«Αυτή η εύστροφη ιδιοφυΐα, μοναδική για την εποχή μας, έχει το μαγικό όνομα που συνδυάζει τον Θεό (Dieu) και τον χρυσό (or)» είχε πει σχεδόν προφητικά ο Ζαν Κοκτό για τον καλό του φίλο Κριστιάν Ντιορ, ο οποίος χρειάστηκε μόλις 10 χρόνια – ξεκινώντας με την πρώτη επίδειξη μόδας του επώνυμου οίκου του το 1947 από το περίφημο ατελιέ στον αριθμό 30 της Αvenue Montaigne στο Παρίσι, μέχρι τον θάνατό του, το 1957 – για να χτίσει τη δική του αυτοκρατορία σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Λουλούδια παντού

«Μετά τις γυναίκες, τα λουλούδια είναι ό,τι ωραιότερο δημιούργησε ο Θεός στον κόσμο». Η λατρεία του για τα λουλούδια ξεκίνησε από τα παιδικά του χρόνια, όταν πλάι στη μητέρα του, Μαντλέν, ανακάλυπτε τη μαγεία της φύσης στον οικογενειακό κήπο στη Villa Les Rhumbs, στην παραθαλάσσια Γκρανβίλ της Νορμανδίας. «Πάντα σχεδίαζα γυναίκες-λουλούδια, με στρογγυλεμένους ώμους, λεπτή μέση σαν μίσχο και φαρδιές φούστες σαν ανθοπέταλα» είχε συνοψίσει ο ίδιος την έμπνευσή του. Αλλωστε, όπως πίστευε: «Ποτέ δεν μπορείς να κάνεις λάθος, αν έχεις τη φύση για παράδειγμα».

Η γενναία Miss Dior

H μικρότερη αδελφή του, Κατρίν – ο Κριστιάν ήταν ο δεύτερος από πέντε αδέλφια -, υπήρξε μέλος της Γαλλικής Αντίστασης ενάντια στη Ναζιστική Κατοχή στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνελήφθη από την Γκεστάπο, στάλθηκε αρχικά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ράβενσμπρικ, επέζησε και με την απελευθέρωση την άνοιξη του 1945 επέστρεψε στο Παρίσι. Δύο χρόνια αργότερα, ο Ντιόρ ονόμασε το πρώτο του άρωμα Miss Dior ως φόρο τιμής στον ηρωισμό της αδελφής του. Ενα από τα πιο διάσημα αρώματα στη βιομηχανία της ομορφιάς, με έμπνευση από τους τεράστιους ανθόκηπους στην Προβηγκία, έχει συμπυκνώσει μεταξύ άλλων νότες από τριαντάφυλλα, γιασεμί και νάρκισσο.

Η Εβίτα Περόν με την εμβληματική χρυσή τουαλέτα Dior στις εκδηλώσεις για τον εορτασμό της Εθνικής Επετείου της Αργεντινής τον Μάιο του 1951 (αριστερά) – Η Μάρλεν Ντίτριχ φορούσε αποκλειστικά Dior και στις κινηματογραφικές εμφανίσεις της (δεξιά)

Ο «τύραννος του ποδόγυρου»

Η Κάρμελ Σνόου, επικεφαλής από το 1934 έως το 1958 της αμερικανικής έκδοσης του «Harper’s Bazaar», επινόησε τη διάσημη φράση «New Look» («Νέα ματιά») για να επαινέσει τη μεταπολεμική επανάσταση του Dior. Στις 12 Φεβρουαρίου 1947, με ένα τεράστιο πλήθος να συνωστίζεται έξω από τον χώρο της επίδειξης στην έδρα του οίκου στο Παρίσι – «Ακόμη και οι ταξιτζήδες μιλούσαν για τον Ντιόρ» είχε σχολιάσει η εκκεντρική βρετανίδα συγγραφέας-δημοσιογράφος Νάνσι Μίτφορντ -, ο Κριστιάν Ντιόρ παρουσίασε την πρώτη του συλλογή haute couture, με 90 δημιουργίες του, όπου οι πληθωρικές φούστες από ταφτά και τούλι μάκραιναν, το μπούστο ήταν τονισμένο, η μέση σφιχτή και οι ώμοι αναδεικνύονταν ρομαντικά.

