Με την προσδοκία ότι εκτονώνεται το κύμα βίας που κατέλυσε τον νόμο και την τάξη, είναι επείγουσα ανάγκη να προσεχθούν από όλους μας οι ακόλουθες επισημάνσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κάρολου Παπούλια:

«Αν η κοινωνία μας» τόνισε «δεν απαντήσει πειστικά δίνοντας λύσεις,οι πληγές θα μένουν ανοιχτές.Στην απάντησή μας όμως πρέπει να επιμείνουμε με σεβασμό στους θεσμούς και στους νόμους». Αυτά δεν μπορούν παρά να σημαίνουν ότι η κυβέρνηση και όλες οι πολιτικές παρατάξεις, που έχουν ορκισθεί πίστη στο Σύνταγμα, οφείλουν να σέβονται όλους τους νόμους, έστω και αν δεν τους αρέσουν, να διευκολύνουν και όχι να συνιστούν ανυπακοή. Και αυτό είναι υποχρέωση και των δασκάλων και καθηγητών, των μαθητών και φοιτητών και των γονιών τους (οι οποίοι ευθύνονται και ποινικά για τους βανδαλισμούς των ανήλικων τέκνων τους). Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Βουλή, η κυβέρνηση και η Δικαιοσύνη έχουν υποχρέωση να επιβάλλουν τον νόμο και την τάξη και να προστατεύουν τη γαλήνη της κοινωνικής ζωής, την περιουσία των απλών ανθρώπων αλλά και τη δημόσια, την οποία πληρώνουμε όλοι οι φορολογούμενοι. Κανείς δεν επιτρέπεται να επηρεάζεται από το διαβόητο πολιτικό κόστος εις βάρος του κοινωνικού και εθνικού. Η προεδρική σύσταση απευθύνεται φυσικά και στην αντιπολίτευση και ιδιαίτερα στα κόμματα που ενθαρρύνουν την παραβατικότητα. Επίσης και προς τον θεσμό της Δικαιοσύνης, η οποία παραμένει τραγικά απούσα, χωρίς κανένας εισαγγελέας να ασκεί τις εκ του νόμου υποχρεώσεις του. Η Δικαιοσύνη παραβιάζει επί χρόνια σαφή διάταξη του ποινικού νόμου η οποία τιμωρεί αυστηρά την οφειλόμενη άσκηση διώξεων για κακουργήματα που διαπράττονται μέσα στα σχολεία και στα ανεκδιήγητα πανεπιστήμιά μας υπό το πρόσχημα ενός δήθεν ασύλου το οποίο μεταλλάχθηκε σε αναίσχυντη ασπίδα προστασίας εγκληματιών. Και απαλλάσσει συνήθως τους ενόχους.

Δυστυχώς κανείς σχεδόν δεν τολμά να πει ότι είναι παράνομες οι καταλήψεις σχολείων και ΑΕΙ και ότι ακόμη και πραγματικές πλειοψηφικές αποφάσεις μαθητών και φοιτητών δεν μπορούν να άρουν την ισχύ των νόμων και τον άδικο χαρακτήρα της καταστροφής της δημόσιας περιουσίας. Υποκριτική δείχνει και η μονότονη θρηνωδία των πρυτανικών αρχών για τις καταστροφές από δήθεν μη φοιτητές και από τους προστατευόμενούς τους κουκουλοφόρους. Με πόνο ψυχής και συγκρατημένη οργή τόνισε επίσης ο κ. Παπούλιας: «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το τραγικό συμβάν ως άλλοθι για πράξεις ωμής βίας,για πράξεις που στρέφονται κατά αθώων πολιτών, κατά των περιουσιών τους,κατά ολόκληρης της κοινωνίας,κατά της ίδιας της δημοκρατίας». Γιατί δυστυχώς πονηροί πολιτευτές, εχθροί της δημοκρατίας και νοσταλγοί του ερυθρού ολοκληρωτισμού, δαιμονισμένοι (κατά Ντοστογέφσκι) εχθροί κάθε εξουσίας, ηδονίζονται με το χάος που επιδιώκουν να κυριαρχήσει, εκμεταλλεύονται την απειρία, την αφέλεια, το περίσσευμα διάθεσης βίας που χαρακτηρίζει τα νιάτα και την άγνοια μιας ούτως ή άλλως εκτροχιασμένης κοινωνίας. Το ίδιο αδιάφοροι και αλιεύοντας στα θολά νερά οι κομματικοί εγκάθετοι και οι βολεμένοι με τη μονιμότητα συνδικαλιστές του Δημοσίου και των ΔΕΚΟ, που με τη μονοπωλιακή δύναμή τους έχουν σε διαρκή ομηρεία την κοινωνία, δεν διστάζουν να υποδαυλίζουν τις διαδηλώσεις των παραπλανημένων νέων (των μεγάλων θυμάτων αυτής της τραγικής εξέλιξης που υπονομεύει το μέλλον τους) και όλα αυτά για να παραμείνει στα χάλια της η δημόσια εκπαίδευση και για να αποσπασθούν ψήφοι από κομματικούς σχηματισμούς που χλευάζουν τη δημοκρατία. Επικεφαλής στην καλλιέργεια της αναρχίας η αχαλίνωτη δεκαρολόγος τηλεόραση και οι διψασμένοι για καταστροφές τηλεκατευθυνόμενοι δημοσιογράφοι που δεν θα δίσταζαν αν μπορούσαν να βάλουν φωτιά σε όλη την Ελλάδα για να απολαύσουν τηλεοπτικά το θέαμα ως σύγχρονοι Νέρωνες. Πού πάμε;