Σε αχαρτογράφητα νερά πλέει η ακτοπλοΐα. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην 19η ετήσια μελέτη της εταιρείας συμβούλων ΧRTC, «η ελληνική ακτοπλοϊκή αγορά είναι υποχρεωμένη να κινηθεί με αμεσότητα σε δύο επίπεδα:  Το πρώτο σχετίζεται με την άμεση επιβίωσής της και το δεύτερο με τη μακροπρόθεσμη διατήρηση και βιωσιμότητα του κλάδου στο υπό διαμόρφωση αναπτυξιακό περιβάλλον μέσω των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Και στα δύο αυτά επίπεδα η κρατική αρωγή κρίνεται αναγκαία μέσω θεσμικών και οικονομικών παρεμβάσεων.»

Στη μελέτη επισημαίνεται πως η ακτοπλοϊκή αγορά εισέρχεται σε μια δύσκολη περίοδο με άγνωστους παράγοντες επηρεασμού της λειτουργίας της και με μεγάλη αδυναμία προσδιορισμού των σημείων στήριξης. «Το ζητούμενο την περίοδο που διανύουμε δεν είναι η ευρωστία των εταιριών αλλά η διατήρησή της οικονομικής τους υπόστασης. Το γεγονός βεβαίως ότι αυτή την δυσκολία δεν την διέρχεται μόνη της αλλά πλέει παράλληλα με όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομίας της δίνει την δυνατότητα να ελπίζει για την επιβίωσή της. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση την χρονιά που διανύουμε να υπάρξουν θετικά πρόσημα στην εκμετάλλευση του στόλου παρά μόνο σε ένα μικρό αριθμό εταιριών που εξυπηρετούν αποκλειστικά γραμμές δημοσίου συμφέροντος. Είναι λοιπόν σημαντικό τόσο οι επενδυτές όσο και οι χρηματοδότες των εταιριών να αντιμετωπίσουν την κατάσταση με σύνεση ώστε να αποφύγουν την άμεση κατάρρευση των εταιριών» σημειώνεται χαρακτηριστικά.

Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι πως το να συζητάμε για το ποιο θα είναι το ποσοστό μείωσης του μεταφορικού έργου των ακτοπλοϊκών εταιριών είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό είναι απλά εκτιμήσεις υψηλού ρίσκου γιατί οι εξελίξεις είναι τόσο απρόβλεπτες, ξαφνικές και βεβαίως επικίνδυνες.

24ωρη ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΝΟ (EUROKINISSI/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ)

Σε αναζήτηση νέας ρότας

Ακόμη υπογραμμίζουν ότι «οι εταιρίες πρέπει να προχωρήσουν σε επανασχεδιασμό των προορισμών και των δρομολογίων τους αλλά και να μελετήσουν προσεκτικά τις ανάγκες των πελατών τους όσον αφορά τα ενδεδειγμένα είδη πλοίων που θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν το κοινό τους. Εδώ εισέρχεται και η αναγκαιότητα της ευπρεπούς συμπεριφοράς των χρηστών του ακτοπλοϊκού πλοίου οι οποίοι καλούνται να συμμεριστούν τις δυσκολίες των καιρών και να ρυθμίσουν τις απαιτήσεις τους ανάλογα. Παράλληλα οι έχοντες το γενικό πρόσταγμα και την ευθύνη της κοινωνικής συμπεριφοράς στην αντιμετώπιση ακραίων καταστάσεων όπως αυτή της πανδημίας θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν είναι δυνατόν πλοία κόστους εκατοντάδων εκατομμυρίων να προσαρμοστούν άμεσα σε νέες τεχνολογίες όπως π.χ. του καθαρισμού του αέρα μέσα στα πλοία.»

Επιπροσθέτως γίνεται λόγος για έναν επερχόμενο χειμώνα ο οποίος θα είναι ιδιαιτέρως δύσκολος για τον κλάδο καθώς τα έσοδα από το πρώτο εξάμηνο και το καλοκαίρι δεν αρκούν για να καλύψουν τις λειτουργικές τους ανάγκες, επομένως ο μόνος τρόπος για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε λειτουργικό είναι η άμεση κρατική ή ευρωπαϊκή επιχορήγηση για την απρόσκοπτη λειτουργία τους.

Επιπλέον αναφέρεται ότι «μία ακόμα προοπτική για την αγορά είναι η διαφαινόμενη αναγκαιότητα της ανανέωσης του στόλου ο οποίος έχει γεράσει επικίνδυνα. Το ερώτημα είναι βεβαίως ποιος θα επενδύσει και ποιος θα χρηματοδοτήσει τη συγκεκριμένη αγορά όταν αποδεδειγμένα έχει τελματώσει. Γεγονός πάντως είναι ότι υπάρχει άμεση διαθεσιμότητα πολλών εξειδικευμένων ναυπηγείων τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Κίνα και την υπόλοιπη Ασία το οποίο αποτελεί μια προοπτική».