Καταπέλτης ήταν η κατάθεση του παιδοκαρδιολόγου της Τζωρτζίνας στο Ωνάσειο, ο οποίος περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια, πώς και γιατί μπήκε η συσκευή του απινιδωτή και βηματοδότη στην Τζωρτζίνα, αν και πότε λειτούργησε, καθώς και τα σήματα που έστελνε η μητέρα χωρίς να καταγράφεται κάτι ανησυχητικό από το μηχάνημα.

«Θέλω να σας πω ότι η καρδιά του συγκεκριμένου παιδιού υπέστη μία πολύ μεγάλη δοκιμασία κατά τη διάρκεια του πρώτου περιστατικού ανακοπής στο Καραμανδάνειο, όπου επί πενήντα λεπτά βρισκόταν σε καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση, κατά την οποία η οξυγόνωση και η αιμάτωση πάντοτε είναι κατώτερη του φυσιολογικού και εντούτοις δεν διαπιστώθηκε η παραμικρή δυσλειτουργία της, γεγονός που συνηγορεί τόσο για τις εξαιρετικές προσπάθειες των ιατρών, όσο και για την άριστη ποιότητα της καρδιάς» υποστήριξε ο κ. Παπαγιάννης.

Ο παιδιοκαρδιολόγος παράλληλα, γύρισε πίσω στον χρόνο και αναφέρθηκε στα γεγονότα από την πρώτη ημέρα του Μαΐου του 2021 που νοσηλεύτηκε στο Ωνάσειο, μετά το πρώτο καρδιακό της επεισόδιο, που είχε ως αποτέλεσμα την εγκεφαλοπάθειά της.

«Το παιδί ήρθε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο μας και νοσηλεύτηκε από το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου μέχρι και τις αρχές Ιουνίου. (…). Καθ΄ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας του βρισκόταν στην Παιδιοκαρδιολογική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας υπό συνεχή παρακολούθηση σε μόνιτορ» ανέφερε ο κ. Παπαγιάννης, σημειώνοντας ότι «η καρδιά λειτουργούσε φυσιολογικά, με τις καρδιολογικές της εξετάσεις να είναι καθαρές, ενώ και ο γενετικός έλεγχος δεν ανέδειξε κάποια κληρονομική πάθηση».

«Το παιδί υπεβλήθη σε πλήρη καρδιολογικό έλεγχο ο οποίος περιλάμβανε ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχογράφημα καρδιάς, φαρμακευτική δοκιμασία προκαϊναμίδης, για το Σύνδρομο Brugada και είχε επίσης υποβληθεί σε εκτεταμένο γενετικό έλεγχο για την πιθανότητα ύπαρξης κάποιου γενετικού αρρυθμιογόνου αιτίου αιφνίδιου θανάτου – καρδιακής ανακοπής. (…) Κατά τον έλεγχο όλων αυτών που σας προανέφερα δεν διαπιστώθηκαν αρρυθμιογόνα σύνδρομα, ούτε συγγενείς ή επίκτητες καρδιοπάθειες, ούτε μυοκαρδιοπάθειες, ενώ η λειτουργία της καρδιάς ήταν απολύτως φυσιολογική» δήλωσε ο παιδοκαρδιολόγος.

«Η μητέρα είχε στείλει 198 μηνύματα χωρίς να υπάρχει πρόβλημα»

Αν και οι εξετάσεις της ήταν άριστες, τοποθετήθηκε η συσκευή του απινιδωτή και του βηματοδότη, ύστερα από επιθυμία των γονέων της Τζωρτζίνας.

«Έγινε πλήρης καρδιολογικός έλεγχος, αποφασίστηκε η τοποθέτηση του απινιδωτή για την αντιμετώπιση τυχόν άγνωστου αίτιου αιφνίδιου θανάτου, το οποίο όμως εμείς καθόλη τη διάρκεια της νοσηλείας του δεν είχαμε διαγνώσει. Η τοποθέτηση του απινιδωτή ήταν επιθυμία των γονέων, παρά την απουσία σαφούς καρδιολογικής διάγνωσης» αποκάλυψε ο παιδοκαρδιολόγος.

Η συσκευή μπήκε και ορίστηκε ένα κατώτερο όριο 60 σφύξεων και ένα ανώτατο όριο 222. Πάνω από αυτό θα σήμαινε κόκκινος συναγερμός και ο γιατρός θα ειδοποιούνταν με μήνυμα. Μόνο που αυτό δε συνέβη ποτέ.

Η καρδιά της Τζωρτζίνας δεν έκανε ποτέ επικίνδυνη ταχυκαρδία και τα μόνα μηνύματα που πήρε ο γιατρός ήταν τα προληπτικά και… αφύσικα πολλά, που έστελνε η μητέρα. Λίγο πάνω από 190 στον αριθμό, ζητώντας από τον γιατρό να την ενημερώνει για τη λειτουργία της καρδιάς της Τζωρτζίνας.

«Μετά την τοποθέτηση του απινιδωτή λάμβανε μονίμως πληροφορίες, κατόπιν ενεργοποίησης του από τη μητέρα, λόγω ανησυχίας για την κατάσταση του παιδιού. Σε όλα αυτά τα μηνύματα, δεν κατεγράφη κανένα επεισόδιο αρρυθμίας και τεκμηριώθηκε η καλή λειτουργία της συσκευής» σημείωσε ο κ. Παπαγιάννης.

Παρόλα αυτά, στις 29 Ιανουαρίου, ανεξήγητα η καρδιά της Τζωρτζίνας σταμάτησε. «Το παιδί δεν περίμενα να πεθάνει αιφνιδίως από κάποια αρρυθμία διότι δεν κατεγράφη ούτε ταχυαρρυθμία, ούτε σοβαρή βραδυκαρδία, μη ανταποκρινόμενη στη βηματοδότηση. Η συστολική λειτουργία της καρδιάς επίσης έχει ελεγχθεί στο Ωνάσειο και ήταν φυσιολογική. Ως εκ τούτου, οι πιθανές αιτίες του τελικού συμβάντος φαίνεται να είναι εξω καρδιακές» είπε χαρακτηριστικά ο παιδοκαρδιολόγος.