Ο Μάικλ Μπλούμπεργκ ήταν και άλλοτε Δημοκρατικός. Δήλωνε υποστηρικτής του κόμματος έως το 2001. Τη χρονιά που εκλέχθηκε δήμαρχος της Νέας Υόρκης με την υποστήριξη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (και κυρίως του προκατόχου του στη δημαρχία, Ρούντι Τζουλιάνι). Εως το 2007 που δήλωσε ανεξάρτητος – ως ανεξάρτητος, άλλωστε, εκλέχθηκε για τρίτη θητεία στη Νέα Υόρκη το 2009.
Εσχάτως, στα 76 χρόνια του, ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας (ιδρυτής του δημοφιλέστατου παγκοσμίως ομίλου μέσων ενημέρωσης με έμφαση στην οικονομία, Bloomberg) αποφάσισε να κάνει μια επανεκκίνηση. Αγανακτισμένος από τον βίο και την πολιτεία του προέδρου Τραμπ, ο Μπλούμπεργκ ανακοίνωσε προ ολίγων εβδομάδων ότι διαθέτει 80 εκατ. δολάρια για την ενίσχυση της εκστρατείας του Δημοκρατικού Κόμματος εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του ερχόμενου Νοεμβρίου, «για να ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων».
Την περασμένη Δευτέρα ο πρώην δήμαρχος αποκάλυψε ότι σκέπτεται να πάει για πρόεδρος! Να διεκδικήσει δηλαδή το χρίσμα των Δημοκρατικών και να αναδειχθεί υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2020 διότι «είμαι πλέον πολύ μακριά από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, όπως αυτό είναι σήμερα». Πολλά αγγλοσαξονικά μέσα ενημέρωσης, πάντως, σημειώνουν ότι υπάρχουν ορισμένα ζητήματα αρχών – αν όχι αξιών – που ίσως εμποδίσουν τον κραταιό επιχειρηματία να επιχειρήσει την επιστροφή του στην πολιτική με τόσο υψηλούς, μάλιστα, στόχους.
Ο Μπλούμπεργκ έχει, για παράδειγμα, δηλώσει αντίθετος με την επιβολή ορίων και ελέγχων στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Επίσης, έχει αποκαλύψει ότι δεν ενστερνίζεται το «ντελίριο» που έχει καταλάβει την κοινή γνώμη με το κίνημα #MeToo, που έχει ως στόχο μεν τη σεξουαλική παρενόχληση των γυναικών αλλά «κάποιες φορές καταλήγει να ποινικοποιεί ακόμη και το φλερτ».