«Κουτσαίνοντας, μελανιασμένη και δαρμένη, έχοντας λιγότερη εξουσία από ποτέ να παράξει το παραμικρό πολιτικό έργο, η Τερέζα Μέι είναι καταδικασμένη να υπηρετεί πλέον ως το μέσο που θα κάνει πράξη το Brexit». Με αυτά τα λόγια η βιογράφος της Τερέζα Μέι, Ρόζα Πρινς, περιγράφει τη θέση της βρετανίδας πρωθυπουργού, η οποία καλείται να οδηγήσει το πλοίο «Βρετανία» σε αχαρτογράφητα νερά, την ώρα που σύσσωμο το πλήρωμα έχει εξαγριωθεί. Το σενάριο θυμίζει – έγραψε η γαλλική «La Tribune» – «τραγωδία του Σαίξπηρ».
Για τη Μέι, οι τελευταίες δέκα ημέρες που πέρασαν ήταν ίσως οι χειρότερες που βίωσε ως πρωθυπουργός και πολιτικός, με τρεις ντροπιαστικούς σταθμούς στο εσωτερικό, αρχής γενομένης από την ετυμηγορία βρετανών βουλευτών πως η κυβέρνησή της καταφρόνησε το Κοινοβούλιο, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει στα χρονικά. Επειτα ήρθε ο εξαναγκασμός της Μέι να ακυρώσει την προγραμματισμένη για την περασμένη Τρίτη ψηφοφορία επί της συμφωνίας του Brexit. Στη συνέχεια ακολούθησε η μάχη χαρακωμάτων στον εσωκομματικό εμφύλιο των Τόρηδων, η οποία κορυφώθηκε με την πρόταση μομφής εναντίον της. Η Μέι κέρδισε την ψήφο εμπιστοσύνης με ψήφους 200 έναντι 117, όμως ήταν μια πύρρειος νίκη, αφού έχασε το 1/3 των βουλευτών της.
Στο εξωτερικό, τα πράγματα ήταν εξίσου ταπεινωτικά. Επιχειρώντας ένα μίνι τουρ στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μήπως καταφέρει να μεταπείσει τους εταίρους της για κάποιες παραχωρήσεις επί της συμφωνίας, πήρε ως απάντηση ένα ηχηρό «Οχι» και έπειτα μετέβη στις Βρυξέλλες για την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής, απ’ όπου επέστρεψε και πάλι με άδεια χέρια. Οι ευρωπαίοι ηγέτες έμειναν σταθεροί στην τοποθέτησή τους ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για μια νέα συμφωνία επί της βρετανικής εξόδου από την Ενωση.
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες που διέρρευσαν από τις Βρυξέλλες η Μέι έθεσε διάφορες επιλογές στο τραπέζι, όπως να προστεθεί στη συμφωνία η διαβεβαίωση ότι το λεγόμενο «backstop» θα διαρκέσει μόνο 12 μήνες, ώστε η χώρα να μην είναι όμηρος της τελωνειακής ένωσης. Ή να οριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία για την έναρξη ισχύος της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ, που θα αντικαταστήσει το backstop εφόσον αυτό ενεργοποιηθεί.
Αλλά, όπως τόνισε και ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιούνκερ και όπως φάνηκε από τα τελικά συμπεράσματα, οι ευρωπαίοι ηγέτες απέρριψαν τις βρετανικές αξιώσεις, «κλείνοντας» – κατά το σχόλιο του βρετανικού δίκτυου Sky News – «την πόρτα στα μούτρα της Μέι». Οσο για τους πολιτικούς αντιπάλους της εντός του Συντηρητικού Κόμματος, δηλαδή τους σκληροπυρηνικούς Brexiteers, έσπευσαν να επαναλάβουν ότι η Μέι δεν είναι σε θέση να αποσπάσει την παραμικρή παραχώρηση και αξίωσαν είτε να έρθει προς ψήφιση η συμφωνία ως έχει, όσο το δυνατόν συντομότερα, είτε η Μέι να παραιτηθεί.
Οι ευρωσκεπτικιστές μιλούν για την ανάγκη μιας ελεγχόμενης «μη συμφωνίας», ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν κάνει λόγο για εκλογές, ενώ η ήσσων αντιπολίτευση και βουλευτές τόσο των Συντηρητικών όσο και των Εργατικών προκρίνουν το «δημοψήφισμα» ως την καλύτερη λύση.
