Σκεπτικισμό και πολλά ερωτηματικά προκαλούν στην αγορά και τους αναλυτές διεθνών επενδυτικών τραπεζών οι αποφάσεις της ΕΚΤ, η οποία προχώρησε την περασμένη Πέμπτη σε αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης (έναντι καθοδήγησης από την ίδια για 25 μονάδες βάσης) των επιτοκίων, για πρώτη φορά από το 2011, τερματίζοντας και την οκταετή εποχή των αρνητικών επιτοκίων καταθέσεων, ενώ για να περιορίσει τις συνέπειες από αύξηση του κόστους χρήματος παρουσίασε και ένα νέο εργαλείο, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI), το οποίο χαρακτηρίζεται από ασάφεια και δεν εντυπωσίασε την αγορά.

Η αγορά θα δοκιμάσει την αποφασιστικότητα της ΕΚΤ, καθώς ενδιαφέρεται για το πότε ή σε ποιο επίπεδο θα παρέμβει η ΕΚΤ προκειμένου να περιορίσει τη διεύρυνση των spreads, εκτιμούν οι αναλυτές, την ώρα που οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία οδήγησαν το κόστος δανεισμού της χώρας για 10 χρόνια σε υψηλότερα επίπεδα από αυτό της Ελλάδας, παρά το γεγονός ότι τα ομόλογά της έχουν το στάτους της «επενδυτικής βαθμίδας», ενώ τα ελληνικά, παρότι βρίσκονται μόλις ένα σκαλοπάτι μακριά από αυτήν, δεν παύουν ακόμη να βρίσκονται στο στάτους των αποκαλούμενων και ως «σκουπιδιών».

Το TPI είναι ισχυρό ως ιδέα, αλλά θα μπορούσε να είναι αδύναμο στην υλοποίησή του, δεδομένων των ασαφών παραμέτρων για τη λειτουργία του, εκτίμησαν αναλυτές της Allianz, σημειώνοντας πως αυτό καθιστά πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί αν μπορεί τελικά να είναι αποτελεσματικό, αναμένοντας πως η αγορά θα δοκιμάσει την αποφασιστικότητα της ΕΚΤ για να δει το πότε ή σε ποιο επίπεδο θα παρέμβει προκειμένου να περιορίσει τη διεύρυνση των spreads.

Ισχυρό στα χαρτιά

Για τον οικονομολόγο Arnaud Marès της Citigroup επίσης, το νέο εργαλείο κατά του κατακερματισμού (TPI) εμφανίζεται πανίσχυρο στα χαρτιά, αλλά η ενεργοποίησή του και ο σκοπός ενεργοποίησής του παραμένουν πολύ ασαφή για να καθησυχάσουν τις αγορές. Επίσης, ακόμη και η χωρίς σαφή αιτιολόγηση απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε μεγαλύτερη αύξηση των επιτοκίων (0,50%) σε σχέση με την καθοδήγησή της μόλις τον Ιούνιο (για αύξηση 0,25%) είναι πιθανό να διαβρώσει την εμπιστοσύνη των αγορών στις μελλοντικές δεσμεύσεις της, την ώρα που το παράθυρο ευκαιρίας για μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, εξαιτίας των φόβων για ύφεση, έχει περιοριστεί σημαντικά.

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ δεν δείχνει ιδιαίτερα πρόθυμο να το χρησιμοποιήσει, ενώ, αν και τα κριτήρια επιλεξιμότητας δεν εμφανίζονται ιδιαίτερα απαιτητικά, ασκούν κάποιες πιέσεις στις κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων όμως και των επόμενων ιταλικών κυβερνήσεων, κάτι που αυξάνει το ρίσκο. Έτσι, καταλήγει, το νέο όργανο είναι ισχυρό στα χαρτιά, αλλά στην πράξη τα κριτήρια για την ενεργοποίησή του παραμένουν εντελώς αδιαφανή, όχι μόνο ως προς τα επίπεδα τιμών που θα μπορούσαν να προκαλέσουν παρέμβαση, αλλά και ως προς το τι ακριβώς στοχεύει το μέσο.

Οι αναλυτές χαιρέτισαν την ανακοίνωση της ΕΚΤ ότι οι αγορές ομολόγων υπό TPI θα ήταν απεριόριστες, αλλά υπάρχουν ερωτηματικά όσον αφορά π.χ. το αν θα ισχύει η «κλείδα» στα επιμέρους κράτη ανάλογα με το μέγεθος των οικονομιών ή για πόσο χρονικό ορίζοντα θα πραγματοποιούνται οι αγορές. Ποιο είναι το επίπεδο των spreads που θα έκανε την ΕΚΤ να αναλάβει δράση; Η διεύρυνση των spreads μιας χώρας εξαιτίας πολιτικών παραγόντων είναι ένας επαρκής λόγος για να ενεργοποιηθεί το εργαλείο;

Ανισορροπίες

Για τους οικονομολόγους της Societe Generale, τα τέσσερα κριτήρια για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας –συμμόρφωση με το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, απουσία σοβαρών μακροοικονομικών ανισορροπιών, δημοσιονομική βιωσιμότητα και υγιείς και βιώσιμες μακροοικονομικές πολιτικές– φαίνονται αρκετά ασαφή ώστε να επιτρέπουν παρεμβάσεις προς υποστήριξη των περισσότερων χωρών, αλλά δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό η απουσία κυβέρνησης ή η εκλογή κομμάτων με θεμελιωδώς διαφορετικές απόψεις για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα θα επηρέαζε τις ενέργειες της ΕΚΤ.

Το μήνυμα της Κριστίν Λαγκάρντ είναι «θολό», κάτι που μαρτυρά και τους περιορισμούς που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ, με το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας να προτιμάει μάλλον να μην ενεργοποιήσει καθόλου το νέο εργαλείο, εκτίμησε η Capital Economics, σημειώνοντας πως (η Λαγκάρντ) απέφυγε π.χ. συνειδητά να απαντήσει για το εάν η διεύρυνση των spreads εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας θεωρείται «αδικαιολόγητη» για την ενεργοποίησή του, καθώς όλοι σκέφτονται το ιταλικό πολιτικό σκηνικό. Η Unicredit, ωστόσο, χαρακτηρίζει καλό νέο ότι οι όροι για να βοηθηθεί μια χώρα από το νέο εργαλείο στηρίζονται σε ήδη υπάρχουσες δεσμεύσεις, καθώς και ότι το ΔΣ έχει την ευελιξία για την ενεργοποίησή του, βλέποντας καλές πιθανότητες να αποδειχθεί τελικά αποτελεσματικό.

(Πηγή: ΟΤ)