Σαφείς αποστάσεις από την κυβερνητική διαδικασία προσδιορισμού του ύψους του κατώτατου μισθού από την υπουργό Εργασίας λαμβάνει η ΓΣΕΕ, η οποία διεκδικεί την πλήρη επαναφορά και ενεργοποίηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, μέσω των οποίων θα καθορίζεται το ύψος των κατώτατων αμοιβών.
Η κορυφαία συνδικαλιστική οργάνωση καταγγέλλει ως «ψευδεπίγραφη» την κυβερνητική εξαγγελία περί δήθεν ενεργοποίησης των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ επαναδιατυπώνει το αίτημά της για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ χωρίς διακρίσεις και για εφεξής καθορισμό του μισθού και του ημερομισθίου από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Με τον τρόπο αυτόν η Συνομοσπονδία απάντησε σχετικά με τη διαβούλευση στην οποία καλεί το υπουργείο Εργασίας προκειμένου να προσδιοριστεί το ύψος του κατώτατου μισθού. Την πρόσκληση απηύθυνε η επιτροπή συντονισμού σε όλους τους εμπλεκομένους με την αγορά εργασίας επιστημονικούς φορείς.
Επιφυλάξεις
Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας με τον τρόπο αυτόν επανέλαβαν την αντίθεσή τους – που διατυπώθηκε από την πρώτη στιγμή – ενάντια «στους μνημονιακούς νόμους με τους οποίους ανατέθηκε στο κράτος ο προσδιορισμός του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου».
Οι εργοδοτικοί φορείς – και κυρίως ο ΣΕΒ – διατυπώνουν επιφυλάξεις περισσότερο όσον αφορά το ύψος της αύξησης, ενώ ζητούν «συνοδευτικά μέτρα», όπως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους, προκειμένου να μη διαταραχθεί η «οικονομική ισορροπία».
Ο ΣΕΒ φοβάται «υπέρμετρη» αύξηση του κατώτατου μισθού εκτιμώντας ότι «οι υπερβολικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό» θα έχουν αρνητικές συνέπειες στην οικονομία και στην εξέλιξη της ανεργίας. Για τον λόγο αυτόν στελέχη του Συνδέσμου πιστεύουν ότι η όποια αύξηση στους μισθούς θα πρέπει να συνδυαστεί με μείωση των εισφορών και της φορολογίας των χαμηλόμισθων. Θετικότερη είναι η στάση των υπόλοιπων εργοδοτικών οργανώσεων, δηλαδή των εμπόρων (ΕΣΕΕ) και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΓΣΕΒΕΕ). Οι έμποροι τάσσονται υπέρ της σταδιακής αύξησης του κατώτατου μισθού, ώστε το 2022 να ανέλθει στα 751 ευρώ, ενώ ζητούν ταυτοχρόνως τον εξορθολογισμό των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών και τη μείωση των εισφορών για επικουρική ασφάλιση κατά 1%.

Οι εκτιμήσεις

Με δεδομένες τις θέσεις αυτές, η κυβέρνηση επισπεύδει τις διαδικασίες ώστε να προλάβει να αυξήσει τον κατώτατο μισθό όχι μία αλλά δύο φορές πριν από την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών. Την πρώτη τον Ιανουάριο του 2019 και τη δεύτερη τον Ιανουάριο του 2020, αφού προηγουμένως ολοκληρώσει τη διαδικασία προσδιορισμού της επόμενης αύξησης στο διάστημα από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούνιο του 2019.
Οι εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων γύρω από το ύψος των αυξήσεων είναι εξαιρετικά συγκρατημένες. Δεν αναμένεται να ξεπερνούν τα 20 έως 25 ευρώ μηνιαίως – ήτοι 3,5% ως 4% (νέος κατώτατος μισθός στα 606 έως 610 ευρώ από τα 586 ευρώ). Υψηλότερη θα είναι για τους νέους κάτω των 25 ετών, καθώς πρόκειται να καταργηθεί ο λεγόμενος υποκατώτατος μισθός.