Του Γιώργου Κανελλόπουλου

Οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν αρχίσει να ανησυχούν όλο και περισσότερο για τον πληθωρισμό που καλπάζει σε πολλές χώρες λόγω της ανόδου των τιμών σε ενέργεια, σε καταναλωτικά και βιομηχανικά προϊόντα και μεταφορές.

Ανησυχούν μάλιστα ότι τελικά οι αυξημένες τιμές μπορεί να έχουν έλθει για να μείνουν περισσότερο καιρό από όσο αρχικά είχε υπολογιστεί και πως ο πληθωρισμός δεν θα υποχωρήσει τόσο σύντομα όσο αρχικά υπολογιζόταν. Για τον λόγο αυτόν έχουν αρχίσει να εξετάζουν ή προχωρούν ήδη σε πιο σφιχτή νομισματική πολιτική με αυξήσεις επιτοκίων ή κλείσιμο της στρόφιγγας στην ποσοτική χαλάρωση η οποία μέχρι τώρα δεν είχε προηγούμενο.

Η μεγαλύτερη κεντρική τράπεζα που κινείται προς αυτή την κατεύθυνση είναι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ηδη τις τελευταίες εβδομάδες ο επικεφαλής της FED Τζερόμ Πάουελ έχει αρχίσει να προετοιμάζει τις αγορές ότι θα αρχίσει να μειώνει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων από τον Νοέμβριο και μετά και ότι ετοιμάζονται οι πρώτες αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού σε δολάρια μετά από καιρό. Εως το 2023, όπως όλα προδιαγράφονται, συνολικά θα γίνουν τουλάχιστον τρεις τέτοιες αυξήσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ. Στις αρχές του καλοκαιριού οι περισσότεροι αξιωματούχοι της FED προέβλεπαν τουλάχιστον δύο αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2023.

Επίσης η Τράπεζα της Αγγλίας και η Κεντρική Τράπεζα της Νορβηγίας έχουν αρχίσει να προχωρούν ή έχουν δώσει σήμα ότι θα προχωρήσουν σε αυξήσεις επιτοκίων. Καθώς επίσης το πολύ χαμηλό κόστος του χρήματος έχει εκτοξεύσει στα ύψη τις τιμές των ακινήτων, έχει προκληθεί επιπλέον συναγερμός σε κεντρικές τράπεζες όπως αυτές της Σουηδίας και της Αυστραλίας. Σε αυξήσεις επιτοκίων έχουν προχωρήσει επίσης η Βραζιλία, το Μεξικό και η Νέα Ζηλανδία. Με αυξήσεις επιτοκίων είχαν προηγηθεί οι κεντρικές τράπεζες της Τσεχίας, της Ισλανδίας και της Νότιας Κορέας. Πρόσφατα επίσης είχαν αυξήσει τα επιτόκια η Βραζιλία, η Ουγγαρία, η Παραγουάη και το Πακιστάν. Οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να οδηγήσουν την Τράπεζα της Αγγλίας να προχωρήσει σε δύο αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι τον ερχόμενο Μάιο, όπως περιμένουν τώρα οι αγορές.

Τι θα κάνει η ΕΚΤ

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από την πλευρά της εξετάζει να προχωρήσει σε μείωση του μηνιαίου προγράμματος έκτακτων αγορών ομολόγων λόγω της πανδημίας (ΡΕΡΡ) αλλά μελετά να συνεχίσει να ρίχνει άπλετη ρευστότητα στην ευρωπαϊκή οικονομία με νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Η ΕΚΤ ετοιμάζεται για μια σημαντική επικαιροποίηση της πολιτικής της τον Δεκέμβριο, όταν οι προβλέψεις έως το 2024 θα δείξουν πώς θα κινηθεί ο πληθωρισμός προς την επίτευξη του νέου στόχου της τάξης του 2%.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και μέλος της ΕΚΤ Γιάννης Στουρνάρας πάντως έχει αναφέρει ότι οι επενδυτές δεν θα πρέπει να περιμένουν πρόωρες αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ώρα που η ΕΚΤ σχεδιάζει την έξοδό της από το πρόγραμμα ρευστότητας που είχε σχεδιαστεί ειδικά για την πανδημία. Οι προβλέψεις ότι η πρώτη αύξηση επιτοκίων του ευρώ από την ΕΚΤ θα πραγματοποιηθεί γύρω στα μέσα του 2023 «δεν είναι σύμφωνες με τις κατευθυντήριες οδηγίες μας» είπε πρόσφατα στο Bloomberg. Αναφορικά με άλλες κεντρικές τράπεζες όπως είναι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Τράπεζα της Αγγλίας, που οδεύουν προς αυξήσεις επιτοκίων, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι «δεν είμαστε στην ίδια θέση (…). Οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό είναι χαμηλότερες για τη ζώνη του ευρώ από ό,τι στις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Είναι φυσικό να βρισκόμαστε σε διαφορετική φάση νομισματικής πολιτικής» ξεκαθάρισε.