Με επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά ο πρόεδρος της EBU κ. Ζαν-Πολ Φιλιπό και η γενική διευθύντριά της κυρία Ινγκριντ Ντελτένρ εκφράζουν την πλήρη αντίθεσή τους προς την τροπολογία η οποία ψηφίστηκε στην Ελληνική Βουλή στις 5 Αυγούστου και με την οποία άλλαξε και πάλι οτρόπος ορισμού των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου της ΝΕΡΙΤ, ο οποίος πέρασε στον εκάστοτε αρμόδιο υπουργό και στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, θέτοντας έτσι στην ουσία τη Δημόσια Τηλεόραση υπό τον έλεγχο της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Να θυμίσουμε ότι, όπως προβλέπεται στη συγκεκριμένη τροπολογία, «για την πλήρωση των θέσεων του Εποπτικού Συμβουλίου δύο μήνες πριν από τη λήξη της θητείας τους δημοσιεύεται από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο ανοιχτή πρόσκληση ενδιαφέροντος». Η πρόσκληση περιλαμβάνει αναλυτική κατάσταση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων που πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι. Στην τροπολογία σημειώνεται ότι«τα ανωτέρω μέλη επιλέγονται μεταξύ προσώπων εγνωσμένου ηθικού και επιστημονικού κύρους με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, κατόπιν εισήγησης του υπουργού που είναι αρμόδιος για θέματα Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης και διορίζονται με απόφασή του».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος 4173/2013 με τον οποίο οριζόταν το πλαίσιο επιλογής των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου παρουσιαζόταν από κυβερνητικά στελέχη ως μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή στη θεσμική κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της Δημόσιας Τηλεόρασης. Ηταν επίσης ένα από τα λίγα στοιχεία που είχαν βρει σύμφωνη την EBU. Σε παλαιότερη συνέντευξή της στο «Βήμα της Κυριακής» τον Οκτώβριο του 2013 η κυρία Ντελτένρ δήλωνε σχετικά: «Εχουμε μελετήσει το νέο νομοθετικό πλαίσιο και πιστεύουμε ότι είναι καλύτερο από αυτό που υπήρχε».
Ο νόμος προέβλεπε ότι για τη σύνθεση του Εποπτικού Συμβουλίου έπρεπε έπειτα από δημόσια πρόσκληση του διευθύνοντος συμβούλου της ΝΕΡΙΤ να επιλεγεί ένας φορέας του ιδιωτικού ή του δημόσιου τομέα ο οποίος σε συνεργασία με έναν αναγνωρισμένο επιστημονικό φορέα ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος θα δημοσίευαν ανοιχτή πρόσκληση για την πλήρωση των θέσεων των μελών του Συμβουλίου. Στη συνέχεια θα αξιολογούσαν τις υποψηφιότητες, θα κατέληγαν σε 10 και θα υπέβαλλαν τον κατάλογο στον αρμόδιο υπουργό, ο οποίος με τη σειρά του θα επέλεγε επτά για το Συμβούλιο και τρεις ως αναπληρωματικά μέλη, χωρίς ωστόσο να δεσμεύεται από την αξιολόγηση.
Με την επιστολή τους τα δύο στελέχη της EBU εκφράζουν τη «βαθιά ανησυχία» τους για τις επιπτώσεις που πιθανόν να έχει στο «μέλλον της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα» η συγκεκριμένη τροπολογία, ενώ δηλώνουν «έκπληκτοι και απογοητευμένοι» με τον τρόπο με τον οποίο μεθοδεύτηκε η αλλαγή στον τρόπο επιλογής των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου της ΝΕΡΙΤ.

