Ηταν η πιο συντριπτική στα χρονικά κυβερνητική ήττα που γνώρισε ποτέ πρωθυπουργός στη Βρετανία – με 230 ψήφους διαφορά – αυτή της ψηφοφορίας επί της συμφωνίας του Brexit, που επετεύχθη στις 25 Νοεμβρίου μεταξύ των 27 εταίρων και της κυβέρνησης του Λονδίνου. Αν και αναμενόμενο, το αποτέλεσμα ήταν τόσο ταπεινωτικό για την Τερέζα Μέι που σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία. Η ίδια επέλεξε να μην εγκαταλείψει το καράβι στην τρικυμία.

Εξω από τη Βουλή των Κοινοτήτων οι φιλοευρωπαίοι ζητωκραύγαζαν, ζητώντας να σταματήσει η διαδικασία εξόδου, ενώ οπαδοί του σκληρού Brexit αξίωναν αποχώρηση δίχως συμφωνία, σε ένα ξεκάθαρο δείγμα ότι αυτό που κυριαρχεί σήμερα στο πολιτικό σκηνικό του Ηνωμένου Βασιλείου μόνο με μία λέξη μπορεί να περιγραφεί: χάος.

Μία ημέρα αργότερα η βρετανίδα πρωθυπουργός επιβίωνε οριακά με 325 ψήφους υπέρ και 306 κατά από την πρόταση μομφής που υπέβαλε το Εργατικό Κόμμα εναντίον της και το οποίο ζητούσε μέσω του ηγέτη του Τζέρεμι Κόρμπιν εκλογές εδώ και τώρα. Οπως ο ίδιος τής τόνιζε, το να είναι «επικεφαλής μιας κυβέρνησης-ζόμπι» απλώς δεν μπορεί να προχωρήσει και να πάει τη χώρα παρακάτω.

Η πλειονότητα των Βρετανών πλέον σήμερα έχει αντιληφθεί ότι η προοπτική μη συντεταγμένης εξόδου βρίσκεται όλο και πιο κοντά, δηλαδή ένα Brexit κατά το οποίο η χώρα θα βγει εκτός Ενωσης χωρίς μαξιλάρι ασφαλείας, οδηγώντας σε μια περίοδο τεράστιας πολιτικής αστάθειας και μια σκληρή δοκιμασία της οικονομίας της και ευρύτερα της υπόλοιπης Ευρώπης.

Υπάρχει – αναρωτιούνται παρατηρητές – καλή πρόταση για το πώς να μη γίνει κάτι τέτοιο; Μάλλον όχι. Και το χειρότερο; Δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα καμία άλλη συμφωνία που να μπορεί να είναι αποδεκτή από τις Βρυξέλλες, κανένα σχέδιο για την επόμενη μέρα το οποίο να έχει κάποιες πιθανότητες να ψηφιστεί από τη βρετανική Βουλή.

Πολεμώντας για την πολιτική της επιβίωση μετά και την απόρριψη της πρότασης μομφής η Μέι, μολονότι υπέστη ταπεινωτική ήττα, επιδίδεται αυτές τις ώρες σε πυρετό διαβουλεύσεων με όλα τα κόμματα. Στόχος της είναι να παρουσιάσει εναλλακτικό σχέδιο, μια ουδέτερη πρόταση αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ μέχρι αύριο το πρωί της Δευτέρας ενώπιον της ολομέλειας του Κοινοβουλίου, προκειμένου η βρετανική Βουλή να την υπερψηφίσει και να αρθεί το αδιέξοδο.

Ποιες παραχωρήσεις θα κάνει για να βρεθεί χρυσή τομή και να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική συναίνεση είναι άγνωστο. Εντούτοις, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, το κλίμα είναι θετικό, οι μέχρι τώρα συναντήσεις της με τα αντιπολιτευόμενα κόμματα χαρακτηρίζονται «εποικοδομητικές», με την εκπρόσωπο του κόμματός της να προαναγγέλλει ότι το Κοινοβούλιο θα ψηφίσει για ένα plan B της Μέι στις 29 Ιανουαρίου.

Ηδη ο επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος, Τζέρεμι Κόρμπιν, την κάλεσε να βάλει νερό στο κρασί της και να πάρει σοβαρά τις εναλλακτικές επιλογές, καθώς ούτως ή άλλως – είπε – η δική της συμφωνία «είναι νεκρή».

