«Η Ευρώπη θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της, ειδικά σε ό,τι αφορά τις κρίσιμες υποδομές, την τεχνολογία αιχμής και την παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα, και να τις υπερασπιστεί ακόμα και με σκληρές αποφάσεις αν χρειαστεί» τονίζει η Γιάνκα Ερτέλ, διευθύντρια Ασίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), στη συνέντευξή της στο «Βήμα της Κυριακής». Η κυρία Ερτέλ ήταν κεντρική προσκεκλημένη του Δικτύου και της Αννας Διαμαντοπούλου, τη Δευτέρα, για μια διαδικτυακή συζήτηση με θέμα τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης – Κίνας μετά την πανδημία της COVID-19. Πιστεύει η κυρία Ερτέλ ότι η «εποχή της αφελούς οικονομικής συνεργασίας της Ευρώπης με την Κίνα έχει τελειώσει» και προσθέτει ότι, καθώς το Πεκίνο προωθεί, σε αυτή τη φάση, τις παγκόσμιες φιλοδοξίες του μέσω των διεθνών οργανισμών εκμεταλλευόμενο την απόσυρση των ΗΠΑ, η κατάσταση γίνεται σταδιακά απειλητική και για την ΕΕ.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού, η σχέση εξάρτησης της ΕΕ από την Κίνα έγινε περισσότερο εμφανής, ειδικά σε ό,τι αφορούσε τον ιατρικό εξοπλισμό. Πιστεύετε ότι η Ευρώπη μπορεί να ξαναγίνει αυτάρκης στην παραγωγή αγαθών;

«Το ερώτημα δεν είναι αν η Ευρώπη μπορεί να γίνει αυτάρκης στην παραγωγή όλων των αγαθών, αλλά αν μπορεί να μειώσει την εξάρτησή της από την Κίνα ως τη μοναδική και σημαντικότερη πηγή αγαθών, μεταξύ άλλων της προμήθειας ιατρικών ειδών που είναι κρίσιμα για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η επανεγκατάσταση (re-shoring) επιχειρήσεων που παράγουν κρίσιμα αγαθά θα μπορούσε να είναι μια επιλογή, αλλά δεν είναι ούτε αναγκαία, ούτε οικονομικά βιώσιμη λύση να μεταφερθεί όλη η παραγωγή εκτός Κίνας. Η διαφοροποίηση είναι το «κλειδί» και αποτελεί μια αποδεκτή επιλογή και ένα σημαντικό βήμα για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή κυριαρχία».

Οι κινεζικές επιχειρήσεις κινούνται επιθετικά και εξαγοράζουν λιμάνια, αεροδρόμια, εταιρείες ύδρευσης. Πού θα οδηγήσει αυτό τις ευρωπαϊκές στρατηγικές υποδομές; Οι μηχανισμοί της ΕΕ είναι επαρκείς για να προστατεύσουν ευρωπαϊκές εταιρείες και σημαντικές υποδομές;

«Η ΕΕ έχει λάβει, προσφάτως, πολλά μέτρα προκειμένου να προστατεύσει περισσότερο τις ευρωπαϊκές εταιρείες και υποδομές από ξένες επενδύσεις, ειδικά όταν αυτές είναι συνδεδεμένες με, στρεβλωτικές για την αγορά, κρατικές επιδοτήσεις. Η Λευκή Βίβλος για τις ξένες επιδοτήσεις, η οποία μόλις παρουσιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα σε σχέση με το θέμα αυτό. Τα κράτη-μέλη έχουν τώρα την υποχρέωση να υλοποιήσουν αυτά τα μέτρα και να αναλάβουν την ευθύνη της εφαρμογής αποτελεσματικών διαδικασιών».

Πώς πιστεύετε ότι θα εξελιχθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην ΕΕ και στην Κίνα σε ό,τι αφορά την τεχνολογία, ιδίως τα δίκτυα 5G;

«Οι σχέσεις της ΕΕ με την Κίνα υφίστανται μια σημαντική μεταβολή. Η εποχή της αφελούς οικονομικής συνεργασίας με την Κίνα έχει τελειώσει. Οι ευρωπαϊκές χώρες ζυγίζουν πλέον τις περιπλοκές για την οικονομία και την ασφάλεια από αυτή την αλληλεπίδραση. Η διατήρηση τεχνολογίας αιχμής είναι πολύ σημαντική για τη μελλοντική ανταγωνιστικότητα. Γι’ αυτό οι επενδύσεις σε ευρωπαϊκές τεχνολογικές εταιρείες, όπως επίσης και η αναγνώριση της ανάγκης να λειτουργούν οι κινεζικές επιχειρήσεις στις ευρωπαϊκές αγορές σε καθεστώς δικαιοσύνης και διαφάνειας, αποτελούν κεντρικές επιλογές. Η εργαλειοθήκη της ΕΕ για την κυβερνοασφάλεια των  δικτύων 5G είναι ένα σημαντικό εγχειρίδιο αρχών για τα κράτη-μέλη. Τα δίκτυα 5G είναι μια αναγκαία υποδομή και θα πρέπει να στηριχθεί σε ευρωπαϊκές εταιρείες που είναι κορυφαίες σε αυτόν τον τομέα».

