Ο χώρος των αμοιβαίων κεφαλαίων ως επενδυτική επιλογή κερδίζει συνεχώς έδαφος και στην ελληνική αγορά. Η φετινή χρονιά, που χαρακτηρίστηκε από τον περιορισμό των αποδόσεων διαφόρων εναλλακτικών τοποθετήσεων, ανέδειξε τα αμοιβαία κεφάλαια ως μια από τις πρώτες επιλογές, όχι μόνο των μυημένων στο είδος αυτό επένδυσης αλλά κυρίως νέων επενδυτών, που δοκιμάζουν πρώτη φορά την τύχη τους σε μια μορφή επένδυσης λιγότερο σταθερής απόδοσης και με μεγαλύτερο ποσοστό ρίσκου. Η πρόσφατη κρίση μάλιστα έστειλε στην αγκαλιά των αμοιβαίων ένα κύμα νέων κεφαλαίων, που θέλησαν να εκμεταλλευτούν την αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων στην αγορά, με αποτέλεσμα το ύψος του ενεργητικού των αμοιβαίων να φθάνει πλέον το 40% των καταθέσεων στις εμπορικές τράπεζες.
ΓΙΑ ΕΝΑ μεγάλο μέρος των αποταμιευτών – επενδυτών ο χώρος των αμοιβαίων παραμένει άγνωστος ακόμη και σε ό,τι αφορά τις βασικές του έννοιες. Οι έννοιες αυτές, όπως το τι είναι αμοιβαίο κεφάλαιο και ποιες είναι οι διάφορες κατηγορίες αμοιβαίων που είναι διαθέσιμες στην αγορά αποσαφηνίζονται στη συνέχεια. Οι αποσαφηνίσεις αυτές, που μπορεί να φανούν γνωστές ή και επαναλαμβανόμενες στον μυημένο επενδυτή των αμοιβαίων, μπορεί να αποδειχθούν πολύτιμες σε όποιον θέλει να κάνει τα πρώτα του βήματα σε αυτήν την αγορά
Αμοιβαίο κεφάλαιο λοιπόν είναι το σύνολο μιας «περιουσίας», η οποία σχηματίζεται από τις εισφορές των αποταμιευτών, και αποτελείται από μετρητά και χρεόγραφα διαφόρων τύπων. Πρόκειται για έναν «σύγχρονο» τρόπο επένδυσης, που δίνει τη δυνατότητα σε διάφορους επενδυτές να ενώσουν τα χρήματά τους έτσι ώστε να δημιουργήσουν μια κοινή περιουσία. Εν συνεχεία την «περιουσία» αυτή αναλαμβάνουν να την επενδύσουν για λογαριασμό των επενδυτών οι Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ), σε τοποθετήσεις της επιλογής τους, δηλαδή σε ομόλογα, ομολογίες, μετοχές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Η διαδικασία επένδυσης σε αμοιβαίο κεφάλαιο είναι μια απλή και γρήγορη υπόθεση, γι’ αυτό άλλωστε και ο θεσμός των αμοιβαίων είναι ένας από τους πλέον προσφιλείς και προσιτούς τρόπους επένδυσης διεθνώς. Συμπληρώνοντας μιαν απλή αίτηση και καταθέτοντας το ποσό το οποίο επιθυμείτε να επενδύσετε στον τραπεζικό λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου που επιλέξατε, γίνεστε αυτόματα μεριδιούχος. Μέσα σε λίγες ημέρες από την κατάθεσή σας παραλαμβάνετε τον ονομαστικό τίτλο του αμοιβαίου στο οποίο επενδύσατε. Στον τίτλο αναγράφονται τα προσωπικά σας στοιχεία, καθώς και ο αριθμός των μεριδίων, ο οποίος αντιστοιχεί στο ποσό της επένδυσής σας. Ο τίτλος αυτός φυλάσσεται στα γραφεία της εταιρείας και εσείς παραλαμβάνεται το αποδεικτικό της επένδυσής σας. Το μεγαλύτερο ίσως πλεονέκτημα της επένδυσης σε αμοιβαία κεφάλαια είναι ότι δεν δεσμεύονται τα επενδυόμενα ποσά. Υπάρχει η δυνατότητα μερικής ή ολικής ρευστοποίησης ανά πάσα στιγμή, με τη συμπλήρωση μιας απλής αίτησης εξαγοράς, και με την καταβολή βεβαίως της προμήθειας που αναλογεί στο ποσό της επένδυσης.
