Σε όσα ο κ. Α. Λ. Πιερρής, με αφορμή την έκδοση του Παπύρου του Δερβενίου (Φλωρεντία: Corpus dei papiri filosofici greci e latini, vol. 13, 2006), μου καταμαρτυρεί στο «Βήμα της Κυριακής» τής 15.10.2006 («Νέες Εποχές», Α59, σχεδόν αναδημοσίευση του ίδιου άρθρου του στο «Express» τής 7.10.2006) σχετικά με την όποια επιστημονική αξία μου ή την ηθική μου ακεραιότητα δεν πρόκειται να απαντήσω. Ας καμαρώνουν άλλοι μπροστά στον καθρέφτη τους και ας αναφωνούν, κατά Βάρναλην, «πόσο εγώ είμαι ωραίος». Ορισμένες όμως αλήθειες, πασίγνωστες στη διεθνή φιλολογική κοινότητα, πρέπει, μόνο για την ιστορία αλλά και χάριν του ευρύτερου αναγνωστικού κοινού, να ξαναλεχθούν.


Γράφει ο κ. Πιερρής ότι ανέλαβα την έκδοση του Παπύρου του Δερβενίου το 1962, άρα καθυστέρησα την έκδοση 44 χρόνια. Το 1962, όταν ανακαλύφθηκε ο Πάπυρος, ήμουν 26 χρόνων, μόλις είχα απολυθεί από τον στρατό και περίμενα να διοριστώ βοηθός στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ποιος σοβαρός άνθρωπος θα μου ανέθετε να εκδώσω τον μοναδικό πάπυρο που βρέθηκε στην Ελλάδα και που, όπως διαπιστώθηκε, ήταν και ο αρχαιότερος σωζόμενος ελληνικός πάπυρος; Την έκδοση ανέλαβα πράγματι μετά το 1978, ουσιαστικά από το 1980, δεδομένου ότι μόλις τότε, μετά τον σεισμό της Θεσσαλονίκης τον Ιούνιο του 1978, ξαναλειτούργησαν κανονικά τόσο η Φιλοσοφική Σχολή όσο και το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Δεν εννοώ ότι τα 26 χρόνια από το 1980 ως σήμερα είναι λίγα, αλλά τι μεσολάβησαν σε αυτά τα χρόνια είναι γνωστό στη διεθνή φιλολογική κοινότητα και δεν προτίθεμαι να επεκταθώ σε αυτά. Λίγα μόνο θα αναφερθούν αναγκαστικά πιο κάτω.


* «Ανώνυμη» δημοσίευση


Γράφει ο κ. Πιερρής ότι «όταν το 1982 μεγάλος κλασικός φιλόλογος επεξεργάστηκε μια πρώτη έκδοση εργασίας του κειμένου βάσει των στοιχείων που είχαν μέχρι τότε συλλεχθεί ποικιλοτρόπως(!), διέρρεε από τη Θεσσαλονίκη η πληροφορία περί “κλεψίτυπης” έκδοσης και υπενοείτο ότι είχε νοσφισθεί η εργασία του υπευθύνου». Πρώτα πρώτα, καμία πληροφορία δεν «διέρρεε από τη Θεσσαλονίκη». Η δημοσίευση εκείνη προκάλεσε από μόνη της αίσθηση επειδή έγινε ανωνύμως και χωρίς να ενταχθεί στη σελιδαρίθμηση του περιοδικού που τη φιλοξένησε! Το κυριότερο όμως είναι ότι ήταν στην πραγματικότητα έκδοση δική μας (ήδη συνεργαζόμουν τότε με τον συνάδελφό μου παπυρολόγο κ. Γ. Μ. Παράσογλου): εμείς την είχαμε κοινοποιήσει σε τέσσερις-πέντε ειδικούς κλασικούς φιλολόγους και παπυρολόγους για να μας πουν τη γνώμη τους και να μας κάνουν υποδείξεις, όπως γίνεται πάντοτε στο πλαίσιο της αυτονόητης διεθνούς επιστημονικής συνεργασίας. Με τους επιστήμονες αυτούς είχαμε έναν πολύ γόνιμο επιστολικό διάλογο. Οταν έγινε η ανώνυμη δημοσίευση της δικής μας πρώτης έκδοσης (ποιος «μεγάλος κλασικός φιλόλογος» θα δημοσίευε ποτέ την πρώτη έκδοση εργασίας του ανωνύμως;), χαρακτηρίστηκε από όλον τον φιλολογικό κόσμο unauthorized και piratic. Είναι άλλο ζήτημα αν διάφοροι έσπευσαν χαιρέκακα να εκμεταλλευθούν τον μόχθο μας. Πάντως ο εκδότης του περιοδικού στο οποίο έγινε η κλοπιμαία δημοσίευση, ο μεγάλος δηλαδή κλασικός φιλόλογος που αναφέρει ο κ. Περρής, με επιστολή του μου εξέφρασε τη λύπη του υποστηρίζοντας ότι η δημοσίευση έγινε κατά λάθος και προσφέρθηκε να επανορθώσει προσθέτοντας τα ονόματά μας. Εν τω μεταξύ έχουν αποκαλυφθεί οι λεπτομέρειες της πειρατικής εκείνης έκδοσης, που κάθε άλλο παρά κατά λάθος έγινε.