Η θηλυκή επιστροφή στην Belle Epoque, κόντρα στο πιο «ανδρόγυνο» στυλ της Κοκό Σανέλ, προκάλεσε ντελίριο στο σύμπαν της μόδας. Ωστόσο, υπήρξαν κι εκείνοι που διαμαρτυρόμενοι για την υπερβολική χρήση υφάσματος από τον σχεδιαστή, μετά την ακραία λιτότητα και τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον αποκαλούσαν «Ο τύραννος του ποδόγυρου». Ο βρετανός βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ΄ είχε προτρέψει τις νεαρές τότε πριγκίπισσες Ελισάβετ και Μαργαρίτα να αποφύγουν τα ρούχα Dior για να μην προκαλούν.

Η 70η επέτειος της φωτογράφισης που έμεινε στην Ιστορία (τα μοντέλα με τις αέρινες δημιουργίες Dior να ποζάρουν στην Ακρόπολη) αποτελεί την αφορμή για αυτή που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 17 Ιουνίου

Η «δηλητηριώδης» Chanel και ο «μαέστρος» Balenciaga

«Δεν ντύνει τις γυναίκες, τους περνά ταπετσαρίες» είχε πει η Κοκό Σανέλ σχολιάζοντας δηκτικά ότι μια γυναίκα καθισμένη που φορά Dior μοιάζει με παλιά πολυθρόνα. «Κοιτάξτε πόσο γελοίες είναι αυτές οι γυναίκες φορώντας ρούχα από έναν άνδρα που δεν γνωρίζει τις γυναίκες, δεν είχε ποτέ δική του και ονειρεύεται να είναι μία» είχε ξεσπάσει για τον ισχυρό της αντίπαλο μετά τη θριαμβευτική παρουσίαση της πρώτης του συλλογής υψηλής ραπτικής το 1947, κατηγορώντας τον ότι έσυρε τις γυναίκες πίσω στα ιδανικά της θηλυκότητας του 19ου αιώνα, όταν αποτελούσαν αντικείμενα που πρέπει να θαυμάσουν οι άνδρες.

«Τα ενδύματα ήταν η θρησκεία του» είχε πει ο Κριστιάν Ντιόρ, αναγνωρίζοντας το κύρος του Ισπανού «Πικάσο της μόδας» Κριστομπάλ Μπαλενσιάγκα. «Η υψηλή ραπτική είναι σαν μια ορχήστρα, με μοναδικό μαέστρο τον Μπαλενσιάγκα. Ολοι εμείς οι υπόλοιποι είμαστε απλώς μουσικοί που ακολουθούμε τις οδηγίες του».

Το «εξωτικό μαργαριτάρι» από την Ασία

Η ασιάτισσα καλλονή της εποχής Αλά Ιλτσούν, με πατέρα από το Καζακστάν, μητέρα Ρωσίδα και κινεζική υπηκοότητα, κατάφερε να γίνει μία από τις μούσες του Ντιόρ. Ηταν ο πρώτος που προσέλαβε ασιατικής καταγωγής μοντέλο για να παρουσιάσει ευρωπαϊκά ρούχα. Με μια ομολογουμένως μυθιστορηματική διαδρομή από τη Μαντζουρία στο Παρίσι και ακολουθώντας τα απανωτά παιχνίδια της καλής της τύχης, η Αλά εργάστηκε για 20 ολόκληρα χρόνια στον διάσημο οίκο – και μετά τον θάνατο του Ντιόρ -, ξεχωρίζοντας με την εξωτική ομορφιά της, τα έντονα ζυγωματικά, τα σχιστά μάτια της, αλλά και τα περίφημα 49 εκατοστά της λεπτής μέσης της.

Εμπνευση στην μπανιέρα

«Η μόδα ξεκινά από ένα όνειρο και το όνειρο είναι μια απόδραση από την πραγματικότητα». Δύο φορές κάθε χρόνο, για να εμπνευστεί τη νέα του κολεξιόν, απομονωνόταν για να σχεδιάσει αναπόσπαστος. Μάλιστα, πολλές ώρες τις περνούσε στο μπάνιο του, συνήθως στην πολυτελή μπανιέρα από πράσινο μάρμαρο, με μεταλλική επένδυση και βρύσες σε σχήμα κύκνου. Εκεί δημιουργούσε, σχεδιάζοντας σε χαρτί τις επόμενες κολεξιόν του.

