Όταν οι ηγέτες των «27» θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες, την ερχόμενη Πέμπτη και Παρασκευή, δεν θα ασχοληθούν μόνο με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον υψηλό προσκεκλημένο τους – τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν. Στην ατζέντα τους θα έχουν ένα θέμα που «καίει» εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες της Ευρώπης, κάνοντάς τους κυριολεκτικά τον βίο… αβίωτο.

Πρόκειται, βεβαίως, για τις τιμές της ενέργειας – από τη βενζίνη και το πετρέλαιο θέρμανσης, μέχρι το φυσικό αέριο για τις οικίες και τις βιομηχανικές μονάδες – οι οποίες έχουν τινάξει στον αέρα τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών. Ειδικά δε όσων ανήκουν στα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα, τα μέλη των οποίων καθορίζουν και τα αποτελέσματα των εκλογών…

Τα σημεία αιχμής, στα οποία αποτυπώνονται οι σημαντικότερες διαφωνίες και προκαλούνται οι πιο σοβαρές αντιπαραθέσεις, είναι κυρίως δύο: Αφενός, τα σενάρια επιβολής εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου από την ΕΕ, όπως ήδη έχουν κάνει οι ΗΠΑ – κάτι που ζητά μετ’ επιτάσεως το Κίεβο, επισημαίνοντας ότι η Ρωσία έβαλε πέρυσι στα ταμεία της 100 δισ. ευρώ από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Αφετέρου, η επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου και η αποσύνδεσή τους από τον τρόπο υπολογισμού των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος.

Εμπάργκο: Θέλουμε, μπορούμε όμως;

Όσον αφορά στο πρώτο, το γεγονός ότι μια τέτοια απόφαση απαιτεί ομοφωνία σχεδόν αποκλείει τη λήψη της, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση. Με δεδομένο, άλλωστε, ότι από τη Ρωσία προήλθε πέρυσι σχεδόν το 27% του αργού που εισήγε η ΕΕ, καθώς και την απροθυμία του OPEC και άλλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών να αυξήσουν την παραγωγή, η κάλυψη του κενού που θα προκαλούνταν θεωρείται εξαιρετικά δύσκολη.

«Το ζήτημα του πετρελαϊκού εμπάργκο δεν έχει να κάνει με το ερώτημα εάν το θέλουμε ή όχι, αλλά με εκείνο που έχει να κάνει με την εξάρτησή μας από το πετρέλαιο», δήλωσε χαρακτηριστικά η Αναλένα Μπέρμποκ, υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση με τους ομολόγους της. «Η Γερμανία εισάγει πολύ ρωσικό πετρέλαιο, όμως υπάρχουν και άλλα κράτη-μέλη που δεν μπορούν να διακόψουν τις εισαγωγές τους από τη μία μέρα στην άλλη», πρόσθεσε.

Το «φάντασμα» των 300 δολαρίων

Είναι προφανές, βεβαίως, ότι το θέμα του πετρελαίου έχει άμεση σχέση και με τις τιμές της ενέργειας. Η Μόσχα, άλλωστε, έχει προειδοποιήσει πως ενδεχόμενο εμπάργκο θα εκτοξεύσει τις τιμές ως και στα 300 δολάρια το βαρέλι, καθιστώντας το είδος πολυτελείας για τους περισσότερους.

Η δε Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας (ΙΕΑ) προειδοποίησε ότι το Κρεμλίνο δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε «προληπτικό πλήγμα» μειώνοντας την παραγωγή κατά σχεδόν 3 εκατ. βαρέλια ημερησίως. «Με την δυνάμει απώλεια μεγάλου μέρους των ρωσικών προμηθειών, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος οι αγορές να πιεστούν περαιτέρω και οι τιμές του πετρελαίου να αυξηθούν σημαντικά τους επόμενους μήνες, καθώς θα εισερχόμαστε στην περίοδο κορύφωσης της ζήτησης, Ιούλιο και Αύγουστο», σημειώνει σχετική έκθεσή της.

Αρκετοί, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι η υιοθέτηση ενός τέτοιου μέτρου από τους ηγέτες των «27» θα ήταν σαν να… πυροβολούν τα πόδια τους, διακινδυνεύοντας μεγάλες κοινωνικές αναταραχές (με τις πρώτες ενδείξεις να υπάρχουν ήδη). Πολύ περισσότερο καθώς δεν μοιάζουν έτοιμοι να λάβουν από κοινού ουσιαστικά μέτρα για τον περιορισμό της ενεργειακής ακρίβειας.

