gnikolo@dolnet.gr
Τα τελευταία στοιχεία για τις ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα είναι απογοητευτικά. Είμαστε στην προτελευταία θέση μεταξύ των τριάντα χωρών του ΟΟΣΑ με τελευταία «την καημένη την Ισλανδία που χαμένη στη μέση του Ατλαντικού ζει από το ψάρεμα και το μουρουνόλαδο» – που λέει και ένας φίλος. Υπάρχει περίπτωση να αυξηθούν οι ξένες επενδύσεις στη χώρα μας; Μάλλον όχι. Ο λόγος είναι απλός. Πρώτον, η γεωγραφική μας θέση είναι μακριά από το κέντρο της Ευρώπης. Δεύτερον, στην περιοχή υπάρχουν μεγαλύτερες χώρες και με πολύ πιο φθηνό κόστος. Τρίτον, ούτε οι υποδομές μας είναι καλές ούτε το επίπεδο των εργαζομένων καλύτερο από τους άλλους. Ξένες επενδύσεις λοιπόν δεν έχουμε λόγους να περιμένουμε, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον. Τι πρέπει να κάνουμε ελλείψει αυτών; Να επενδύσουμε μόνοι μας. Δυστυχώς, ούτε οι ελληνικές επενδύσεις είναι επαρκείς. Πολλοί έλληνες επιχειρηματίες προτιμούν να επενδύουν στο εξωτερικό για τους ίδιους λόγους που και οι ξένοι μάς αποφεύγουν. Τελικά αυτό που συνεχίζουμε να βιώνουμε είναι αποεπένδυση και φυγή κεφαλαίων, με εξαίρεση τις προσωρινές εισροές κεφαλαίων για αγορές μετοχών και μεμονωμένες επενδύσεις στον τραπεζικό τομέα.
Βασικός κανόνας των αγορών είναι να πηγαίνει κανείς με «το κύμα», δηλαδή την τάση της αγοράς. Και το κύμα αυτή τη στιγμή μάς πηγαίνει σε δύο κατευθύνσεις. Στον τραπεζικό τομέα και στον τουρισμό. Για την ορθή ανάπτυξη αυτών των δύο τομέων χρειάζεται προγραμματισμός και πολιτική. H κυβέρνηση όμως δεν το έχει αντιληφθεί. H τυφλή πίστη του οικονομικού επιτελείου στις δυνάμεις της αγοράς μεταφράζεται τελικώς σε απραξία και αδυναμία συμμετοχής στις εξελίξεις. Αυτό φάνηκε καθαρά στην περίπτωση της πώλησης της Εμπορικής Τράπεζας, όπου το υπουργείο Οικονομίας έχασε τον έλεγχο επειδή δεν καθόρισε διαδικασία πώλησης. Τελικώς η αγορά θα αποφασίσει ποιος θα ελέγξει την Εμπορική, με μεγάλες πιθανότητες η απόφαση να μην ταιριάζει με τις προθέσεις του υπουργείου Οικονομίας. Και δεν είναι μόνο αυτό. Ενδεχομένως θα υπάρξουν μέσα στο καλοκαίρι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα, που θα οδηγήσουν στη συγχώνευση ελληνικών τραπεζών και τελικά στη μείωση του ανταγωνισμού εις βάρος των καταθετών και των δανειοληπτών. Σε όλες αυτές τις εξελίξεις η κυβέρνηση δεν συμμετέχει.
Οσον αφορά τον τουρισμό, οι φιλότιμες προσπάθειες της υπουργού Φάνης Πάλλη-Πετραλιά δεν αρκούν. H κυρία Πετραλιά μπορεί – όπως και ο προκάτοχός της κ. Δ. Αβραμόπουλος – να αυξήσουν μέσω των διαφημίσεων και των δημοσίων σχέσεων το τουριστικό ρεύμα προς την Ελλάδα. H έλλειψη υποδομών όμως, η κακή συμπεριφορά, η έλλειψη τουριστικής παιδείας εμποδίζουν τη διασφάλιση διαρκούς ροής τουριστών στη χώρα μας. Και σε αυτόν τον τομέα η κυβέρνηση ολιγωρεί. H ανάπτυξη του τουρισμού – που είναι πλέον αποδεκτός από όλους ως η πλέον υποσχόμενη πηγή οικονομικής ανάπτυξης για την Ελλάδα – απαιτεί ένα λεπτομερές, δυναμικό και ευφάνταστο σχέδιο. Ουδείς το έχει φτιάξει.
Οποιαδήποτε επιτυχία οφείλεται σε ατομικές προσπάθειες των επιχειρηματιών, οι οποίοι στο σύνολό τους δηλώνουν ότι το κράτος στέκεται εμπόδιο στην ανάπτυξη. Για παράδειγμα, η εξαγορά της Marfin από τα κεφάλαια του Ντουμπάι, την οποία χαιρέτισε ως επιτυχία ο υπουργός Οικονομίας, είναι προσωπική επιτυχία του προέδρου της Marfin κ. A. Βγενόπουλου. Και όμως αυτή η εξαγορά μπορεί να αλλάξει τελικά τον τραπεζικό χάρτη της Ελλάδας, λόγω των αμύθητων κεφαλαίων των αράβων μετόχων της Marfin. Και αν αυτό γίνει, δεν θα είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού της κυβέρνησης – κατά πάσα πιθανότητα ούτε επιθυμία της καν.
Με λίγα λόγια, πορευόμαστε χωρίς σχέδιο και χάνουμε χρόνο και χρήμα και η κυβέρνηση παρακολουθεί τις εξελίξεις αδύναμη να τις ελέγξει.