«No Dior, no Dietrich…»

Η μία μετά την άλλη, οι πιο διάσημες γυναίκες του πλανήτη εμπιστεύονταν το μαγικό του άγγιγμα. Η Μάρλεν Ντίτριχ φορούσε μόνο Dior και τον επέβαλε στους παραγωγούς των ταινιών της. «No Dior, no Dietrich…» είχε απαντήσει στον Αλφρεντ Χίτσκοκ όταν της ζήτησε να παίξει στην ταινία του, «Stage Fright» (Ο δολοφόνος έρχεται κάθε βράδυ, 1950). Στο ατελιέ του συνωστίζονταν η Ρίτα Χέιγουορθ, η Λορίν Μπακόλ, η Τζέιν Ράσελ, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Αβα Γκάρντνερ – όλες οι εκρηκτικές εμφανίσεις της στην ταινία «The Little Hut» (Η μικρή καλύβα, 1957) είχαν υπογραφή Dior – η Μαργκότ Φοντέιν, η Ολίβια ντε Χάβιλαντ – εμφανίζεται με ένα θεαματικό νυφικό Dior στην ταινία «The Ambassador’s Daughter» (Η κόρη του πρεσβευτή, 1956) -, η Τζίνα Λολομπρίτζιντα, η Ζα Ζα Γκαμπόρ. Αλλά και η πριγκίπισσα Μαργαρίτα του Ηνωμένου Βασιλείου που επέλεξε ένα περίτεχνο λευκό τούλινο φόρεμα Dior με εντυπωσιακά κεντήματα και γυμνό τον έναν ώμο στο πάρτι των 21ων γενεθλίων της τo 1951. «Η μόνη βασίλισσα που έχω ντύσει είναι η Εβίτα Περόν» είχε πει ο Κριστιάν Ντιόρ για την αμφιλεγόμενη πρώην πρώτη κυρία της Αργεντινής που είχε κάνει την πιο εμβληματική εμφάνισή της στις 30 Μαΐου 1951, στο πλαίσιο των εορτασμών για την εθνική επέτειο της χώρας, με την περίφημη έξωμη χρυσή τουαλέτα Dior.

Η κρυφή προσωπική ζωή

Ο θρυλικός γάλλος couturier δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν μίλησε ποτέ ανοικτά για την προσωπική ζωή και τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Οταν μετακόμισε για πρώτη φορά στο Παρίσι τη δεκαετία του 1920, εντάχθηκε στην καλλιτεχνική μποέμ ζωή της πόλης και ανήκε σε μια μεγάλη παρέα μαζί με τους Ζαν Κοκτό, Φρανσίς Πουλένκ, Μαξ Ζακόμπ και Μορίς Σακς, όπου οι περισσότεροι από τους φίλους του ήταν επίσης ομοφυλόφιλοι. Ο έμπιστος σοφέρ και πρώην εραστής του, Πιερ Περοτινό, τον περιγράφει ως έναν άνδρα που είχε την ανάγκη να επιβεβαιώνεται στη σεξουαλική του ζωή για να ξορκίσει τη χαμηλή αυτοπεποίθηση που του προκαλούσε η εμφάνισή του.

Ο τελευταίος σύντροφός του ήταν ο αλγερινός τραγουδιστής Ζακ Μπενιτά, σχεδόν τρεις δεκαετίες νεότερός του, τον οποίο γνώρισε το 1956. Ηταν μάλιστα η πρώτη φορά στη ζωή του Ντιόρ που δεν φοβόταν να δείξει δημόσια την αγάπη του, κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ για κανέναν από τους προηγούμενους αγαπημένους του. Ωστόσο, και πάλι τον καταδίωκε το χρόνιο σύμπλεγμα ότι δεν είναι αρκετά ελκυστικός. Η ηλικία του εραστή του το επέτεινε. Ο Ντιόρ ήταν τόσο ενθουσιασμένος που αποφάσισε να ξεκινήσει δίαιτα, αν και ο Μπενιτά το θεώρησε περιττό.

