Το νέο εκκλησιαστικό έτος, που ανέτειλε την 1η Σεπτεμβρίου, αποτελεί αφετηρία εξελίξεων για την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ετερόκλητες προκλήσεις σε γεωπολιτικό, διεκκλησιαστικό και ποιμαντικό επίπεδο. Οι τελευταίες, μάλιστα, επιτείνονται από το γεγονός ότι η Ορθοδοξία συνιστά μία κοινότητα επιμέρους, ήδη 15, αυτοκέφαλων Εκκλησιών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα ενιαίας έκφρασής τους.
Η αρχή επιβάλλεται να γίνει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο, με το πρωτείο διακονίας που απολαμβάνει μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, προσφέρει, από το ταπεινό πλην αειφεγγές Φανάρι, στην οικουμενική Ορθοδοξία τη σταυροαναστάσιμη μαρτυρία του. Στο πλαίσιο αυτό, ορθώς η πρωτόθρονη Εκκλησία εξακολουθεί να αρθρώνει λόγο για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, τις οποίες όλος ο πλανήτης βιώνει ήδη με τον πλέον εμφατικό τρόπο.
«Η κοινωνική μας ευθύνη αλλά και η πνευματική μας αποστολή ως Χριστιανών προϋποθέτει τον σεβασμό και την προστασία της Δημιουργίας του Θεού συνολικά…» δήλωνε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος σε πρόσφατη συνέντευξη που μας παραχώρησε (εφημ. «Πανεπιστήμιο Αθηνών» / «Το Βήμα», 25.5.2025).
Ας μη λησμονείται, άλλωστε, ότι η 1η Σεπτεμβρίου, η αρχή της ινδίκτου δηλαδή και κατ’ επέκταση του εκκλησιαστικού έτους, καθιερώθηκε, το 1989, από τον αοίδιμο Οικουμενικό Πατριάρχη Δημήτριο, ως ημέρα αφιερωμένη από την Εκκλησία στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αποτελώντας η κίνηση αυτή το θεμέλιο για τη γέννηση της οικολογικής θεολογίας.
Οσον αφορά, πάντως, τα interna corporis του Πατριαρχείου, εντός της νέας χρονιάς ελπίζεται να επαναλειτουργήσει, μετά από 55 έτη σιωπής, η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η οποία εξυπηρετούσε τις εκπαιδευτικές ανάγκες των κληρικών του.
Θα εκπληρωθεί έτσι ένα όνειρο ζωής του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, το οποίο αποτυπώνεται ήδη στον ενθρονιστήριο λόγο του, την πρώτη πράξη της ευκλεούς πατριαρχίας του (2.11.1991). Αυτή τη φορά, 30 περίπου χρόνια μετά τις σχετικές υποσχέσεις που του είχε δώσει, τον Απρίλιο 1996, ο τούρκος πρωθυπουργός Μεσούτ Γιλμάζ, ας ευχηθούμε η επαναλειτουργία της Σχολής να μην αποδειχθεί και πάλι «όνειρο θερινής νυκτός».
Η νέα εκκλησιαστική χρονιά αναμένεται, όμως, να αποτελέσει ορόσημο για το Οικουμενικό Πατριαρχείο και για έναν πρόσθετο λόγο· κατά τη θρονική εορτή του, τον προσεχή Νοέμβριο, θα επισκεφτεί τη Νίκαια της αρχαίας Βιθυνίας ο νέος Πάπας Λέων ΙΔ’ προκειμένου να συνεορτάσει με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο τα 1.700 χρόνια από τη σύγκληση εκεί της Α’ Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ. Στο πλαίσιο της επίσκεψης αυτής θα γίνει μία διερευνητική, προφανώς, συζήτηση για τη δυνατότητα κοινού εορτασμού του Πάσχα από ορθοδόξους και ρωμαιοκαθολικούς, σύμφωνα με τους όρους της Συνόδου της Νίκαιας.
Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε οριστική απόφαση θα πρέπει να ληφθεί μετά από πανορθόδοξη διάσκεψη ώστε να αποτελέσει σημείο ενότητας του ορθόδοξου κόσμου και όχι αφορμή περαιτέρω διχασμού του.
Και τούτο, διότι καλό είναι να μη διαλάθει την προσοχή μας ότι η ουκρανική αυτοκεφαλία, έξι και πλέον χρόνια μετά τη χορήγησή της (6.1.2019), εξακολουθεί να ρηγματώνει, ως μη όφειλε, την πανορθόδοξη ενότητα εξαιτίας της άρνησης του Πατριαρχείου της Ρωσίας και των δορυφόρων του Εκκλησιών να την αποδεχθούν, αμφισβητώντας το σχετικό προς τούτο προνόμιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Και όλα αυτά τη στιγμή που η Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται στη δίνη πολεμικών συγκρούσεων και γεωπολιτικών αναταράξεων.
Για του λόγου το ασφαλές, αρκεί να αναφερθούν η τρομοκρατική επίθεση στις 22 Ιουνίου 2025 στον ελληνορθόδοξο Ι. Ναό του Προφήτη Ηλία στη Δαμασκό, δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Αντιοχείας, ενδεικτική της ανασφάλειας που βιώνει η χριστιανική παρουσία στην περιοχή υπό τη μεταβατική προεδρία του Αχμέντ αλ Σαράα, καθώς και ο εν εξελίξει, ήδη από διετίας σχεδόν, πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς, ο οποίος, πέρα από την ανθρωπιστική κρίση που έχει προκαλέσει, καθιστά επισφαλή την προστασία της Αγίας Γης, που ανήκει στην ευθύνη του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Στη συνάφεια αυτή εντάσσεται και το ζήτημα της Ι. Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά, το οποίο ανέκυψε μετά από απόφαση του αιγυπτιακού εφετείου της Ισμαηλίας της 28ης Μαΐου 2025, που αμφισβήτησε οψίμως τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της Μονής επί ζωτικής ακίνητης περιουσίας της.
Αν και η ελληνική πολιτεία αναγνωρίζει πλέον από την 5η Αυγούστου 2025 νομική προσωπικότητα δημοσίου δικαίου στην εκπροσώπηση της Μονής στην Ελλάδα (Ν. 5224), είναι βέβαιο ότι η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί πανάκεια, αλλά θα πρέπει, συγχρόνως, και η αιγυπτιακή πλευρά να πράξει τα δέοντα…
Στην οριστική, πάντως, διευθέτηση του ζητήματος δεν συμβάλλει οπωσδήποτε η αποκάλυψη δυσλειτουργιών στο εσωτερικό της σιναϊτικής αδελφότητας, που, παραβιάζοντας την αρχή «τα εν οίκω μη εν δήμω», έγινε σίγουρα σε χρόνο άκαιρο και με τρόπο υπονομευτικό.
Στα καθ’ ημάς, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος έχει εντάξει στη θεματολογία τής προσεχούς τακτικής συνεδρίασής της (7-9.10.2025) τις ηθικές συνδηλώσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης, σε μια επιτυχή προσπάθεια να αποδείξει ότι δεν αποτελεί «σεμινάριο διαλέξεων για την επιμόρφωση των ιεραρχών», ενώ η συμπλήρωση το 2026 εκατό ετών από τη θέση σε ισχύ του νομοθετικού διατάγματος της 10ης.9.1926, με το οποίο κυρώθηκε και συμπληρώθηκε ο Καταστατικός Χάρτης του Αγίου Ορους, συνιστά μία ευκαιρία για απολογισμό και προγραμματισμό ώστε η αθωνική πολιτεία να παραμείνει «το υψηλότερο σημείο της γης».
Ο κ. Γεώργιος Ι. Ανδρουτσόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Νομικής ΕΚΠΑ, είναι διευθυντής του Εργαστηρίου «Εκκλησιαστικού Δικαίου
και σχέσεων Κράτους – Θρησκευμάτων» στην ίδια σχολή.





