Η Άνγκελα Μέρκελ δεν δίδαξε ποτέ σε σχολείο, στην πολιτική όμως συμπεριφέρεται συχνά σαν δασκάλα του δημοτικού. Αυτό θέλει προφανώς να κάνει και κατά τη συνάντησή της το βράδυ της Δευτέρας με τον Αλέξη Τσίπρα στo Βερολίνο. «Αναμένουμε δημιουργικότητα, πίστη στις συμφωνίες και ετοιμότητα για συμβιβασμούς» δήλωσε για λογαριασμό της στην σημερινή κυβερνητική συνέντευξη τύπου ο κυβερνητικός εκπρόσωπός Στέφεν Σάιμπερτ. «Ας μην περιμένουμε λύση σήμερα» πρόσθεσε. «Η λύση θα δοθεί στη βάση των ελληνικών προτάσεων στο Eurogroup – όχι στην καγκελαρία.
Αν ο «μαθητής» θα υπακούσει στις διδαχές της είναι βέβαια αμφίβολο. Και μόνο η φράση: «Δεν θα ανεχθώ την περαιτέρω επιδείνωση της ήδη καταπιεσμένης ελληνικής οικονομίας», που εμπεριέχεται σε γράμμα που έστειλε στην ίδια και σε άλλους ευρωπαίους ηγέτες την περασμένη εβδομάδα προδικάζει, ότι ο «μαθητής» θα παραμείνει απείθαρχος. Και η απειθαρχία δεν οφείλεται μόνο στον ατίθασο χαρακτήρα του, αλλά και στα καυτά θέματα που θα θέσει ο ίδιος στο τραπέζι:
– Τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Eurogroup για την εκταμίευση των υπολειπόμενων δισεκατομμυρίων του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας
– Τις επανορθώσεις
– Τις διμερείς σχέσεις, που περνούν τη χειρότερη φάση της μεταπολεμικής περιόδου.
«Στόφα για μικρού μεγέθους πόλεμο» έλεγε ραδιοσχολιαστής. Παρόλα αυτά, πρόσθεσε, στην καγκελαρία ο πόλεμος δεν θα είναι καν φραστικός – οι δυο συνομιλητές θα αποφύγουν οτιδήποτε που θα μπορούσε να επιδεινώσει τις σχέσεις τους. Ο μέγιστος στόχος τους, λέει ο ερευνητής του Κέντρου για Ευρωπαϊκή Πολιτική CEP Ματίας Κούλας, είναι η επάνοδος σε «κανονικές σχέσεις» – κάτι περισσότερο δεν είναι εφικτό.
Αυτό θα γίνει αισθητό και στη συνέντευξη τύπου. Το αίτημα των επανορθώσεων, για παράδειγμα, είναι πολύ πιθανόν να υποβαθμισθεί, επειδή η καγκελάριος λέει κατηγορηματικά «όχι» σε αυτό. Και σε αυτό θα την ακολουθήσει μάλλον και ο κ.Τσίπρας, αν δεν θέλει να εισπράξει τη δημόσια άρνησή της.
Διαφορετική θα είναι η κατάσταση στις καθαυτές συνομιλίες , ιδίως σε ότι αφορά τις ελληνικές προτάσεις για την υλοποίηση της απόφασης της 20ης Φεβρουαρίου στο Eurogroup.
Ο κ.Τσίπρας, σύμφωνα με όσα ακούγονται, θα παρουσιάσει μια διεξοδική, αν και όχι πλήρη λίστα μεταρρυθμίσεων, που θα περιλαμβάνει ένα μίγμα από αυξήσεις φόρων (μεταξύ των οποίων και του ΦΠΑ σε ορισμένους κλάδους), αποκρατικοποιήσεις και μέτρα κατά της φοροδιαφυγής. Ο στόχος του θα είναι να εκμαιεύσει την έγκριση της καγκελαρίου, παρόλο που ξέρει ότι αυτή δεν αποφασίζει μόνη της στην Ευρώπη. Αν μάλιστα το «ναι» της είναι δημόσιο, γράφει η «Süddeutsche Zeitung», τότε ο κ.Τσίπρας θα μπορέσει να το «πουλήσει» ως μεγάλη διαπραγματευτική επιτυχία στην Ελλάδα.
