Κυρίαρχο παραμένει επί χρόνια το ερώτημα: Γιατί η Αστυνομία δεν συλλαμβάνει τους κουκουλοφόρους, που διαλύουν σχεδόν κάθε εβδομάδα πια το κέντρο Αθήνας και Θεσσαλονίκης;


Από πλευράς Αστυνομίας καταγγέλλονται για υποκρισία οι κατήγοροί τους: «Οταν – λένε – προβαίνουμε σε συλλήψεις, εμφανίζονται αυτόκλητοι υποστηρικτές των βανδάλων και ζητούν την απελευθέρωσή τους, ενώ όταν η αντίδραση της Αστυνομίας είναι σταθερή και με μέτρο, μας κατηγορούν γιατί δεν προβαίνουμε σε συλλήψεις. Τελικά, θα πρέπει να μας πουν τι ακριβώς θέλουν όλοι αυτοί που ανέχονται στις πορείες τους τους κουκουλοφόρους βανδάλους και τους παρακολουθούν απαθείς να καταστρέφουν». Το ότι δικαίως καταγγέλλεται από τους αστυνομικούς αυτή η απύθμενη υποκρισία, που συγκαλύπτεται με τον βολικό ισχυρισμό ότι οι συλλαμβανόμενοι δεν είναι κουκουλοφόροι αλλά φοιτητές, είναι αναμφισβήτητο. Ο εύλογος αντίλογος των καλόπιστων επικριτών της Αστυνομίας είναι ότι οφείλει να εκτελεί το καθήκον της και να εφαρμόζει τον νόμο κατά των παρανομούντων ανεξάρτητα από το αν κατηγορούνται οι άνδρες της ως «μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι». Και υπό την προϋπόθεση ότι έχει εντολή να αμύνεται με ψυχραιμία και προσοχή κατά των έξαλλων μαγκουροφόρων, κουκουλοφόρων και μη.


Το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία μας έχει εκπαιδευτεί να θεωρεί την Αστυνομία ως εχθρό και να ανέχεται, αν δεν συμπαρίσταται, εκείνους που σπάνε και καίνε ή ακόμη και σκοτώνουν. Οι τρομοκράτες δολοφόνοι είχαν ευρεία κοινωνική στήριξη ή ανοχή που ενθουσιωδώς καταδίκασε, π.χ., σε ηθική και επαγγελματική εξόντωση τον αστυνομικό, ο οποίος προσπαθώντας να αποφύγει την πυρπόλυσή του από τον νεαρό κουκουλοφόρο Καλτεζά τον πυροβόλησε θανάσιμα. Δεκάδες είναι άλλωστε οι αστυνομικοί που δολοφονήθηκαν ή έμειναν ανάπηροι στη μάχη κατά των τρομοκρατών. Ενώ επί δεκαετίες προσέρχονται ως μάρτυρες υπεράσπισης τρομοκρατών γνωστοί δήθεν προοδευτικοί.


Πόσοι άλλωστε είναι εκείνοι που συλλαμβανόμενοι επ’ αυτοφώρω ακόμη και στον ρόλο των χούλιγκαν απαλλάσσονται από τα δικαστήρια με τον εύκολο ισχυρισμό ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις της ενοχής των κουκουλοφόρων. Δυστυχώς δεν έχει γίνει καθόλου αντιληπτό ότι και οι δικαστές όπως και οι ένορκοι τελούν υπό καθεστώς τρομοκρατίας, αφού απειλούνται από τους ομοϊδεάτες των αναρχικών και των βομβιστών ή και των τρομοκρατών ότι θα πληρώσουν με τη ζωή τη δική τους και των μελών της οικογένειάς τους μια καταδικαστική απόφαση. Το ίδιο τρομοκρατούνται και οι αστυνομικοί, οι οποίοι αποφεύγουν να προσέρχονται ως μάρτυρες κατηγορίας ή προσερχόμενοι τα μασούν, αφού εκείνους και τις οικογένειές τους δεν τους προστατεύει κανείς από την εκδίκηση των διωκομένων και των συντρόφων τους. Η στήλη αυτή έχει κατ’ επανάληψιν δημοσιεύσει την καταγγελία τού πρώην υπουργού Δικαιοσύνης κ. Σταθόπουλου για αθωώσεις εγκληματιών και τρομοκρατών υπό την απειλή αντιποίνων από τους δικούς τους.


Είναι όμως πια καιρός και η Αστυνομία και οι δικαστές να ανταποκριθούν με γενναιότητα στην αποστολή τους. Και πρωτίστως τα κόμματα, που πιστεύουν στη δημοκρατία και όχι απλώς την επικαλούνται για να την υπονομεύσουν. Ας πάψουν να εθελοτυφλούν, και να λαϊκίζουν, ψηφοθηρώντας και χαϊδεύοντας τη διάχυτη διάθεση για παραβατικότητα, προκειμένου να προλάβουν τα χειρότερα. Ας μη δώσουν τον νεκρό που τόσο ύπουλα επιδιώκεται να υπάρξει για να εξασφαλισθεί ο ήρωας-σύμβολο ο οποίος θα διευκολύνει τις σκοτεινές επιδιώξεις των ακροδεξιών και ακροαριστερών φασιστών. Ταυτόχρονα επείγει η κατάλληλη εκπαίδευση των αστυνομικών, η αποκατάσταση στρατιωτικής πειθαρχίας και η απόσυρση των συνδικαλιστών τους από τις τηλεοράσεις.