«Οπως γνωρίζετε, το κλείσιμο της ΕΡΤ προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση, την ανεξαρτησία και τον πλουραλισμό στα δημόσια μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα. Οι ανησυχίες αυτές μετριάστηκαν από την άμεση ίδρυση του μεταβατικού φορέα και την υπόσχεση ότι η νέα Δημόσια Ραδιοτηλεόραση θα ήταν προστατευμένη από πολιτικές παρεμβάσεις. Οντως ο περυσινός νόμος 4173/2013 εισήγαγε μια σειρά σημαντικές διασφαλίσεις προκειμένου να προστατευθεί η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση από πολιτικές παρεμβάσεις και η διαδικασία για την επιλογή των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου ήταν μία από αυτές. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που δεν έκανε δεκτή την αίτηση ακύρωσης της απόφασης για το κλείσιμο της ΕΡΤ βασίστηκε εν μέρει σε αυτή την υπόσχεση. Στην απόφασή του το ΣτΕ έκανε σαφή αναφορά στις προβλέψεις του νόμου 4173/2013 οι οποίες εισήχθησαν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η επιλογή των μελών του Εποπτικού και του Διοικητικού Συμβουλίου θα ήταν ανεξάρτητη από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία»
αναφέρουν στην επιστολή τους και συνεχίζουν: «Τώρα είμαστε έκπληκτοι και απογοητευμένοι από το γεγονός ότι αυτές οι διαδικασίες έχουν αλλάξει κυριολεκτικά εν μιά νυκτί χωρίς την απαραίτητη δημόσια διαβούλευση και χωρίς να ληφθούν υπόψη οι νομοθετικές ρυθμίσεις που ισχύουν σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη και προστατεύουν την ανεξαρτησία και τον πλουραλισμό των διοικητικών οργάνων της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης».
Τα δύο στελέχη της EBU αναγνωρίζουν ότι πιθανώς η προηγούμενη διαδικασία να ήταν «περίπλοκη και χρονοβόρα», τονίζουν όμως ότι η νέα ρύθμιση δεν διασφαλίζει την ανεξαρτησία και τον πλουραλισμό στα διοικητικά όργανα της ΝΕΡΙΤ, δεδομένου ότι η επιλογή των μελών τους είναι πλέον στη δικαιοδοσία «της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής με απλή πλειοψηφία και βασίζεται σε εισήγηση του υπουργού αρμοδίου για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση».
Αναφέρουν επίσης ότι η διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης δεν είναι μόνο ζήτημα νομοθετικών ρυθμίσεων αλλά και «ζήτημα υπεύθυνης συμπεριφοράς από το πολιτικό προσωπικό».
Οι δύο παράγοντες της EBU κάνουν έκκληση στον Πρωθυπουργό να χρησιμοποιήσει όλες του τις δυνάμεις προκειμένου να διασφαλιστεί «η ανεξάρτητη και πλουραλιστική σύνθεση του Εποπτικού Συμβουλίου» και ότι η ΝΕΡΙΤ θα υπηρετεί το καθήκον της απέναντι στην ελληνική κοινωνία ανεξάρτητα από πολιτικές παρεμβάσεις.

«Θα γνωρίζετε, όπως κι εμείς, ότι τα βλέμματα διεθνώς είναι στραμμένα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και ότι η λειτουργία της ΝΕΡΙΤ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι: ο ένας δρόμος οδηγεί στην εκπλήρωση της αρχικής ιδέας –ότι η ΝΕΡΙΤ θα είναι πολιτικά ανεξάρτητη. Αν ακολουθήσετε τον άλλον δρόμο, θα επιβεβαιωθούν απλώς οι επικριτές της ΝΕΡΙΤ που θα εκλάβουν την ψήφιση της τροπολογίας ως ένα βήμα πίσω προς το παλιό καθεστώς των πολιτικών παρεμβάσεων»
τονίζεται στην επιστολή.

ΖΗΤΗΜΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ
Αντιδράσεις στην Ελλάδα

Οι αντιδράσεις στη συγκεκριμένη τροπολογία δεν περιορίζονται μόνο στην EBU. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Θ. Καρούνος, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΝΕΡΙΤ, «το βασικό θέμα που προέκυψε από το κλείσιμο είναι η διαδικασία συγκρότησης ενός πραγματικά ανεξάρτητου δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα. Το θέμα είναι να μην τεθεί σε αμφισβήτηση αυτός ο ρόλος της ΝΕΡΙΤ και να μην υπάρχουν παρεμβάσεις από το πολιτικό σκηνικό, με δεδομένο ότι η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση χρηματοδοτείται από τους πολίτες και όχι από τα κόμματα που κυβερνούν». Ο κ. Καρούνος τονίζει ότι η νέα διαδικασία επιλογής των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου υπονομεύει την ανεξαρτησία της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης.
Την αντίθεσή του με την τροπολογία εξέφρασε και ο πρώην υφυπουργός αρμόδιος για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση κ. Παντελής Καψής. Οπως χαρακτηριστικά σημείωσε στη σελίδα του στο Facebook, «ένα λάθος δεν διορθώνεται με ένα ακόμη λάθος. Ο νόμος για τη ΝΕΡΙΤ απαιτούσε πράγματι χρονοβόρες διαδικασίες, η λύση όμως δεν είναι η επαναφορά του κυβερνητικού ελέγχου. Το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί και πρέπει να διορίζεται από ένα πιο αντιπροσωπευτικό σώμα, όχι από την κυβερνητική πλειοψηφία. Πέρυσι τέτοια εποχή υπερασπιζόμασταν ως μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή τη θεσμική κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της Δημόσιας Τηλεόρασης. Σήμερα θα υποστηρίξουμε το ακριβώς αντίθετο. Με ποια αξιοπιστία;».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