Το βασικό πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας είναι η ανεπαρκής ζήτηση. Δεν υπάρχει αρκετή αγοραστική δύναμη για να απορροφηθούν τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που παράγουν οι επιχειρήσεις. Δεν το λένε μόνον οι σοβαροί οικονομολόγοι. Το λένε και οι καταναλωτές κι ακόμη περισσότερο οι επιχειρηματίες. Που δηλώνουν ευθαρσώς ότι δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν επενδύσεις και να προσλάβουν κόσμο όσο οι παραγγελίες τους δεν παίρνουν την ανιούσα.
Τι πρέπει να γίνει; Είναι γνωστό από τη δεκαετία του ’30: επεκτατική μακροοικονομική πολιτική. Κατ’ αρχάς νομισματική (σε αυτό συμφωνούν κεϊνσιανοί και μονεταριστές, αλλά διαφωνεί η Bundesbank). Και αν αυτή δεν είναι αποτελεσματική (που δεν είναι), τότε τη σκυτάλη πρέπει να πάρει η δημοσιονομική. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, αν και συντηρητικοί, το έχουν αντιληφθεί από καιρό. Με πρώτον και καλύτερο τον Μάριο Ντράγκι, που δήλωσε κατηγορηματικά ότι η ΕΚΤ θα κάνει το καθήκον της, αλλά θα χρειαστεί και τη συνδρομή των κυβερνήσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης. Ο εστί μεθερμηνευόμενο: δεν αρκεί μόνον η ποσοτική χαλάρωση, χρειάζεται και δημοσιονομική ενίσχυση (δημόσιες επενδύσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις). Ποιος όμως είδε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και δεν τον φοβήθηκε! «Over my dead body»! Οπότε είδε και απόειδε ο σούπερ Μάριο και δεν μιλά πια για δημοσιονομική επέκταση, παρά μόνο για ποσοτική χαλάρωση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Αρα δεν πρέπει να αναμένουμε πολλά από την επικείμενη νομισματική επέκταση. Είναι εκ των πραγμάτων αποσπασματική και δεν συνοδεύεται από το απαραίτητο δημοσιονομικό συμπλήρωμα. Οσο δεν ενισχύεται η ζήτηση, μοιραία η ρευστότητα ανακυκλώνεται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα φουσκώνοντας τις τιμές των χρηματοοικονομικών τίτλων. Ενώ η πραγματική οικονομία παραμένει καθηλωμένη στο βούρκο του αποπληθωρισμού και της στασιμότητας. Η χρηματοοικονομική σφαίρα αυτονομείται και ευημερεί, αλλά η πραγματική οικονομία πάσχει. Σας θυμίζει τίποτε; Είναι το παράδοξο που οδήγησε στην πιστωτική κρίση του 2008…
Για να υπάρξει ανάκαμψη η ρευστότητα πρέπει να διοχετευθεί στην πραγματική οικονομία. Πάση θυσία. Και μάλιστα χωρίς νέα χρέη. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Με απευθείας νομισματική χρηματοδότηση των κρατικών ελλειμμάτων (και του επενδυτικού σχεδίου Γιούνκερ) από την ΕΚΤ. Η ρευστότητα αυτή πρέπει να χρηματοδοτήσει επενδύσεις παραγωγικών υποδομών, που βραχυπρόθεσμα ενισχύουν το ΑΕΠ και την απασχόληση και μεσοπρόθεσμα την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα.
Θα μπορούσε επίσης να χρηματοδοτήσει ευθέως την κατανάλωση. Με «χρήμα εξ ουρανού». Γιατί όχι; Δεν το συζητούν πια μόνον οι οικονομολόγοι της Σύγχρονης Νομισματικής Θεωρίας (MMT), αλλά και έγκυρες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας (Figaro, Spiegel). Ενα τσεκ 3.000(;), 5.000(;) ευρώ ανά φορολογούμενο θα ενίσχυε πάραυτα την αγοραστική δύναμη και τον τζίρο των επιχειρήσεων. Η δε τόνωση του πληθωρισμού θα ροκάνιζε τα χρέη. Ο,τι καλύτερο για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Ζήτηση, ζήτηση, ζήτηση. Αυτό είναι σήμερα το μέγα πρόβλημα. Κι όμως αντιμετωπίζεται με μέτρα τόνωσης της… προσφοράς, που εντείνουν τον αποπληθωρισμό και τη στασιμότητα! Απίστευτο κι όμως αληθινό!
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