«Αυτή είναι η καλύτερη δουλειά μου»
Στην αρχή της δεκαετίας του ’90 ο Γιώργος Λαζάνης ανέβασε την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» για πρώτη φορά. Σήμερα, στο τέλος του αιώνα και της χιλιετίας, ο ίδιος σκηνοθέτης επανέρχεται με αυτή την τραγωδία του Ευριπίδη. «Αν σκεφθεί κανείς πόσα έργα του αρχαίου δράματος έχουμε, το να επανέρχεσαι σε μια τραγωδία εννέα χρόνια μετά δεν αποτελεί σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο ο λόγος που την ξανακάνω είναι ότι τη θεωρώ την καλύτερη παράσταση αρχαίου δράματος που έχω κάνει» εξηγεί ο σκηνοθέτης του Θεάτρου Τέχνης. «Ηθελα να ξαναδώ κάποιες λεπτομέρειες καθώς και να σταθώ σε σημεία που αναδεικνύουν περισσότερο το έργο. Και τότε και τώρα παραμένω ευχαριστημένος». Στο νέο ανέβασμα έχει για συνοδοιπόρους παλαιούς και νέους συνεργάτες. Ο ρόλος της Κλυταιμνήστρας και ο ρόλος του Αγαμέμνονα ερμηνεύονται από τη Μαρία Σκούντζου και τον Γιάννη Βόγλη αντιστοίχως, οι οποίοι και συνέπλευσαν με την υπόλοιπη διανομή της πρώτης παράστασης.
«Το έμψυχο υλικό, οι ηθοποιοί, είναι εκείνοι στους οποίους βασίζομαι και χαίρομαι γιατί συνεργάζομαι με ανθρώπους τού Τέχνης». Βασικότερος ίσως λόγος για τον οποίο επέλεξε να ανεβάσει αυτή την «Ιφιγένεια» είναι το γεγονός ότι τη θεωρεί απόλυτα σημερινό έργο. «Μα, θα μου πείτε, ο Ευριπίδης είναι έτσι κι αλλιώς αιώνιος και θα είναι πάντα, φοβάμαι, και επίκαιρος. Με την «Ιφιγένεια» αυτό ισχύει και με το παραπάνω. Γι’ αυτό και προχώρησα στο ανέβασμά της. Δεν σημαίνει ότι θα είναι μια «άλλη παράσταση» αλλά μια «άλλη ανάγνωση», μια εξέλιξη της προηγουμένης». Επιπλέον προσπάθησε να επιτύχει κάτι ακόμη: να παρουσιάσει κάθε μέλος του χορού ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα· να μπαίνει μέσα ως ομάδα αλλά στη συνέχεια να ξεχωρίζει κάθε άτομο και να εκφράζει τις απόψεις του παίρνοντας θέση απέναντι στα πράγματα.
Σύγχρονη και επίκαιρη τραγωδία, η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» φέρνει στο προσκήνιο το διαχρονικό θέμα του πολέμου. «Εδώ μιλάμε για έναν κατακτητικό πόλεμο, για «ένα πουκάμισο αδειανό, για μια Ελένη», που λέει και ο ποιητής. Σε αυτό τον πόλεμο θυσιάζουμε έναν άνθρωπο για να σκοτώσουμε πολλούς. Και αυτό είναι τραγικό. Πρόκειται για ύβρη. Ολα τα γεγονότα μάς οδηγούν εκεί. Αυτό και μόνο φθάνει: παίρνεις ένα παιδί και του λες ότι οι θεοί ζητούν τη θυσία του και μάλιστα διά στόματος του πατέρα του. Από εκεί και πέρα αυτό το παιδί είναι πεθαμένο. Είτε ζήσει είτε πεθάνει, αυτό το παιδί δεν υπάρχει πια. Αυτά δεν βλέπουμε και σήμερα γύρω μας; Οσο για τον Αγαμέμνονα, η μόνη ανάγκη που τον οδηγεί σε αυτή την επιλογή είναι το να μη χάσει την αίγλη του ως στρατηγού. Βρίσκεται μπροστά σε μια εσωτερική πάλη. Αλλά ανάγκη για πόλεμο δεν υπάρχει. Δεν πρέπει να υπάρχει». Ο Γιώργος Λαζάνης αναφέρεται στη συνωμοσία που στήνεται από τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα, κάτι που, όπως λέει, του θυμίζει μεθόδους της «μαφίας». «Και αυτό κάνει ακόμη πιο σημερινή αυτή την τραγωδία. Πολλώ δε μάλλον που ο πόλεμος αυτός θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Και αυτός ήταν ο λόγος που γράφτηκε το έργο από τον Ευριπίδη».
Με κυρίαρχο τραγικό πρόσωπο την Ιφιγένεια, τόσο η Κλυταιμνήστρα όσο και ο Αγαμέμνων ακολουθούν σε τραγικότητα. «Είναι και το θύμα η Ιφιγένεια αλλά και το πρόσωπο στο οποίο επιβάλλεται να πει το τυπικό σχεδόν μιας θυσίας. Γιατί οι ανθρωποθυσίες ήταν πολύ γνωστές στην αρχαία Ελλάδα και επί δημοκρατικής Αθήνας». Από τη στιγμή που ο πατέρας θα συμφωνήσει στη θυσία, η παράσταση του Γιώργου Λαζάνη παρουσιάζει επί σκηνής τον θάνατό της. «Αυτά που λέει ο κήρυκας σχετικά με το ελάφι ξέρουμε ότι δεν ανήκουν στον Ευριπίδη. Οπότε η τραγωδία φθάνει στα άκρα. Και ο τρόπος που ο δικός μας κήρυκας εκστομίζει όλα αυτά υποδεικνύει ότι δεν τα πιστεύει ούτε ο ίδιος» καταλήγει ο σκηνοθέτης.
Η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» ανεβαίνει από το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, σε μετάφραση Λεωνίδα Ζενάκου, σκηνοθεσία Γιώργου Λαζάνη, σκηνικά-κοστούμια Κυριάκου Κατζουράκη, μουσική Χρήστου Λεοντή και χορογραφία Σουζάννας Αβιγαδόρ. Συμμετέχουν ο Ρος Ντέιλι και ο Αμίν Αλά Γκαμπό. Παίζουν: Μαρία Σκούντζου, Γιάννης Βόγλης, Κάτια Γέρου, Γιάννης Δεγαΐτης, Περικλής Καρακωνσταντόγλου, Παντελής Παπαδόπουλος, Γιάννης Καρατζογιάννης, 18μελής γυναικείος και 10μελής ανδρικός χορός. Πρεμιέρα την Παρασκευή στην Επίδαυρο, στις 9 μ.μ.