«Δώστε μας εργαλεία!»

«Εάν η ΕΕ δεν μας προσφέρει τα εργαλεία προκειμένου να απαντήσουμε σε αυτή την κατάσταση έκτακτης ενεργειακής ανάγκης, θα είναι δύσκολο όχι μόνο για την Ισπανία, αλλά για όλα τα κράτη-μέλη να σηκώσουν το τεράστιο οικονομικό κόστος», δήλωσε στους Financial Times ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, δίνοντας χαρακτήρα κατεπείγοντος στο αίτημα λήψης συγκεκριμένων μέτρων.

«Οφείλουμε να προστατεύσουμε τους πολίτες μας. Η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι όμηρος του Πούτιν στην ενέργεια. Πρέπει να αυξήσουμε την ενεργειακή μας ανεξαρτησία και την ίδια στιγμή να προσαρμόσουμε το σύστημα τιμολόγησης στη νέα πραγματικότητα», πρόσθεσε ο Πέδρο Σάντσεθ ο οποίος καταθέτει σχετική πρόταση στη σύνοδο κορυφής, μαζί με τους ομολόγους του από τον ευρωπαϊκό Νότο – Ιταλία, Πορτογαλία και Ελλάδα – όπως αποφασίστηκε στη συνάντηση της περασμένης Παρασκευής στη Ρώμη.

Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι το σχετικό σχέδιο, που προβλέπει τόσο την επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου όσο και την αποσύνδεσή του από τη διαδικασία τιμολόγησης της ενέργειας, συγκεντρώνει ευρύτερη αποδοχή. Υπέρ, για του λόγου το αληθές, έχουν ταχθεί ήδη με δηλώσεις τους και ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, αλλά και ο Εμανουέλ Μακρόν, πρόεδρος της Γαλλίας και προεδρεύων του Συμβουλίου για το τρέχον εξάμηνο.

Οι… κακοί φιλελεύθεροι

Ομοφωνία, όμως, δεν υφίσταται. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Politico, «Γερμανία και Ολλανδία παίζουν τον ρόλο των κακών φιλελεύθερων, επισημαίνοντας στους εταίρους τους ότι σε περίπτωση που η ΕΕ αποφασίσει να πληρώσει λιγότερο για την αγορά αερίου, οι προμηθευτές είναι πιθανό να αποφασίσουν να το πουλήσουν αλλού».

Επίσης, όπως είπε ένας διπλωμάτης, από τη στιγμή που οι ενεργειακοί όμιλοι δεν θα μπορούν πλέον να απορροφήσουν το κόστος της πιο ακριβής από τις πρώτες ύλες τους, είναι πολύ αμφίβολο το εάν και κατά πόσο οι μικρότερες επιχειρήσεις (όπως και οι καταναλωτές) θα καταφέρουν να πληρώσουν γι’ αυτό.

Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι χάνοντας ολοένα περισσότερο χρόνο στις διαπραγματεύσεις προκειμένου να βρεθεί μια «χρυσή τομή», μπορεί να τελειώσει ο χειμώνας – ενδεχομένως και ο πόλεμος στην Ουκρανία – χωρίς να έχουν ληφθεί μέτρα ενίσχυσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όσο για την διαφαινόμενη απόφαση από κοινού προμήθειας φυσικού αερίου και LNG για τον επόμενο χειμώνα, ασφαλώς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα του σήμερα.

Ζήσε Μάη μου;

Βεβαίως, όπως εύλογα θα επισημάνει κανείς, για να αποφασιστούν και να εφαρμοστούν τέτοια μέτρα απαιτούνται κονδύλια, τα οποία πολλές από τις εθνικές κυβερνήσεις δεν φαίνεται να διαθέτουν, καθώς προέρχονται από την επώδυνη περίοδο της πανδημίας (η οποία δεν λέει να τελειώσει). Αυτός είναι και ο λόγος για την πρόταση έκδοσης νέων ευρωομολόγων, δηλαδή κοινού χρέους των «27», ώστε να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του πολέμου.

Δεν απαιτούνται ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλάβει κανείς ότι στο άκουσμά της και μόνο, στο Βερολίνο και άλλες πρωτεύουσες άρχισαν να ανεβάζουν… πυρετό!