Αυτό που θα πρέπει πάνω από όλα να γνωρίζει ο επίδοξος επενδυτής είναι ότι η επένδυση είναι σαν το κουστούμι. Οπως σε όλους τους επενδυτές δεν ταιριάζει το ίδιο κουστούμι, έτσι και σε όλους τους επενδυτές δεν ταιριάζει η ίδια επένδυση. Οι εταιρείες που διαθέτουν αμοιβαία κεφάλαια έχουν φροντίσει να «φτιάξουν» επενδυτικά προϊόντα που να ταιριάζουν στις ιδιαίτερες προτιμήσεις κάθε επενδυτή, ώστε να διευρύνουν όσο το δυνατόν γίνεται το πελατολόγιό τους.
Τα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων επενδύουν σε τίτλους σταθερής αλλά και κυμαινόμενης απόδοσης, διατηρώντας μιαν ισορροπία, έτσι ώστε να προστατεύουν αποτελεσματικά τα κεφάλαιά τους από τις διακυμάνσεις αποδόσεων των επί μέρους τοποθετήσεών τους. Ουσιαστικά δηλαδή πρόκειται για αμοιβαία κεφάλαια μέσου επενδυτικού κινδύνου. Επενδύουν κυρίως σε προϊόντα της χρηματαγοράς και δευτερευόντως σε τίτλους σταθερού εισοδήματος και όχι πάνω από 10% σε μετοχές εταιρειών. Περίπου το 50% του χαρτοφυλακίου τους είναι συνήθως τοποθετημένο σε ομόλογα ελληνικού Δημοσίου και το υπόλοιπο αφορά τοποθετήσεις σε τραπεζικά προϊόντα.
Τα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος, τα ομολογιακά, σύμφωνα με τη νέα κατηγοριοποίηση, στοχεύουν στην εξασφάλιση ενός υψηλού ετήσιου εισοδήματος. Η επενδυτική τους πολιτική χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια εξασφάλισης των υψηλότερων επιτοκίων της αγοράς. Τα αμοιβαία κεφάλαια αυτού του τύπου επενδύουν σχεδόν αποκλειστικά σε ομόλογα, ομολογίες και άλλους τίτλους σταθερής απόδοσης και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θεωρούνται ως τα αμοιβαία κεφάλαια με τον μικρότερο επενδυτικό κίνδυνο, απευθύνονται δηλαδή στον πλέον συντηρητικό επενδυτή.
Είναι προφανές ότι τόσο τα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος όσο και τα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων απευθύνονται σε επενδυτές που δεν είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν μεγάλο κίνδυνο, αλλά και που την ίδια στιγμή επιθυμούν μια καλή και σταθερή απόδοση. Είναι πρόδηλο ότι αν ο επενδυτής δεν επιθυμεί να αναλάβει καθόλου επενδυτικό κίνδυνο, προσανατολίζεται στα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος, που θα του διασφαλίσουν μια σχεδόν βέβαιη αλλά και την ίδια στιγμή περιορισμένη απόδοση. Σε αντίθεση με τα υψηλού επενδυτικού κινδύνου αναπτυξιακά αμοιβαία κεφάλαια, τα οποία απευθύνονται σε όσους είναι σε θέση να αναλάβουν μεγαλύτερο επενδυτικό κίνδυνο για να καρπωθούν τις ανάλογες αποδόσεις. Κοινώς, τα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος προσφέρονται σε όσους δεν έχουν καμία διάθεση να «παίξουν» με το κομπόδεμά τους.
Αν βέβαια ο «επίδοξος επενδυτής» θέλει να εξισορροπήσει τον κίνδυνο με την απόδοση, μπορεί να στραφεί στα μέσου επενδυτικού κινδύνου αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων. Πάντως τόσο τα αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος όσο και τα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων, αλλά σε μικρότερο βαθμό, απευθύνονται, κατά κύριο λόγο, σε επενδυτές που διαθέτουν μικρά κεφάλαια.
