού του Γουανακάστε να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση. «Πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα προκαλούνται από εταιρείες οι οποίες, για να είμαστε δίκαιοι, απλώς παράγουν τα πράγματα που χρειάζεται ή θέλει ο κόσμος» δήλωσε από την πλευρά του ο Ντέιβιντ Γουίλκοβ, καθηγητής Οικολογίας και Εξελικτικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον και επικεφαλής της μελέτης. «Πάρα πολλά από αυτά τα προβλήματα θα μπορούσαν όμως να απαλυνθούν αν ο ιδιωτικός τομέας και η περιβαλλοντική κοινότητα εργαστούν μαζί. Είμαι πεπεισμένος ότι θα βρούμε πολύ περισσότερες ευκαιρίες να χρησιμοποιήσουμε τα «αποφάγια» από τη βιομηχανία παραγωγής τροφίμων για να επαναφέρουμε τα τροπικά δάση. Αυτή είναι ανακύκλωση στην καλύτερη μορφή της».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