Ταυτόχρονα κάλεσε με επιστολή τους βουλευτές του κόμματός του να μη συμμετάσχουν στις διαβουλεύσεις με την πρωθυπουργό για τα επόμενα βήματα στο Brexit, έως ότου η κυβέρνηση αποσύρει από το τραπέζι «την απειλή ενός καταστροφικού no-deal». Ο Κόρμπιν έχει αρνηθεί την πρόσκληση της Τερέζα Μέι θέτοντας ως προϋπόθεση τον αποκλεισμό της πιθανότητας ενός άτακτου Brexit.

Ωστόσο βουλευτές του και λοιπά κόμματα τον καλούν να υποστηρίξει ένα δεύτερο δημοψήφισμα, σε περίπτωση που η κυβέρνηση πιέσει για Brexit χωρίς συμφωνία, κάτι που θέλει η συντριπτική πλειοψηφία τους – δηλαδή το 78% -, όπως προκύπτει από τη δημοσκόπηση της YouGov που δόθηκε στη δημοσιότητα από την καμπάνια People’s Vote, μια εκστρατεία που πιέζει για τη διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος.

Σε αυτή την περίπτωση, όπως αναφέρεται στη δημοσκόπηση, η Βρετανία θα ψήφιζε υπέρ της παραμονής της στην Ενωση με ποσοστό 56% έναντι 44% υπέρ της εξόδου. Οι αντιδράσεις όμως είναι έντονες, καθώς για πολλούς μια ανατροπή του αποτελέσματος του 2016 αποτελεί προσβολή της δημοκρατίας, ενώ ο ηγέτης των Εργατικών Κόρμπιν δεν φαίνεται να στηρίζει δεύτερη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.

Θέμα δεύτερου δημοψηφίσματος θέτει και η βουλευτής των Τόρις Σάρα Γουόλαστον, η οποία αναμένεται να καταθέσει τροπολογία σύμφωνα με την οποία στις 29 Ιανουαρίου οι βουλευτές – εκτός από τo plan B της Μέι – θα ψηφίσουν αν επιθυμούν να διεξαχθεί δεύτερο δημοψήφισμα για το Brexit. Καλεί δε τον ηγέτη των Εργατικών να τη στηρίξει.

Παράταση
του άρθρου 50

Σε τηλεδιάσκεψη που είχαν βρετανοί υπουργοί με επικεφαλής μεγάλων επιχειρήσεων έπειτα από το δραματικό βράδυ της περασμένης Τρίτης όπου η συμφωνία της Μέι υπέστη πανωλεθρία, ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ εμφανίστηκε καθησυχαστικός ως προς το ενδεχόμενο ενός άτακτου Brexit βάζοντας για πρώτη φορά στο τραπέζι την παράταση του άρθρου 50.

Οπως αναφέρει η «Daily Telegraph», η οποία εξασφάλισε το ηχητικό αυτής της τηλεδιάσκεψης, ο Χάμοντ φέρεται να λέει ότι «υπάρχει μια μεγάλη πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων που αντιτίθεται στο no-deal υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις». Ταυτόχρονα, παραπέμπει στην πρόταση νόμου που έχει υποβληθεί από τους βουλευτές των Τόρις, η οποία προβλέπει την αναβολή της εξόδου της Βρετανίας ως το τέλος Δεκεμβρίου, εφόσον δεν προκύψει συμφωνία αποδεκτή από το Κοινοβούλιο εντός τριών εβδομάδων.

Σε αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να κινούνται και οι Βρυξέλλες, όπως αποκαλύπτει ρεπορτάζ των «Times», το οποίο υποστηρίζει ότι ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξετάζουν νομικούς τρόπους παράτασης διαδικασίας του διαζυγίου Βρυξελλών – Λονδίνου. Στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι θεωρούν το αίτημα αυτό λογικό, ενώ και ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ χαρακτηρίζει την παράταση του άρθρου 50 «αναπόφευκτη».

Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα περιπλέκονται με τις ευρωεκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν το αργότερο ως τις 26 Μαΐου. Παράταση πέραν της 30ής Ιουνίου, οπότε και θα συγκροτηθεί το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, φαίνεται οξύμωρη. Διότι, αν αυτή τελικά γίνει, τι προβλέπεται για τους βρετανούς ευρωβουλευτές που θα έχουν εκλεγεί, όταν και εφόσον η Βρετανία ανοίξει την πόρτα της εξόδου; Αλλη μία από τις πλείστες παραδοξότητες του Brexit…

Παρίσι και Βερολίνο
σε ετοιμότητα

Νωρίς το πρωί της Πέμπτης, λίγες δηλαδή ώρες μετά το φιλί ζωής που έλαβε η Μέι στο Κοινοβούλιο, στην άλλη πλευρά της Μάγχης ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Εντουάρ Φιλίπ συγκαλούσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, με τους υπουργούς να καταφθάνουν στο Μέγαρο Ματινιόν αξημέρωτα, με στόχο να συζητήσουν ένα σχέδιο εφαρμογής ετοιμότητας για το Brexit.

Μεταξύ άλλων συζητήθηκαν μέτρα για το διασυνοριακό εμπόριο, τις μεταφορές, τρόποι αποφυγής νομικών κενών αλλά και εξασφάλισης της προστασίας των δικαιωμάτων πολιτών και επιχειρήσεων. Εξερχόμενος της σύσκεψης και ενώ είχε πια ξημερώσει, ο γάλλος πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα κονδύλι ύψους 50 εκατ. ευρώ επιπλέον χρηματοδότησης σε περίπτωση σκληρού Brexit.

Αυτή θα ήταν και η χειρότερη δυνατή εξέλιξη, ένα ασύντακτο Brexit δηλαδή, καθώς οι συνέπειες αποσταθεροποίησης θα είχαν αντίκτυπο σε ολόκληρη την Ενωση, και κυρίως στη Γερμανία, βασικό εμπορικό εταίρο του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο Ντίτερ Κεμπφ, επικεφαλής του Συνδέσμου Εμπορικών Βιομηχανιών, περιέγραψε την κατάσταση ως εξής: «Η απόρριψη της συμφωνίας αποχώρησης είναι δραματική, επομένως κινούμαστε επικίνδυνα κοντά σε ένα χαοτικό Brexit. Αν θέλετε να το κάνετε εικόνα: οι επιχειρήσεις μας κοιτάζουν την άβυσσο αυτές τις μέρες».

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, το Βερολίνο εντείνει τις προετοιμασίες του για όλα τα ενδεχόμενα, χωρίς βέβαια να εγκαταλείπει την προσπάθεια το Λονδίνο να αποχωρήσει με συμφωνία. Συγκεκριμένα, το γερμανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε νομοσχέδιο το οποίο καθορίζει τις σχέσεις που θα έχουν οι δύο χώρες μετά την αποχώρηση του Λονδίνου και κατά τη διάρκεια της λεγόμενης μεταβατικής περιόδου, δηλαδή μέχρι τα τέλη του 2020. Τα μέτρα ωστόσο θα τεθούν σε εφαρμογή μόνο εφόσον η Βρετανία αποχωρήσει στις 29 Μαρτίου, κάτι που κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί.

Από βήματος της Μπούντεσταγκ ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μας προέβλεψε ένα άτακτο Brexit ως μεγάλη πιθανότητα και για τον λόγο αυτόν έκανε έκκληση στην ευρωπαϊκή ενότητα. Την ίδια ώρα τόνισε την ανάγκη να εξεταστεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της συμφωνίας αποχώρησης Λονδίνου – Βρυξελλών, με την προϋπόθεση ότι όλες οι χώρες-μέλη συμφωνούν σε αυτό.

Η Ιρλανδία θεσπίζει νομοθετικά μέτρα εκτάκτου ανάγκης

Πυρετώδεις είναι και οι προετοιμασίες για το Brexit στο Δουβλίνο, όπου όπως γράφει χαρακτηριστικά το πρακτορείο Blooomberg «τα νεύρα είναι τεντωμένα». Βασικός εμπορικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου εντός της Ενωσης, εδώ και μερικές εβδομάδες η Ιρλανδία θεσπίζει νομοθετικά μέτρα εκτάκτου ανάγκης, καθώς ένα άτακτο Brexit θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες, πλήττοντας το εμπόριο, την αγορά εργασίας, τη γεωργία, την αλιεία, τα φαρμακευτικά και χημικά προϊόντα.