Αν έχετε αποφασίσει ότι οι τοποθετήσεις σε μετοχές είναι η μορφή επένδυσης που σας ταιριάζει αλλά οι γνώσεις σας για το χρηματιστήριο και τις μετοχές είναι περιορισμένες, τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια είναι η επένδυση που σας ταιριάζει. Τα μετοχικά ή αναπτυξιακά αμοιβαία είναι η πλέον προσφιλής επένδυση για τους φανατικούς υποστηρικτές των τοποθετήσεων σε μετοχές, ελληνικές ή ξένες. Το μεγαλύτερο μέρος του ενεργητικού αυτής της κατηγορίας των αμοιβαίων είναι τοποθετημένο σε μετοχές, έτσι η απόδοση της επένδυσης όποιου εμπιστευθεί ένα αμοιβαίο αυτής της κατηγορίας είναι συνδεδεμένη με την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς.
Πρόκειται για τον αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή των αποδόσεων στα αμοιβαία της ελληνικής αγοράς αυτή την χρονιά, αφού οι μεριδιούχοι οι οποίοι στην αρχή του χρόνου προτίμησαν αμοιβαία αυτής της κατηγορίας είδαν τα κεφάλαιά τους να έχουν αυξηθεί με ιλιγγιώδεις ρυθμούς ανάλογους με την απόδοση που έχει από την αρχή του έτους το ελληνικό χρηματιστήριο. Είναι σαφές ότι τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια είναι μια μορφή επένδυσης που εμπεριέχει μεγάλο επενδυτικό κίνδυνο, όπως είναι κάθε επένδυση που συνδέεται άμεσα με την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς. Η τοποθέτηση ωστόσο σε μετοχικά αμοιβαία έναντι των άμεσων τοποθετήσεων σε μετοχές προσφέρει μια σειρά πλεονεκτήματα. Το σημαντικότερο από αυτά είναι η επαγγελματική διαχείριση χαρτοφυλακίου, που προσφέρει η εταιρεία η οποία διαχειρίζεται το αμοιβαίο, γεγονός που για τον επενδυτή συνεπάγεται πολύ λιγότερη εγρήγορση για την παρακολούθηση της πορείας της επένδυσής του.
Η επαγγελματική διαχείριση χαρτοφυλακίου εξασφαλίζει στον επενδυτή τη διασπορά του κινδύνου που μπορεί να επιτύχει ένα αμοιβαίο κεφάλαιο λόγω μεγάλου ύψους ενεργητικού που διαχειρίζεται, αλλά συνήθως αδυνατεί να επιτύχει ο μεμονωμένος επενδυτής. Πέραν αυτού, το κόστος των χρηματιστηριακών πράξεων είναι πολύ μικρότερο για μια ΑΕΔΑΚ (ανώνυμη εταιρεία διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων) σε σχέση με αυτό που θα πληρώσει ένας ιδιώτης επενδυτής. Τα μεικτά του μικρότερου ρίσκου
Οσοι πιστεύουν ότι το ρίσκο που εμπερικλείουν τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια είναι μεγάλο αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν εντελώς την πιθανότητα πραγματοποίησης των μεγάλων αποδόσεων που ενδεχομένως να προσφέρουν οι τοποθετήσεις σε μετοχές, αναζητούν την επένδυση που τους ταιριάζει στα μεικτά αμοιβαία κεφάλαια. Τα αμοιβαία κεφάλαια αυτής της κατηγορίας ακολουθούν επενδυτική τακτική παραπλήσια αυτής των μετοχικών αμοιβαίων, φροντίζοντας ωστόσο για μια μεγαλύτερη διασπορά του επενδυτικού κινδύνου. Αυτό επιτυγχάνεται με περιορισμό των τοποθετήσεων σε μετοχές εις όφελος επενδύσεων σταθερής απόδοσης, όπως είναι τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Ετσι ο μεριδιούχος που προτιμά αυτή την κατηγορία αμοιβαίων γνωρίζει βεβαίως ότι δεν θα καρπωθεί πλήρως τις υψηλές αποδόσεις των μετοχών, στην περίπτωση που αυτές εξελιχθούν θετικά, αλλά ξέρει επίσης ότι δεν θα επωμιστεί για το σύνολο του κεφαλαίου που έχει διαθέσει τις απώλειες από μιαν αρνητική πορεία των μετοχών.
