Ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο οποίος από την πρώτη στιγμή που η τότε εισαγγελέας Διαφθοράς έστειλε στη Βουλή αίτημα για την άσκηση της ποινικής δίωξης εναντίον του, είχε παραιτηθεί της βουλευτικής ασυλίας του, ώστε η υπόθεση να κριθεί επί της ουσίας από τη Δικαιοσύνη και να μη μείνει καμία σκιά, με δήλωσή του ξεκαθάρισε για το ζήτημα της μετάφρασης του επίμαχου κειμένου: «Με αυτά είναι προφανέστατο ότι εγώ δεν έχω καμία ανάμειξη. Ούτε έχω ούτε θα μπορούσα να έχω. Προσωπικά εστίασα στο γεγονός ότι για άλλη μία φορά ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε στο στόμα του το όνομά μου».
Και έθεσε μία ακόμα παράμετρο, που αφορά την ουσιαστική αξιοποίηση του περιεχομένου του εγγράφου αυτού: «Στην υπόθεση αυτή το μείζον είναι πως το έγγραφο της 25ης Μαΐου 2017 η τότε εισαγγελέας Διαφθοράς το απέκρυπτε συστηματικά και επίμονα από τη Βουλή γιατί από αυτό προκύπτει σαφώς πως ο ένας κουκουλοφόρος στην Ελλάδα ήταν κουκουλοφόρος και στις ΗΠΑ, πράγμα που σημαίνει πως παρανόμως χαρακτηρίστηκε εδώ ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος».
Ο Α. Λοβέρδος επισημαίνει ότι «στο Ειδικό Δικαστήριο δεν κρίνομαι εγώ, αλλά οι κατηγορούμενοι, των οποίων ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί και σήμερα να είναι ο πολιτικός συνήγορος» και κάνει λόγο για «αντιδημοκρατικές πρακτικές» δηλώνοντας πως «το συγκεκριμένο έγγραφο, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφερόταν και το όνομά μου, το κατέθεσε στην Προανακριτική της Βουλής ο αντεισαγγελέας Αγγελής. Εκτοτε συμπεριελήφθη σε τρεις τουλάχιστον δικογραφίες: στο Πόρισμα της Προανακριτικής της Βουλής, στη δικογραφία ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά και στη δική μου δικογραφία».