Μεταξύ των μέτρων που εξετάζονται είναι η αγορά γης κοντά στα λιμάνια της πρωτεύουσας και του Ρόσλερ ή και η αγορά αποθηκών δίπλα στη μεθόριο ώστε να αντιμετωπιστεί η πιθανότητα κυκλοφοριακής συμφόρησης εξαιτίας των νέων τελωνειακών δεδομένων που θα υπάρχουν, αλλά και η δέσμευση ότι η συνεργασία με τη γειτονική βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας θα παραμείνει στενή. Στο μεγάλο αγκάθι των σκληρών συνόρων αναφέρθηκε ο επικεφαλής διαπραγματευτής της ΕΕ Μισέλ Μπαρνιέ λέγοντας ότι «θα πρέπει να παραμείνει η ασφαλιστική δικλίδα για την αποφυγή σκληρών συνόρων μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας», ο οποίος με ρεαλισμό αναγνώρισε τον κίνδυνο μιας ασύντακτης εξόδου.

«Η πολιτική ρευστότητα στο Γουεστμίνστερ δεν μας επιτρέπει παρά να είμαστε σε εγρήγορση» δήλωσε ο ιρλανδός υπουργός Γεωργίας στο κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο RTE, ενώ η κυβέρνηση του Δουβλίνου παροτρύνει το Λονδίνο να ορίσει λεπτομερώς πώς θα κινηθεί εφεξής».

Θολές ευρωεκλογές

Ολα παραμένουν θολά, πλην ενός πράγματος. Οτι στα τέλη Μαΐου η Ευρώπη οδεύει προς τις ευρωεκλογές χωρίς τις σταθεροποιητικές εγγυήσεις που προβλέπονταν πέρυσι τέτοια εποχή. Η πρόταση Μακρόν για μεταρρύθμιση της ευρωζώνης στη βάση της γαλλογερμανικής συνεργασίας έχει ναυαγήσει και η βρετανική «εκκρεμότητα» πριν από την καταλυτική ημερομηνία της 29ης Μαρτίου θα είχε λήξει. Καθώς η μέρα αυτή πλησιάζει, έρχεται και η ώρα των αποφάσεων. Σήμερα, με δεδομένο ότι οι Βρυξέλλες αρνούνται να διαπραγματευθούν κάτι διαφορετικό, το σενάριο αναβολής του Brexit είναι το πιθανότερο, δεδομένου και του ευρύτερου – χωρίς συνοχή – ευρωπαϊκού πλαισίου. Από τη μια η Γερμανία βλέπει το πολιτικό της σύστημα να κλονίζεται, στη Γαλλία ο Μακρόν προσπαθεί απλώς να επιζήσει και η Ιταλία θέτει συνεχώς προβλήματα.

Μέσα σε αυτό το χαοτικό σκηνικό άπαντες ομολογούν ότι το Brexit υπήρξε μια καταστροφική πολιτική αποτυχία. Μια άτσαλη συμφωνία, η πιο αντιδημοφιλής κυβερνητική πολιτική που μπορεί να θυμηθεί κανείς στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία, η οποία δημιουργήθηκε από μια πολιτική τάξη που αποδείχθηκε πως είχε παντελή άγνοια για την Ευρώπη, τους Ευρωπαίους, τις εμπορικές ρυθμίσεις, τα θεσμικά όργανα. Ηταν το έργο των ηγετών που έβαλαν την ταυτότητα πάνω από την οικονομική πολιτική, που πίστευαν σε φαντασιώσεις και μια διαφορετική πραγματικότητα, προκρίνοντας μια αόριστη έννοια εθνικής κυριαρχίας έναντι των πραγματικών θεσμών οι οποίοι έδωσαν στη Βρετανία επιρροή και δύναμη.

Αλλα πράγματα θα έπρεπε να αποτελούν προτεραιότητα, επισημαίνουν εγχώριοι παρατηρητές, όπως η συζήτηση για την άμυνα, τη φτώχεια ή ένα καθαρότερο περιβάλλον. Αντίθετα, ο χρόνος σπαταλήθηκε σε μια πολιτική που δεν θα κάνει τη Βρετανία πιο ευτυχισμένη, πλουσιότερη ή ισχυρότερη. Και αυτή η μακρά και επίπονη διαδικασία έχει προκαλέσει σύγχυση και αδιέξοδο. Οπως φαίνεται, αυτή είναι μόνο μια πρόγευση.