Καμπάνια για να πείσει τους Βρετανούς να επιστρέψουν στα γραφεία τους ξεκινά τον Σεπτέμβριο η βρετανική κυβέρνηση.

«Πιστεύω ότι υπάρχουν όρια στην τηλεργασία» δήλωσε τις προάλλες στο Sky News ο βρετανός υπουργός Μεταφορών Γκραντ Σαπς και την ίδια ημέρα διαβεβαίωσε μέσω του BBC ότι η επιστροφή των υπαλλήλων γραφείου στο φυσικό εργασιακό περιβάλλον τους θα γίνει «με απόλυτη ασφάλεια» χάρη στα μέτρα που έχουν λάβει με την προτροπή και υπό την εποπτεία της κυβέρνησης οι επιχειρήσεις προκειμένου να αποφευχθούν οι κίνδυνοι νέας μετάδοσης του κορωνοϊού.

Εγκαταλείποντας τις ιδέες περί «ανοσίας της αγέλης» που είχε αρχικά ενστερνιστεί, ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον ζήτησε τον Μάρτιο από τους πολίτες να εργάζονται από το σπίτι τους, όσοι έχουν τη δυνατότητα.

Τον Ιούλιο όμως ο βρετανός πρωθυπουργός τούς ενθάρρυνε να επιστρέψουν στα γραφεία τους μετά τις θερινές διακοπές. Καθώς μπήκε ο Σεπτέμβριος ο Τζόνσον υπογράμμισε ένα προς ένα τα οφέλη της δουλειάς στο γραφείο, αναφέροντας μάλιστα και τον υψηλότερο κίνδυνο απόλυσης που αντιμετωπίζουν όσοι παραμένουν στην τηλεργασία.

Μάτια που δεν βλέπονται

«Οσοι συνεχίζουν στην τηλεργασία είναι πιο ευάλωτοι έναντι των απολύσεων» επιβεβαίωσε κυβερνητική πηγή που αναφέρει η συντηρητική εφημερίδα «The Telegraph». Πέρα από τους κοινωνικούς-εργασιακούς λόγους που μπορεί να επικαλεστεί κάποιος για την επιστροφή στο γραφείο, η καθιέρωση της εργασίας από το σπίτι για μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού δημιουργεί και οικονομικά προβλήματα.

Για παράδειγμα, απειλεί να αλλάξει άρδην το τοπίο στον κλάδο των επαγγελματικών ακινήτων. Ο Μπόρις Τζόνσον κάλεσε τους Βρετανούς να επιστρέψουν στα γραφεία τους «για να βοηθήσουν την οικονομία να ανακάμψει» και πολλοί σχολιαστές θεωρούν ότι ο πρωθυπουργός εκφράζει την αγωνία του για το μέλλον του Σίτι.

Ο φόβος της επιστροφής

Μόνο το 34% των εργαζομένων στο Σίτι είχε επιστρέψει στο γραφείο έως τις αρχές Αυγούστου, σύμφωνα με έρευνα της Morgan Stanley. Ο φόβος της επιστροφής είναι δικαιολογημένος, καθώς η Βρετανία μετρά τους περισσότερους θανάτους από την πανδημία στην Ευρώπη (περισσότερους από 41.000), αλλά «ο κίνδυνος ερήμωσης των γραφείων συμπιέζει ήδη τις τιμές των ακινήτων, ενώ η εργασία της πλειονότητας των εργαζομένων από το σπίτι έχει καταστρέψει το τοπικό εμπόριο στο Σίτι», σημειώνει η αμερικανική τράπεζα.

Η αλυσίδα ταχυφαγείων «Pret A Manger», που έχει μεγάλη παρουσία στο Σίτι, ανακοίνωσε στα τέλη Αυγούστου ότι θα καταργήσει 2.800 θέσεις εργασίας από τις 8.000 που διατηρεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς η πτώση του τζίρου της έφθασε το 60% συγκριτικά με πέρυσι. «Δεν είναι μόνο το Σίτι του Λονδίνου. Τα επιχειρηματικά και εμπορικά κέντρα και άλλων βρετανικών πόλεων, που έσφυζαν από ζωή, τους τελευταίους μήνες μοιάζουν με γειτονιές-φαντάσματα. Το κόστος είναι τεράστιο για τις τοπικές επιχειρήσεις, την απασχόληση και την τοπική κοινωνία εν γένει» δήλωσε στην «Daily Mail» η γενική διευθύντρια της μεγαλύτερης βρετανικής Ενωσης Εργοδοτών, Κάρολιν Φέρμπερν.