Ο διχασμός καλά κρατεί
Η ημερομηνία της 23ης Ιουνίου 2016 σηματοδότησε την επιθυμία του βρετανικού λαού για την αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με ποσοστό 52%. Το αποτέλεσμα αυτό οδήγησε στην παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον και η Τερέζα Μέι ανέλαβε την πρωθυπουργία τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, με την εντολή να κινήσει τις διαδικασίες της εξόδου.
Στα δυόμισι χρόνια που ακολούθησαν το δημοψήφισμα του 2016, οπότε και η χώρα κατά κοινή ομολογία εγκλωβίστηκε σε αδιέξοδο, η Τερέζα Μέι επανειλημμένα ισχυρίστηκε ότι θα τηρήσει την υπόσχεσή της να βρει τρόπο να βγάλει τη χώρα από την ΕΕ μέχρι τον Μάρτιο του 2019, με γνώμονα το συμφέρον του έθνους. Ωστόσο στη διάρκεια αυτής της περιόδου δεν έχει καταφέρει να χτίσει ένα πλαίσιο συναίνεσης πίσω από το οποίο λογικά θα μπορούσε να πετύχει μια συμφωνία.
Ούτε καν μέσα στο ίδιο της το κόμμα. Εκεί με αντιφατικά και αλληλοαναιρούμενα επιχειρήματα προσπαθεί να πείσει τους συντρόφους της να στηρίξουν τη συμφωνία που πέτυχε: στους μεν Remainers, δηλαδή τους υπερμάχους της παραμονής, ότι σε περίπτωση που δεν ψηφίσουν τη συμφωνία της θα υπάρξει σκληρό Brexit. Στους δε οπαδούς του σκληρού Brexit ότι αν δεν ψηφίσουν τη συμφωνία μπορεί να μη γίνει καθόλου Brexit!
Σήμερα η Βρετανία είναι το ίδιο ακριβώς διχασμένη όπως το 2016, αλλά στην πραγματικότητα ουδείς γνωρίζει με τι τρόπο και εάν η χώρα οδηγηθεί εν τέλει εκτός ευρωπαϊκής οικογένειας. Ολα τα σενάρια είναι πιθανά.
Η Μέι να παραμείνει στην πρωθυπουργία. Η Μέι να μην παραμείνει στην πρωθυπουργία. Να επικυρωθεί η συμφωνία. Να γίνει ένα σκληρό Brexit. Να μη γίνει καθόλου Brexit. Να γίνει δεύτερο δημοψήφισμα. Οι Εργατικοί να καταθέσουν πρόταση μομφής σε βάρος της και να την κερδίσουν. Μια νέα κυβέρνηση να επιχειρήσει και μια νέα προσέγγιση.
Την ίδια ώρα άπαντες ομολογούν ότι κινδυνεύει η εθνική ενότητα. Το Ηνωμένο Βασίλειο, που αποτελείται από την Ουαλία, τη Σκωτία, την Αγγλία και τη Βόρεια Ιρλανδία, δοκιμάζεται δεινά, με τις αποσχιστικές τάσεις σε Σκωτία και Βόρεια Ιρλανδία να ενισχύονται, καθώς βλέπουν τα συμφέροντά τους να πλήττονται όταν και εάν η χώρα αφήσει την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Χαοτική διαχείριση
Η Βρετανία βρίσκεται σε απόλυτη περιδίνηση, με το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» να τη χαρακτηρίζει γλαφυρά σαν «ένα νησί της τρέλας» και τον βρετανικό «Economist» ως το «χειρότερο είδος ξένου κράτους, χαοτική και ξεροκέφαλη». Οι «Financial Times» γράφουν ότι η Μέι παραμένει μεν στη θέση της, όμως τίποτα δεν άλλαξε για αυτή. «Δίνει την εντύπωση ενός ηγέτη-«ζόμπι»» συμπληρώνει χαρακτηριστικά η βρετανική εφημερίδα, μια και δεν υπήρξε κάθαρση, ενώ τα ρήγματα στο κόμμα της δεν μπορούν να ξεπεραστούν. «Το γεγονός ότι περισσότεροι από εκατό βουλευτές δεν της έχουν πλέον εμπιστοσύνη είναι αρκετά ανησυχητικό» εκτιμά η «Liberation».
