Στη διαγραφή φοιτητικών χρεών ύψους περίπου 5,8 δισ. δολαρίων προχώρησε ο Τζο Μπάιντεν, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας. Η κίνηση αυτή είναι θετική, όμως αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό του υπέρογκου χρέους των 1,59 τρισ. δολαρίων που υπολογίζεται πως έχουν φτάσει τα χρέη εκατομμυρίων Αμερικανών από τα δάνεια που είχαν πάρει στα φοιτητικά τους χρόνια για να σπουδάσουν. Η εξεύρεση λύσης δε, ήταν μια από τις προεκλογικές υποσχέσεις του Αμερικανού προέδρου, που οι Αμερικανοί περιμένουν να υλοποιηθεί…

Το ζήτημα του υπέρογκου χρέους από φοιτητικά δάνεια δεν είναι βέβαια καινούργιο, ούτε η δημόσια συζήτηση για το θέμα που έρχεται συχνά-πυκνά στην επικαιρότητα προβληματίζοντας την κοινωνία, τα media και τις εκάστοτε κυβερνήσεις, φέρνοντας σε αντιπαράθεση ακόμη και μέλη του ίδιου κόμματος.

Με τη σημερινή διαγραφή των συγκεκριμένων φοιτητικών χρεών που αφορούν πάνω από 323 άτομα με σοβαρή αναπηρία, ο κύριος Μπάιντεν έχει συνολικά διαγράψει χρέη ύψους 9 δισ. δολαρίων αφότου ανέλαβε καθήκοντα. Όμως, παρά την ευαισθησία του προς τα άτομα με σοβαρή αναπηρία, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει καθυστερήσει να δώσει απάντηση σε άλλα 42,9 εκατ. συμπολιτών του, οι οποίοι απαιτούν λύση.

Το υπουργείο Παιδείας έχει προσφέρει μια προσωρινή και μόνο λύση εγκρίνοντας και πάλι το μορατόριουμ που έχει εφαρμοστεί λόγω της πανδημίας στις αποπληρωμές των δανείων και τους τόκους που χρεώνονται. Το πάγωμα στις πληρωμές επρόκειτο να λήξει στα τέλη του ερχόμενο μήνα και παρατάθηκε εκ νέου μέχρι τις 31 Ιανουαρίου. Αυτό προφανώς προσφέρει μια σημαντική ανακούφιση στα νοικοκυριά, όμως το χρέος που εκκρεμεί από πάνω τους, δεν έχει εξαφανιστεί και στην ουσία συνεχώς διογκώνεται.

Πιέσεις από την αριστερή πτέρυγα

Θεωρητικά ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει υπαναχωρήσει από την πρόταση του να διαγράψει το λιγότερο 10.000 δολάρια ανά δανειστή φοιτητικού δανείου και μάλιστα η αριστερή πτέρυγα του κόμματος και σημαντικά στελέχη των Δημοκρατικών, όπως ο επικεφαλής της Γερουσίας, Τσακ Σούμερ και η Γερουσιαστής της Μασαχουσέτης Ελίζαμπεθ Γουόρεν, έχουν ζητήσει πολύ μεγαλύτερη διαγραφή τουλάχιστον στα 50.000 δολάρια κατ’ άτομο. Όμως, το όλο θέμα φαίνεται να έχει μπει… σε παρένθεση, αφότου ο κ. Μπάιντεν ανέθεσε στον υπουργό Παιδείας Μιγκέλ Καρντόνα, μήνες πριν, να μελετήσει τη νομιμότητα ενός τέτοιου σχεδίου, που πιθανότατα θα τίθετο σε εφαρμογή με προεδρικό διάταγμα.

Υποστηρικτές του σχεδίου επισημαίνουν πως η μείωση των χρεών αυτών θα πρόσφερε μεγάλη ανακούφιση στην κοινωνία και θα αποτελούσε μια τονωτική ένεση για την καταναλωτική αγορά, καθώς θα επέτρεπε σε εκατομμύρια Αμερικανούς να αποδεσμευτούν από τις υποχρεώσεις που είχαν και οι οποίες τους απέτρεπαν να αγοράσουν σπίτια, αυτοκίνητα ή ακόμη και να παντρευτούν και να δημιουργήσουν οικογένεια.

Οι πολέμιοι της διαγραφής 

Από την άλλη πλευρά το συντηρητικό κατεστημένο αντιδρά, επιμένοντας πως τόσο σε οικονομικούς όρους όσο και σε όρους κοινωνικής δικαιοσύνης δεν είναι δυνατόν το κράτος να προχωρήσει και να διαγράψει μαζικά και οριζόντια ένα τόσο μεγάλο ποσό χρέους για μια μερίδα πολιτών. Ειδικά δε, σε ένα διάστημα που η αμερικανική οικονομία έχει επιτέλους ορθοποδήσει από μια σημαντική κρίση και τη δεύτερη ύφεση της μέσα σε περίπου μια δεκαετία.

Η συγχώρεση ή διαγραφή χρέους ύψους 50.000 δολαρίων ανά δανειστή θα κόστιζε στο αμερικανικό Δημόσιο πάνω από 1 τρισ. δολάρια, ποσό που κατεβαίνει στα 373 δισ. δολάρια αν μιλάμε για την πρόταση των 10.000 δολαρίων κατ’ άτομο. Όμως, για τους πολέμιους του μέτρου δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων, είναι και θέμα αρχής. Αυτοί που ζήτησαν τα χρήματα έκαναν μια συνειδητή επιλογή να τα δανειστούν, μια τακτική που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα για όλους τους νέους φοιτητές. «Αν διαγράψουμε τα χρέη των φοιτητών, τι θα απαντήσουμε σε όσους έχουν χρέη, χωρίς να έχουν πάει στο κολέγιο ή όσους πρώην φοιτητές κατάφεραν τελικά και με θυσίες να αποπληρώσουν κανονικά το χρέος τους» είναι ένα από τα συνήθη επιχειρήματα.

Υπέρογκο χρέος 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Federal Reserve, το 55% των πολιτών ηλικίας κάτω των 30 που σπούδασε, αναγκάστηκε να στραφεί σε κάποιου είδους δανειοδότηση για να καλύψει τα έξοδα σπουδών του και το 17% ήταν ήδη πίσω στο ρυθμό αποπληρωμής των υποχρεώσεων του το 2019, ήτοι δηλαδή πριν ξεσπάσει και η πανδημία.

Περίπου 6 στους 10 φοιτητές-δανειστές, ηλικίας έως 35 ετών χρωστά σήμερα πολύ περισσότερα χρήματα από το αρχικό ποσό που δανείστηκε, λόγω των τόκων. Η αναλογία αυτή δε, μεταβάλλεται αισθητά μεταξύ ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες και κυρίως τους Αφροαμερικανούς (3 στους 4), γεγονός που προσθέτει στο όλο debate και μια έντονη ρατσιστική χροιά.

Σε κάθε περίπτωση το θέμα δεν έχει κλείσει. Άλλωστε, ήταν ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν με την προεκλογική δέσμευση του, ο οποίος… τάραξε για τα καλά τα νερά, οπότε θα είναι και υπόλογος αν κάνει πίσω.