Περισσότερα τραπεζάκια έξω στο Παρίσι, αλλά έως τις 22.00

Για τους Γάλλους ο δημόσιος χώρος είναι σπουδαίος και σεβαστός, ο δήμος του Παρισιού όμως αποφάσισε να παρατείνει έως τον Ιούνιο του 2021 την άδεια που έδωσε στα καφενεία και στα εστιατόρια να επεκτείνουν την «κατάληψη» πεζοδρομίων και πλατειών για να στήσουν σε μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους (και με μεγαλύτερη ασφάλεια λόγω κορωνοϊού) τα τραπεζάκια τους. Η δήμαρχος Αν Ινταλγκό βέβαια διευκρίνισε ότι θα παραταθεί η ισχύς και του «αντίμετρου» που εφαρμόζεται για την προστασία των Παριζιάνων από τον επιπλέον θόρυβο. Οι μαγαζάτορες θα πρέπει δηλαδή να μαζεύουν τα τραπεζοκαθίσματα στις 10 το βράδυ.

Φορολογικός μποναμάς €10 δισ. για τις γαλλικές επιχειρήσεις

Η μείωση των εταιρικών φόρων είναι ένα από τα κομβικά μέτρα που ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη ο γάλλος πρωθυπουργός Ζαν Καστέξ για την ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας του από τη βαθιά ύφεση. Ουσιαστικά η γαλλική κυβέρνηση αποδέχθηκε δίχως εκπτώσεις και εφαρμόζει στο ακέραιο την πρόταση της Medef (Γαλλική Ενωση Εργοδοτών) για μείωση των φόρων στην παραγωγή κατά περίπου 10 δισ. ευρώ από το έτος 2021.
Ειδικότερα, με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν η φορολογική επιβάρυνση των γαλλικών επιχειρήσεων θα μειωθεί κατά 7,25 δισ. ευρώ μέσω της περικοπής κατά το ήμισυ του συντελεστή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που επιβάλλεται στις εταιρείες. Η μείωση επιτυγχάνεται με την πλήρη κατάργηση του μεριδίου του φόρου που επιστρέφεται στις Περιφέρειες, οι οποίες εφεξής θα εισπράττουν ένα ποσοστό του εθνικού ΦΠΑ.

Αντοχή

Επιπλέον, η κυβέρνηση Καστέξ μειώνει σημαντικά τους τοπικούς φόρους που καταβάλλουν οι βιομηχανίες, κάτι που θα επιτρέψει σε αυτές να εξοικονομούν επιπλέον 3,25 δισ. ευρώ ετησίως. Το Παρίσι θα φροντίσει ώστε οι τοπικές αρχές να μη στερηθούν ζωτικούς για τις τοπικές κοινωνίες πόρους, φροντίζοντας να τους αντικαταστήσει με απευθείας κονδύλια που θα προβλεφθούν στον επόμενο προϋπολογισμό. Σύμφωνα με τη «Figaro», θα προϋπολογιστεί δαπάνη 100 δισ. ευρώ για τον σκοπό αυτόν, που θα ενταχθεί στο συνολικό πρόγραμμα για την οικονομική ανάκαμψη από την πανδημία.
Προαναγγέλλοντας τα μέτρα αυτά στη γενική συνέλευση της Medef στα τέλη Αυγούστου, ο Ζαν Καστέξ εξήρε την «εντυπωσιακή αντοχή» που επέδειξαν και επιδεικνύουν οι γαλλικές επιχειρήσεις κατά την προϊούσα κρίση και τις κάλεσε να συνεχίσουν την εθνική προσπάθεια, καθώς «το κράτος δεν μπορεί να τα πετύχει όλα μόνο του». Ο πρωθυπουργός μίλησε για τη σημαντική μείωση του αριθμού των μισθωτών που βρίσκονται σε εργασιακή αναστολή ανακοινώνοντας ότι η κυβέρνησή του θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί έως την 1η Νοεμβρίου το καθεστώς αυτό («μερική ανεργία» αποκαλούν την αναστολή οι Γάλλοι).