Σύμφωνα με το «Politico» τρεις είναι οι επιλογές που έχει η Μέι στο τραπέζι εν όψει της 21ης Ιανουαρίου, οπότε και έχει μετατεθεί η ημερομηνία ψήφισης της συμφωνίας επί του Brexit στη Βουλή.
Πρώτον: Να κηρύξει εκλογές. Ωστόσο, το κόμμα της αντιτίθεται σε αυτό το σενάριο, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε ήττα τους Τόρηδες και τον Τζέρεμι Κόρμπιν των Εργατικών στην εξουσία.
Ο τελευταίος έχει μεν υποσχεθεί μια καλύτερη συμφωνία, πλην όμως δεν έχει κανένα σχέδιο για το πώς θα αποσπάσει καλύτερες παραχωρήσεις από τις Βρυξέλλες.
Δεύτερον: Να μην κάνει τίποτα και να αφήσει τον χρόνο να κυλήσει ως την καταληκτική ημερομηνία της 29ης Μαρτίου 2019, ελπίζοντας ότι η ΕΕ θα κάνει την πρώτη κίνηση και θα αναγκαστεί σε μονομερείς παραχωρήσεις. Επιπλέον, σύμφωνα με αυτόν τον υπολογισμό, η Ιρλανδία θα μπορούσε να υποχωρήσει τελευταία στιγμή και να ψηφίσει τη συμφωνία της υπό τον φόβο των ολέθριων συνεπειών που θα σήμαινε για την οικονομία της ένα άτακτο Brexit.
Τρίτον: Το πιο πιθανό σενάριο είναι η Μέι να έρθει μετά την Πρωτοχρονιά στη Βουλή, ίσως και νωρίτερα, λέγοντας ότι έχει δοκιμάσει τα πάντα αλλά η συμφωνία που έχει στα χέρια της είναι το καλύτερο που μπορεί να πάρει. Στη συνέχεια θα παίξει το ένα και μοναδικό χαρτί που θα έχει στο μανίκι. Να απειλήσει τους αντάρτες – κυρίως τους υπερμάχους της εξόδου – με δεύτερο δημοψήφισμα αν δεν στηρίξουν τη συμφωνία της. Αυτό θα μπορούσε να φέρει την πλήρη ανατροπή, με δεδομένο ότι σφυγμομετρήσεις που έχουν γίνει πρόσφατα λένε πως εάν το δημοψήφισμα του 2016 γινόταν σήμερα, οι Βρετανοί θα ψήφιζαν υπέρ της παραμονής, έστω και με μικρό περιθώριο.
Το σενάριο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος
Kαθώς στη χώρα συζητείται ολοένα και περισσότερο το σενάριο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, αναλυτές αναφέρουν ότι υπάρχει ένα καλό και ίσως συναρπαστικό επιχείρημα για κάτι τέτοιο. Σήμερα οι ψηφοφόροι θα γνωρίζουν τι ακριβώς ψηφίζουν, σε αντίθεση με τον Ιούνιο του 2016. Θα ήταν όμως σοφή η επιλογή της «εξόδου» από την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ; αναρωτιούνται.
Οπως αναφέρουν, όχι και τόσο. Η εκστρατεία για ένα δεύτερο δημοψήφισμα θα έριχνε νερό στον μύλο της ξενοφοβίας, θα τροφοδοτούσε το μίσος και θα πόλωνε ακόμα περισσότερο την ήδη διχασμένη βρετανική κοινωνία. Συνεπώς, οι ηττημένοι θα ήταν ακόμα περισσότερο θυμωμένοι και απογοητευμένοι από τους ηττημένους της πρώτης ψηφοφορίας, μια και θα αισθάνονταν ότι τους έκλεψαν μέσα από τα χέρια τους αυτό που καιρό επιθυμούσαν. Ταυτόχρονα, η «έξοδος» από το Brexit θα οδηγούσε σε ένα άλλο πρόβλημα, δυσάρεστο για την υπόλοιπη ΕΕ. Μια Βρετανία απελπιστικά διαιρεμένη στην εγχώρια πολιτική, θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές ζημιές εάν εξακολουθεί να είναι μέλος των «27», με δεδομένο ότι το ευρωπαϊκό μπλοκ επιδιώκει απεγνωσμένα να βρει κοινό έδαφος σε σημαντικούς τομείς πολιτικής, όπως η οικονομική και νομισματική ένωση, η άμυνα και η μετανάστευση.