Η κ.Μέρκελ, ωστόσο, σύμφωνα με τον κ.Κούλας, θα αποφύγει να «εκτεθεί» πολύ στο θέμα. Κι αυτό λόγω των τριβών που θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο «ναι» στη σχέση της με τους άλλους ηγέτες της ευρωζώνης, ιδίως εκείνους του Βελγίου, του Λουξεμβούργου και της Αυστρίας, οι οποίοι δεν αποδέχονται το υπερβολικό «κουμάντο» της καγκελαρίου στα καυτά ευρωπαϊκά θέματα. Αυτό το έδειξαν ήδη με τη διαμαρτυρία τους εναντίον της επταμερούς – της μίνι συνόδου κορυφής για την Ελλάδα στα μέσα Μαρτίου, στην οποία συμμετείχαν από τους αρχηγούς κρατών μόνο η κ.Μέρκελ και ο Φρανσουά Ολάντ. «Δεν θέλει με τίποτα επιπλέον διενέξεις» πρόσθεσε ο κ.Κούλας.
Η ένταση θα ανέβει όταν θα μπουν στο τραπέζι οι επανορθώσεις. Ήδη την Κυριακή, ο υπουργός εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και ο γερμανός ομόλογός του Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγιερ είχαν προλειάνει το έδαφος προς την κατεύθυνση μια πολιτικής λύσης, με την εξαγγελία τους για τη συγκρότηση μιας κοινής επιτροπής προσωπικοτήτων που θα εξετάσει όλα τα διμερή θέματα και θα κάνει προτάσεις για την επίλυσή τους.
Όμως και στο θέμα αυτό, η γερμανική πλευρά είναι όλο «ήξεις-αφίξεις». Η σύσταση της επιτροπής δεν σημαίνει την παραμικρή αλλαγή στο «όχι» του Βερολίνου στις επανορθώσεις, δήλωσαν τη Δευτέρα τόσο ο κ. Σάιμπερτ, όσο και ο υπεύθυνος του υπουργείου εξωτερικών Μάρτιν Σέφερ. Ο κ.Σταϊνμάγιερ μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, απέρριψε κατηγορηματικά την πρόταση του κ.Κοτζιά για τη συγκρότηση μιας «επιτροπής σοφών» που θα ασχοληθεί αποκλειστικά με το θέμα των επανορθώσεων. «Όσο είμαι εγώ υπουργός δεν θα υπάρξει τέτοια επιτροπή» τόνισε.
Πηγή του υπουργείου εξωτερικών έλεγε ωστόσο αργότερα ότι στην επιτροπή προσωπικοτήτων θα μπορούσε να γίνει θαυμάσια και συζήτηση για τις επανορθώσεις. «Κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τους Έλληνες να εγείρουν το θέμα» πρόσθεσε. Μόνο που το Βερολίνο δεν θα δεχόταν ποτέ τον όρο «επανορθώσεις». Στη θέση του θα μπορούσαν να μπουν μοντέρνοι θεσμοί αποζημίωσης, σαν εκείνοι που λειτουργούν ήδη τώρα σε πρωτόλεια μορφή: «Γερμανοελληνικό κέντρο νεότητας», «ταμείο μνήμης» και πάει λέγοντας. Με τη διαφορά, ότι τα ποσά που θα δοθούν στους νέους θεσμούς θα είναι πολλαπλάσια των σημερινών. Έτσι θα μπορούσε να υπερπηδηθεί και η αντίσταση της μεγάλης πλειοψηφίας του γερμανικού πληθυσμού, που αντιδρά αλλεργικά στο άκουσμα της λέξης «επανορθώσεις».
Μένει λοιπόν, αν ο τρόπος αυτός πολιτικής διευθέτησης του ζητήματος θα ευδοκιμήσει και κατά τη συνομιλία της καγκελαρίου με τον έλληνα πρωθυπουργό.
Όπως μένει επίσης, όπως γράφει το περιοδικό «Spiegel», αν η «ψυχρή από το Βορρά», η κ.Μέρκελ, και ο «ψύχραιμος από το Νότο», ο κ.Τσίπρας, θα τα «βρουν» και προσωπικά στη σημερινή τους συνάντηση. Διαφορετικά, προσθέτει, θα χαθεί και η «τελευταία ελπίδα» για την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη.



