Η κατάθλιψη είναι η μάστιγα της εποχής και μία από τις πιο σοβαρές ψυχικές ασθένειες.

Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), το 5% των ενηλίκων που ζουν στον πλανήτη και το 3,8% του παγκόσμιου πληθυσμού (280.000.000 άνθρωποι) υποφέρουν από αυτήν τη ψυχική διαταραχή. Μάλιστα σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες κατά την πανδημία του κοροναϊού αυξήθηκε το ποσοστό των ανθρώπων που πάσχουν από κατάθλιψη.

Η ανάπτυξη αποτελεσματικών θεραπειών για δύσκολες μορφές κατάθλιψης είναι μεγάλη πρόκληση, γιατί τα κυκλώματα του εγκεφάλου που την προκαλούν είναι πιθανόν να διαφέρουν μεταξύ των ανθρώπων και τα συμπτώματα είναι ποικίλα.

Οι επιστήμονες από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, έρχονται να δώσουν μία λύση στο πρόβλημα αυτό.

Αρχικά βρήκαν ένα μοτίβο εγκεφαλικής δραστηριότητας που σηματοδοτεί την έναρξη των συμπτωμάτων της κατάθλιψης και στη συνέχεια δημιούργησαν μία συσκευή ηλεκτρικής διέγερσης του εγκεφάλου που λειτουργεί με μικροσκοπικούς παλμούς, όταν εντοπίζει το συγκεκριμένο μοτίβο και το διακόπτει αυτόματα.

Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Medicine,  η συσκευή, τότε, διεγείρει μια συγκεκριμένη περιοχή του νευρωνικού κυκλώματος, δημιουργώντας μια άμεση και εξατομικευμένη θεραπεία για τον εγκέφαλο του κάθε ασθενή και των νευρώνων που προκαλούν κάθε φορά την κατάθλιψη.

Για να προσωποποιηθεί η θεραπεία για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά, ένα από ηλεκτρόδια της συσκευής τοποθετείται στο σημείο του εγκεφάλου όπου οι γιατροί εντόπισαν την έναρξη των συμπτωμάτων και ένα άλλο σε εκείνο το σημείο όπου θα προκαλούσε τη μεγαλύτερη ανακούφιση.

«Ένιωθα πως πλησιάζει στο τέλος μου. Η κατάθλιψη μου ήταν πολύ σοβαρή.»

Η 36χρονη ασθενής Σάρα, δέχθηκε να γίνει εθελόντρια, πριν από ενάμιση χρόνο. Υπέφερε από μια μορφή κατάθλιψης που ήταν επίμονη και δεν ανταποκρινόταν στις θεραπείες. Μετά τη δοκιμή της συσκευής, δήλωσε ότι με αυτή τη θεραπεία επέστρεψε σε «μία ζωή που αξίζει να ζεις», καθώς της επέτρεψε να χαμογελάσει και πάλι μετά από 5 χρόνια.

«Αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε κάποια από την πολυπλοκότητα που εμπλέκεται στο πώς ρυθμίζεται η διάθεση στον εγκέφαλο, ως δίκτυο», σημείωσε ο καθηγητής Έντουαρντ Τσανγκ του UCSF, ο νευροχειρούργος που είχε αναλάβει τη Σάρα.

Αν και η θεραπεία έχει δοκιμαστεί μόνο σε μία ασθενή- και θα μπορούσε να είναι κατάλληλη μόνο για εκείνους με βαριά νόσο- η επιτυχία θεωρείται πάρα πολύ σημαντική, σημειώνει ο Guardian.

Είναι η πρώτη απόδειξη ότι μπορεί να ανιχνευθεί με αξιοπιστία η εγκεφαλική λειτουργία πίσω από τα συμπτώματα ψυχικής ασθένειας και αποκαλύπτει ότι αυτά τα εγκεφαλικά κυκλώματα μπορούν να πλησιάσουν ξανά την υγιή κατάσταση, ακόμη και σε ασθενή που νοσεί για χρόνια.

«Υπάρχει ακόμα πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει» τόνισε μια από τους επικεφαλής ερευνητές στην έρευνα, Κάθριν Σκάνγκος. «Πρέπει να δούμε πώς τα δίκτυα διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή και να επαναλάβουμε την ίδια δουλειά αρκετές φορές» σημείωσε επίσης.
Αν και η ιδέα να έχεις μία συσκευή στον εγκέφαλο, μπορεί να φαντάζει φοβερή για κάποιους, η ηλεκτρική διέγερση του εγκεφάλου με εμφύτευση ηλεκτροδίου (DBS – Deep Brain Stimulation) είχε επιτυχία και στο παρελθόν στην αντιμετώπιση νευρολογικών διαταραχών, όπως η νόσος Πάρκινσον και η επιληψία.