Στρείδια και φουαγκρά μαζί

Τα αφράτα ροζ μάγουλά του δεν έκρυβαν την τεράστια όρεξή του για φαγητό. Eίχε θεαματικά χαμηλή αυτοεκτίμηση και αναζητούσε μονίμως παρηγοριά στην κουζίνα. Στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Dior by Dior» υπενθυμίζει ότι η σιλουέτα του απειλείται διαρκώς από την αγάπη του για το καλό φαγητό: μια συνεσταλμένη εξομολόγηση που κρύβει την τεράστια αγωνία και την προσπάθειά του να νικήσει το σύμπλεγμα της εικόνας του. Ακόμη και μετά από δύο καρδιακές προσβολές (η πρώτη το 1947), το φαγητό παρέμεινε το μεγαλύτερο πάθος του. Μπορούσε να συνδυάσει στρείδια και φουαγκρά σε ένα γεύμα του, να ολοκληρώσει ένα χορταστικό δείπνο στη Νέα Υόρκη και μετά να φάει πέντε χοτ ντογκ στην Times Square, ενώ το πρώτο του πρωινό το έπαιρνε στο κρεβάτι, πριν ακολουθήσει ένα ακόμη πρωινό γεύμα όταν κατέβαινε στην τραπεζαρία.

Παιχνίδια της μοίρας

Ηταν 13 ετών όταν άκουσε πρώτη φορά να του προλέγουν το μέλλον του. «Θα υποφέρεις από φτώχεια» του είπε η γυναίκα που επισκέφθηκε. «Αλλά οι γυναίκες θα είναι η τύχη σου και έτσι θα επιτύχεις. Θα αποκτήσεις πολλά χρήματα και θα ταξιδέψεις σε όλον τον κόσμο». Για το υπόλοιπο της ζωής του, ο Ντιόρ δεν έκανε βήμα αν πρώτα δεν συμβουλευόταν την τράπουλα Ταρό. Η Madame Delahaye τον καθοδηγούσε σε κάθε σημαντική απόφασή του – από το ποια ημέρα ενδείκνυτο για να παρουσιάσει τη νέα του κολεξιόν, μέχρι το πότε να υπογράψει το καινούργιο συμβόλαιο συνεργασίας. Ο ίδιος πίστευε πολύ στις μεταφυσικές δυνάμεις, στο κακό μάτι και μεγαλώνοντας γινόταν ακόμη περισσότερο προληπτικός. Σε κάθε επίδειξη μόδας του, τουλάχιστον ένα μοντέλο θα εμφανιζόταν με ένα μπουκέτο λευκά κρινάκια για γούρι. Πάντως, η περίφημη Madame Delahaye τον Οκτώβριο του 1957 τον είχε συμβουλεύσει να μην ταξιδέψει στην Κεντρική Ιταλία, που έμελλε να είναι και το τελευταίο του ταξίδι.

Ο μυστηριώδης θάνατος

Στις 24 Οκτωβρίου 1957 αφήνει την τελευταία του πνοή από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 52 χρόνων στο ξενοδοχείο La Pace στην ιαματική λουτρόπολη Μοντεκατίνι στην Τοσκάνη, όπου είχε ταξιδέψει για να ξεκουραστεί και να κάνει θεραπείες spa. Τα σενάρια που γράφτηκαν για τα αίτια του θανάτου του είναι μυθιστορηματικά. Μια πρώτη εκδοχή έλεγε ότι το μοιραίο επήλθε από ένα… ψαροκόκαλο. Το περιοδικό «Time» με τη σειρά του έγραψε ότι η καρδιακή προσβολή τον βρήκε ύστερα από μια παρτίδα canasta με την παρέα του. Ωστόσο, ο γάλλος αριστοκράτης και κοσμικός βαρόνος ντε Ρεντέ στα απομνημονεύματά του με τίτλο «Alexis. The Memoirs of the Baron de Redé» επέμενε ότι η καρδιά του τον πρόδωσε έπειτα από μια μακρά σεξουαλική συνεύρεση. «H μόδα παραμένει μυστήριο. (…) Η μόδα περιφρουρεί καλά το μυστικό της και αποτελεί την καλύτερη δυνατή απόδειξη ότι υπάρχει ακόμη μαγεία» είχε πει ο «χρυσός θεός» της μόδας, αφήνοντας το τελευταίο του, ζοφερό «μυστήριο» να τον ακολουθεί για πάντα.