Γράφει ο κ. Πιερρής ότι στο συνέδριο του Princeton το 1993 προσκλήθηκα μεν αλλά «πάλι τίποτε». Στο συνέδριο εκείνο είχα μετάσχει ενεργά: ανακοίνωσα εκεί και ερμήνευσα τις άγνωστες ως τότε επτά πρώτες στήλες του Παπύρου, οι οποίες φώτισαν τελείως διαφορετικά τον χαρακτήρα του βιβλίου του Δερβενίου, αλλά συνέβαλα και στην προετοιμασία του τόμου των Πρακτικών του συνεδρίου, στη μετάφραση και συμπλήρωση του κειμένου και – ανταποκρινόμενος στην παράκληση των επιμελητών του τόμου – στον έλεγχο όλων των άλλων συμβολών στον τόμο. Ολα αυτά αναφέρονται ρητά στην Εισαγωγή του συλλογικού εκείνου έργου και σε πολυάριθμες παραπομπές ή αναφορές στο όνομά μου. «Πάλι τίποτε»;


* Ελεύθερη πρόσβαση


Γράφει ο κ. Πιερρής επανειλημμένως και με άκρως απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς ότι όλα αυτά τα χρόνια είχα δεσμεύσει τον Πάπυρο και δεν επέτρεπα σε κανέναν την πρόσβαση σε αυτόν. Ουδέν αναληθέστερον. Ο Πάπυρος αποτελούσε πάντοτε ένα από τα κυριότερα εκθέματα του Μουσείου της Θεσσαλονίκης. Οι εκάστοτε ιθύνοντες του μουσείου αποφάσιζαν κάθε φορά πόσα τμήματα του Παπύρου θα εξέθεταν και με ποιον τρόπο· κανείς ποτέ – και δικαιολογημένα – δεν ζήτησε τη γνώμη μου και ποτέ εγώ δεν έκανα την παραμικρή παρέμβαση. Το μουσείο αλλά και εγώ ο ίδιος στείλαμε επανειλημμένως φωτογραφίες του Παπύρου σε ενδιαφερομένους και πολλές από αυτές έχουν δημοσιευθεί.


Το συγκροτημένο όμως κείμενο, που προέκυψε μετά τη δυσχερέστατη ανάγνωση των πολυάριθμων απανθρακωμένων μικρών κομματιών του Παπύρου και κυρίως μετά τη μακρά και κοπιώδη εργασία συνένωσής τους σε ένα γιγαντιαίο παζλ, καθώς και η ερμηνεία του κειμένου, αυτά αποτελούσαν δική μας πνευματική εργασία και είχαμε κάθε δικαίωμα να επιτρέπουμε ή όχι την πρόσβαση σε αυτά. Τελικά, όπως είναι φανερό, ούτε και αυτό το δικαίωμα εξασφαλίσαμε, αφού το κείμενό μας έγινε γνωστό με αθέμιτο τρόπο και εν αγνοία μας σε κάθε ενδιαφερόμενο. Είναι ανεξήγητο γιατί οι όποιοι διαμαρτυρόμενοι για καθυστέρηση αποκρύπτουν το γεγονός ότι, δύο μόλις χρόνια μετά την έναρξη της εργασίας μας, το 80% του Παπύρου είχε ήδη γίνει γνωστό, ενώ το 1993, με την ανακοίνωσή μου στο συνέδριο του Princeton, έγινε γνωστό και όλο σχεδόν το υπόλοιπο.


* Ακυρωτικές ενέργειες


Υπήρξε όμως μία και μοναδική δέσμευση υπέρ ημών που ίσχυσε για τέσσερις περίπου μήνες. Αυτή περιλαμβάνεται στην απόφαση του υφυπουργού Πολιτισμού κ. Π. Τατούλη, της 25.11.2005, η οποία, μετά από ομόφωνη γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, σε συνεδρίαση του οποίου την 1.11.2005 παρουσιαστήκαμε ο κ. Πιερρής και εγώ, μου δίνει προθεσμία ως το τέλος του 2006 για να προβώ στην τελική δημοσίευση του Παπύρου. Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε ταχύτατα στην πράξη με τις ενέργειες του κ. Πιερρή το Πάσχα του 2006, όταν άρχισε η εργασία για την πολυφασματική απεικόνιση του Παπύρου από την ομάδα Πιερρή. Ωστόσο η δική μας εργασία είχε ήδη, πριν από τη συνεδρίαση του ΚΑΣ, παραδοθεί στους ιταλούς εκδότες του Corpus των Φιλοσοφικών Παπύρων και έτσι τόσο η δεσμευτική απόφαση όσο και η ακύρωσή της δεν είχαν πλέον κανένα νόημα. Δεν υπάρχει λόγος να χαίρεται ο κ. Πιερρής ότι δήθεν αυτός προκάλεσε την έκδοσή μας.