Νέα πρόταση μομφής;
«Η σημερινή ψηφοφορία δεν κάνει καμία διαφορά στις ζωές του λαού μας» τόνισε ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν μετά την απόρριψη της πρότασης μομφής κατά της Μέι, τονίζοντας ότι η τελευταία «θα πρέπει να φέρει τη ζοφερή συμφωνία της πίσω στη Βουλή των Κοινοτήτων την επόμενη εβδομάδα, ώστε το Κοινοβούλιο να επανακτήσει τον έλεγχο».Ο Κόρμπιν δέχεται πιέσεις από ορισμένα στελέχη του και κυρίως από το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας να καταθέσει με τη σειρά του πρόταση μομφής κατά της Τερέζα Μέι και να προκρίνει τη λύση ενός δεύτερου δημοψηφίσματος. Θα ήταν έκπληξη αν το έκανε πριν από τα Χριστούγεννα. Η κομματική γραμμή λέει ότι θέλει πρώτα να δει τη Μέι να παρουσιάζει και πάλι το σχέδιό της στη βρετανική Βουλή και να αποτυγχάνει οριστικά, προτού προχωρήσει σε οποιαδήποτε άλλη κίνηση.
Αλλά και στην περίπτωση νέων εκλογών τα πράγματα για τον ηγέτη των Εργατικών θα ήταν εξίσου δύσκολα, καθώς θα πρέπει να προσελκύσει ένα ευρύ και ετερόκλητο μέτωπο δυσαρεστημένων ψηφοφόρων για να κερδίσει τις επόμενες εκλογές: τόσο εκείνους που επιθυμούν την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ όσο και τους οπαδούς της παραμονής.
Συνολικό βραχυκύκλωμα
Το σημερινό αδιέξοδο στη Βρετανία δεν αποτελεί την τρέλα κάποιων Βρετανών που θέλουν να αποκοπούν από μια Ευρώπη που βρίσκεται σε κανονικότητα. Ούτε η Βρετανία είναι μόνη σε αυτό. Πρόκειται για μία μόνο πλευρά μιας συνολικής κρίσης, η οποία κατά τα φαινόμενα δεν θα κοπάσει. Τουλάχιστον όχι στο προσεχές διάστημα. Και το πλαίσιο είναι άκρως ανησυχητικό, καθώς στην ευρωπαϊκή ήπειρο παγιώνεται η αίσθηση του αγνώστου και της αβεβαιότητας για το πού βαδίζει. Η Γαλλία έχει εισέλθει σε περίοδο αστάθειας, με το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» να μην αποκλείεται να διαχέεται και εκτός συνόρων. Στη Γερμανία, αίνιγμα παραμένει αν η Ανγκελα Μέρκελ συνεχίσει να βρίσκεται στην Καγκελαρία τους επόμενους μήνες, παρά το γεγονός ότι η ίδια έχει πει πως θα εξαντλήσει τη θητεία της. Αγνωστο επίσης εξακολουθεί να παραμένει το πού θα καταλήξει το μπρα ντε φερ Ρώμης – Βρυξελλών με φόντο τον αποκλίνοντα ιταλικό προϋπολογισμό.
Πάνω σε αυτό το σαθρό έδαφος, η εσωστρεφής Ακρα Δεξιά επελαύνει και γιγαντώντεται μέρα με τη μέρα. Η Ευρώπη δεν έχει ξεκάθαρη θέση ούτε αξιόπιστη απάντηση να διαχειριστεί αυτή τη δύσκολη κατάσταση και να βγει από τη χρόνια κρίση στην οποία έχει βαλτώσει. Το γυαλί της ολοκλήρωσης έχει ραγίσει και μολονότι φαντάζει αδιανόητο το σενάριο μιας συνολικότερης αποδόμησης, και μόνο που ψελλίζεται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αρκεί να μη γεννά καμία ελπίδα για το μέλλον.