Τα χαρτοφυλάκια των μεικτών αμοιβαίων περιορίζουν συνήθως στο μισό τις τοποθετήσεις τους σε μετοχές, αντικαθιστώντας τες κυρίως με ομόλογα ελληνικού Δημοσίου αλλά και άλλες μορφές διεθνών επενδύσεων. Διαφωτιστική είναι η σύνθεση του συνολικού χαρτοφυλακίου των αμοιβαίων, όπως είχε διαμορφωθεί στο τέλος του 1996. Το συνολικό ενεργητικό των μετοχικών αμοιβαίων ήταν τότε τοποθετημένο κατά 85% σε ελληνικές μετοχές ενώ στα χαρτοφυλάκια των μεικτών αμοιβαίων οι μετοχές του ελληνικού χρηματιστηρίου αποτελούσαν το 41% – 43%. Η δεύτερη κατά σειρά προτίμησης επένδυση των μεικτών αμοιβαίων ήταν τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία αποτελούσαν σε αξία το 20% του συνολικού ενεργητικού. Αλλες μορφές επενδύσεων τις οποίες είχαν επιλέξει τότε οι διαχειριστές των αμοιβαίων αυτής της κατηγορίας ήταν οι διεθνείς ομολογίες και ομόλογα, παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα όπως τα synthetic swaps, οι προθεσμιακές και λοιπές καταθέσεις κλπ. ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
* Οι τιμές των αμοιβαίων
Τα αμοιβαία κεφάλαια αποτελούν σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα εργαλεία της σύγχρονης αποταμίευσης. Βασικό τους πλεονέκτημα είναι η δυνατότητα του αποταμιευτή να παρακολουθεί κάθε ημέρα πού βρίσκονται οι επενδύσεις του και προς ποια κατεύθυνση κινούνται, γιατί το αμοιβαίο έχει τιμή. Και η τιμή εμφανίζεται στους σχετικούς πίνακες που δημοσιεύονται σε όλες τις εφημερίδες. Βεβαίως με την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος «μεταφράζει» σωστά τις πληροφορίες για τις τιμές που παρέχουν οι πίνακες αυτοί.
* Καθαρή τιμή
Είναι η αξία του κάθε μεριδίου ενός αμοιβαίου. Η καθαρή τιμή προκύπτει από τη διαίρεση του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου με τον αριθμό των μεριδίων που βρίσκονται σε κυκλοφορία. Αν το ενεργητικό ενός αμοιβαίου είναι, π.χ., 1.000 δρχ. και υπάρχουν 10 μερίδια, τότε η καθαρή τιμή κάθε μεριδίου είναι 100 δρχ.
* Τιμή διάθεσης
Είναι η τιμή που πληρώνει κάποιος για να αγοράσει μερίδια ενός αμοιβαίου. Η τιμή δηλαδή στην οποία η εταιρεία που διαχειρίζεται το αμοιβαίο κεφάλαιο πωλεί (διαθέτει) τα μερίδιά του. Η τιμή αυτή, ως επί το πλείστον, είναι υψηλότερη από την καθαρή τιμή του μεριδίου. Η διαφορά ανάμεσα στην καθαρή τιμή και στην τιμή διάθεσης είναι η προμήθεια πώλησης που εισπράττουν οι εταιρείες που διαχειρίζονται τα αμοιβαία κεφάλαια. Αν δηλαδή η καθαρή τιμή του μεριδίου είναι 100 δρχ. και η τιμή διάθεσής του 102 δρχ., τότε η προμήθεια της εταιρείας είναι 2% ή 2 δραχμές.
* Τιμή εξαγοράς
Δείχνει πόσα χρήματα θα εισπράξει κάποιος αν αποφασίσει να ρευστοποιήσει ένα ή περισσότερα μερίδια κάποιου αμοιβαίου κεφαλαίου. Είναι η τιμή που πληρώνει η εταιρεία διαχείρισης του αμοιβαίου κατά την εξαγορά μεριδίου του. Η τιμή εξαγοράς είναι συνήθως χαμηλότερη από την καθαρή τιμή και σε καμία περίπτωση δεν την ξεπερνά. Η διαφορά ανάμεσα στις δύο τιμές, καθαρή και εξαγοράς, αντιστοιχεί στην προμήθεια που εισπράττουν οι εταιρείες διαχείρισης κατά τη ρευστοποίηση μεριδίων. Π.χ., αν η καθαρή τιμή είναι 100 δρχ. και η τιμή εξαγοράς 99 δρχ., τότε η προμήθεια εξαγοράς είναι 1%.