Διαμαρτύρεται επίσης ο κ. Πιερρής για κάποιες αναφορές που κάνει ο κ. Τιβέριος στην επιφυλλίδα του: «Δηλαδή, διέρρηξα το γραφείο και έκλεψα το αποτέλεσμα της αεί ωδίνουσας και ούποτε μέχρι μόλις τούδε τεκούσας εργασίας του καθηγητή στον Πάπυρο, αλλά μερικοί (ποιοι;) με είδαν;!». Μπορώ να διαβεβαιώσω απαντώντας στην τόσο ρητορική ερώτηση ότι δεν μου διέρρηξε το γραφείο και δεν μου έκλεψε το αποτέλεσμα της αεί κτλ. κτλ. Οσα έγιναν έγιναν μόνον παρουσία μου – και άλλων δύο συναδέλφων.


Στο άρθρο του κ. Πιερρή έστειλε απάντηση και ο καθηγητής κ. Μιχάλης Τιβέριος η οποία θα δημοσιευθεί σε προσεχές φύλλο.




Ο κ. ΠΙΕΡΡΗΣ συνεργάζεται με έναν έγκριτο ξένο παπυρολόγο και κλασικό φιλόλογο, τον δρα Dirk Obbink. Οσα γράφει για την αξία του λαμπρού αυτού και πολλά υποσχόμενου νέου επιστήμονα τα προσυπογράφω. Γράφει όμως διάφορα για τη σημασία του πανεπιστημιακού τίτλου lecturer που φέρει ο κ. Obbink και καταφέρεται με πολλή αγανάκτηση κατά κάποιων που φέρουν τον τίτλο του καθηγητή, όπως λ.χ. ο κ. Τιβέριος και εγώ. Τότε αλήθεια γιατί προβίβασε τον συνεργάτη του σε Professor Dirk Obbink στην αίτηση που υπέβαλε στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων στις 2.9.2005 (αρ. πρωτ. 70803/10873/2.9.2005); Και το πιο αστείο, αυτός που ορθότατα διδάσκει ότι είναι «καιρός να μάθουμε σε αυτή τη δύσμοιρη χώρα ότι οι ικανότητες και το έργο, και όχι η τυχόν τυπική θέση, καθορίζουν ουσιαστικές αρμοδιότητες και υπευθυνότητες», γιατί προβίβασε εαυτόν στην ίδια αίτηση σε Professor Apostolos Pierris; Μέσα στο μένος του κατά του δημόσιου πανεπιστημίου, δεν καταλαβαίνει ότι υποτιμά και ευτελίζει τον συνεργάτη του, μέλος ενός «ογκώδους, δαπανηρού, δυσλειτουργικού, αναποτελεσματικού και αντιπαραγωγικού δημόσιου ακαδημαϊκού φορέα», του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σαν αυτά που το δικό του ιδιωτικό φιλοσοφικό κέντρο των Πατρών, με τις συνεργασίες και τις δραστηριότητές του, υπερακοντίζει, όπως λέει, και τα ακραία όρια των επιδόσεών τους;


Και δεν καταλαβαίνει πόσο υποτιμά και ευτελίζει τον συνεργάτη του, διευθυντή και γενικό εκδότη του προγράμματος για τους παπύρους της Οξυρρύγχου, όταν διαμαρτύρεται για την επί 44 χρόνια (τα 26 από τα οποία δικά μου) καθυστέρηση της έκδοσης του Παπύρου του Δερβενίου, τη στιγμή που γνωρίζει ότι, όπως ανακοινώθηκε πέρυσι, 400.000 ανέκδοτοι πάπυροι βρίσκονται στα υπόγεια της Egypt Exploration Society, οι περισσότεροι από την Οξύρρυγχο, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, χωρίς κανείς να έχει δικαίωμα πρόσβασης σε αυτούς; Δεν καταλαβαίνει πόσο τον υποτιμά και τον ευτελίζει όταν του θυμίζει, έμμεσα αλλά ξεκάθαρα, ότι πρέπει να ντρέπεται για την έκδοση του Παπύρου του Αρχιλόχου που δημοσίευσε υποδειγματικά πέρυσι, 109 χρόνια ύστερα από την ανακάλυψή του;


Ο κ. Πιερρής απειλεί ότι θα μας μελετήσει και θα μας αξιολογήσει εν καιρώ. Είναι η πρέπουσα και αναμενόμενη επιστημονική υποχρέωση. Το ίδιο θα γίνει (όχι από εμένα, πάντως) και με την έκδοση του Dirk Obbink, που εύχομαι να είναι αρτιότερη από τη δική μας. Μόνο που όλος ο φιλολογικός κόσμος θα γνωρίζει ότι στηρίχθηκε στην προϋπάρχουσα εδώ και χρόνια δική μας εργασία.


Ο κ. Κ. Τσαντσάνογλου είναι ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.