Στην ανάγκη επίτευξης μεγαλύτερης αμυντικής αυτονομίας της ΕΕ αλλά και στην αύξηση των δαπανών για την ασφάλεια της Ένωσης συμφωνεί το σύνολο των ηγετών των κρατών-μελών, όπως φάνηκε ξεκάθαρα και στην Άτυπη Σύνοδο Κορυφής για την Άμυνα που έλαβε χώρα την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες.
Την ίδια ώρα, το ζήτημα της χρηματοδότησης παραμένει το μεγαλύτερο «αγκάθι» προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς παρά τη συμφωνία για περισσότερες δαπάνες, οι ηγέτες δεν έχουν καταλήξει ούτε στο μέγεθος της αύξησης ούτε στον τρόπο με τον οποίο θα εξασφαλιστεί αυτή η επιπλέον χρηματοδότηση.
Η ρήτρα έκτακτης ανάγκης
Όσον αφορά το πιθανότερο σενάριο, στις Βρυξέλλες ήδη συζητείται η προοπτική η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να ενεργοποιήσει ρήτρα έκτακτης ανάγκης, η οποία θα επιτρέψει στα κράτη-μέλη να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, χωρίς να παραβιάζουν τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ.
Η ενεργοποίηση μίας τέτοιας ρήτρας δίνει το δικαίωμα στις χώρες να αποκλίνουν από τα σχέδια δαπανών τους σε «εξαιρετικές περιστάσεις εκτός του ελέγχου της κυβέρνησης». Όπως άλλωστε δήλωσε και η κ. φον ντερ Λάιεν «σε στιγμές έκτακτης ανάγκης είναι δυνατό να υπάρξουν έκτακτα μέτρα και νομίζω ότι ζούμε σε τέτοιες στιγμές».
Ωστόσο, η Επιτροπή εκτιμά ότι η ΕΕ χρειάζεται να επενδύσει ένα πολύ μεγάλο ποσό, συγκεκριμένα περίπου 500 δισεκατομμύρια ευρώ στον τομέα της άμυνας κατά την επόμενη δεκαετία, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία αλλά και να διασφαλίσει ότι θα είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της μετά από δεκαετίες υποεπενδύσεων.
Οι ισχύοντες δημοσιονομικοί κανόνες
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, που αποτελούν μια προσπάθεια επιβολής συλλογικής δημοσιονομικής πειθαρχίας εντός της ΕΕ, κάθε χώρα πρέπει να δεσμευτεί εκ των προτέρων για τετραετή ή επταετή σχέδια για να φέρει τα ελλείμματα και τα επίπεδα χρέους της εντός των συμφωνηθέντων ορίων.
Η πανδημία και ο πόλεμος της Ουκρανίας δημιούργησαν υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα σε πολλές χώρες της Ένωσης, δημιουργώντας την ανάγκη για νέα τέτοια σχέδια προσαρμογής. Αλλά τα σχέδια αυτά βρίσκονται τώρα υπό νέα πίεση λόγω της απαίτησης του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για άμεση αύξηση των αμυντικών για τα μέλη του ΝΑΤΟ.
Η δαπάνη του 2% του ΑΕΠ για την άμυνα – ο ελάχιστος στόχος που έθεσε η στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ το 2014 – θα έδινε επιπλέον 60 δισ. ευρώ ετησίως στον τομέα της άμυνας, αλλά αρκετά κράτη-μέλη δεν έχουν ακόμη φτάσει αυτό το ποσοστό.
Όσον αφορά το ζήτημα του κοινού δανεισμού, ο οποίος θα μπορούσε να ανοίξει νέους δρόμους χρηματοδότησης εγχειρημάτων όπως η αμυντική ενίσχυση, δεν τέθηκε ούτε τώρα επί τάπητος, καθώς χώρες του Βορρά, όπως η Ολλανδία, εξακολουθούν να αντιτίθενται σθεναρά, σε αντίθεση με εκείνες του νότου, οι οποίες υποστηρίζουν μία τέτοια πρωτοβουλία.
Προτεραιότητα η αντιπυραυλική – αντιεροπορική άμυνα
Παράλληλα, όσον αφορά τους τομείς της άμυνας στους οποίους αναμένεται να επικεντρωθεί η Ένωση, η πρόταση των Κυριάκου Μητσοτάκη και Ντόναλντ Τουσκ να δημιουργηθεί ευρωπαϊκή αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα φαίνεται πως αποτελεί προτεραιότητα. Αυτό άλλωστε επεσήμανε και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα, σε δηλώσεις του μετά το πέρα της Συνόδου.
Όπως εξήγησε ο κ. Κόστα, στη συζήτηση υπήρξε σαφής εστίαση στην αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα, καθώς επίσης και στους πυραύλους αλλά και τα πυρομαχικά που θα προμηθευτεί η Ε.Ε.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανέφερε ότι υπήρξε «ισχυρή υποστήριξη» στην ελληνοπολωνική πρόταση. «Όλοι γνωρίζουν ότι κανένα κράτος-μέλος δεν έχει μόνο του τη δυνατότητα να οικοδομήσει δική του αντιαεροπορική άμυνα», είπε η φον ντερ Λάιεν, παρότι όλοι κατανοούν ότι «με τον πόλεμο στα σύνορά μας αυτό είναι κάτι απολύτως απαραίτητο».
Πρόσθεσε, επίσης, ότι οι λεπτομέρειες του εγχειρήματος δεν έχουν αποσαφηνιστεί ακόμη, αλλά η αντιαεροπορική ασπίδα είναι «κοινό ευρωπαϊκό σχέδιο» που πρέπει να συζητηθεί.
Η σχέση ΕΕ-ΝΑΤΟ
Τέλος, στη Σύνοδο οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν, μεταξύ άλλων, ότι η στρατηγική συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ αποτελεί κλειδί για τη διασφάλιση της διατλαντικής ασφάλειας, με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να αναφέρεται ωστόσο σε πιθανές προκλήσεις εκ μέρους των ΗΠΑ, λέγοντας πως «οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε αποφασιστικά και στοχευμένα σε οποιαδήποτε άδικη ή αυθαίρετη ενέργεια».
Στο ίδιο μήκος κύματος, και η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ, Κάγια Κάλας, η οποία πήγε ένα βήμα παραπέρα λέγοντας πως «πρέπει να σηκώσουμε πιο ψηλά την ευρωπαϊκή σημαία.