Πολλοί αναλυτές μιλούν για έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας. Μπορεί η Κίνα να αντικαταστήσει την Αμερική στον ρόλο του παγκόσμιου «σερίφη»; Ή να επιβάλει με ηγεμονικό τρόπο τις αρχές και τις αξίες της; Θεωρείτε ότι μπορεί να το πετύχει αυτό με έναν άλλον, δικό της τρόπο που δεν θα μοιάζει με αυτόν που γνωρίζουμε μέχρι τώρα;

«Η Κίνα προς το παρόν δεν δείχνει σημάδια ότι είναι πρόθυμη να αναλάβει πραγματικά μεγαλύτερες ευθύνες σε ό,τι αφορά την επίλυση παγκόσμιων προβλημάτων – δεν βλέπουμε κάτι τέτοιο ούτε στα θέματα παγκόσμιας υγείας, ούτε στην κλιματική αλλαγή, ούτε σε παγκόσμιες συγκρούσεις. Αυτό που βλέπουμε, ωστόσο, είναι η αυξανόμενη επιδίωξη της Κίνας να εξαγάγει το οικονομικό της μοντέλο και επίσης η μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στην προώθηση του πολιτικού της τρόπου διακυβέρνησης. Ειδικά στους διεθνείς οργανισμούς η Κίνα παίζει σήμερα πολύ σημαντικότερο ρόλο από ό,τι στο παρελθόν, ενώ οι ΗΠΑ αποσύρουν τη στήριξη και το ενδιαφέρον τους. Σταδιακά αυτή η κατάσταση γίνεται απειλητική και για την Ευρώπη. Η Κίνα έχει παγκόσμιες φιλοδοξίες. Μένει να φανεί αν η κινεζική ηγεσία θα επιτύχει τον επανακαθορισμό των κανόνων διεθνώς σύμφωνα με τα δικά της ενδιαφέροντα. Αυτό θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό και από την απάντηση της Ευρώπης και άλλων δημοκρατικών κρατών και ενώσεων σε όλον τον κόσμο».

Η Κίνα έχει ένα αυταρχικό μοντέλο διακυβέρνησης αλλά ταυτόχρονα και πολύ αποτελεσματικό. Μπορεί αυτό να γίνει πρότυπο για ηγεσίες με αυταρχικές τάσεις σε άλλα κράτη;

«Το στυλ διακυβέρνησης της Κίνας δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι ανώτερο στη διαχείριση προκλήσεων, όπως για παράδειγμα σε αυτή του κορωνοϊού. Η βιωσιμότητά του βρίσκεται υπό πίεση, καθώς η πρόσφατη υγειονομική κρίση θέτει υπό αμφισβήτηση την υποτιθέμενη αποτελεσματικότητά του. Αλλά, ναι, η οικονομική επιτυχία της Κίνας με μια μονοκομματική κυβέρνηση αποτελεί ελκυστικό παράδειγμα για αυταρχικούς ηγέτες».

Ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε προσφάτως τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ότι υποστηρίζει την Κίνα, παρότι η Κίνα ήταν εκείνη που έδωσε παραπλανητικά στοιχεία κατά την έναρξη της πανδημίας. Δεν μοιάζει παράδοξο αυτό;

«Το ξέσπασμα του νέου κορωνοϊού, η διαχείριση των πρώτων ημερών της πανδημίας από την Κίνα αλλά και από τον ΠΟΥ χρειάζεται να ερευνηθούν από ανεξάρτητη αρχή. Μια διεθνής επιτροπή θα ήταν η πιο κατάλληλη για να αναλάβει αυτό το έργο. Αυτό που θα μπορούσε να βοηθήσει είναι να γίνει ο ΠΟΥ πιο αποτελεσματικός και πιο ανθεκτικός στις πολιτικές πιέσεις. Η στέρηση κονδυλίων από τον ΠΟΥ ασφαλώς δεν είναι η ορθή απόφαση, από την άλλη πλευρά όμως είναι επιτακτική ανάγκη να αποτυπωθούν ρεαλιστικά τα λάθη που έγιναν».

Ποια είναι η θέση της Ευρώπης σε έναν κόσμο που ορίζεται από την αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας και τη διαρκή προσπάθεια της Ρωσίας να αποκτήσει ξανά τον ρόλο ισχυρού γεωπολιτικού παίκτη;

«Η Ευρώπη πασχίζει να αποκτήσει μεγαλύτερη κυριαρχία σε έναν κόσμο που ορίζεται από την αυξανόμενη αντιπαλότητα των μεγάλων δυνάμεων. Αλλά η Ευρώπη παραμένει προσηλωμένη στη διατλαντική συμμαχία και έχει ισχυρές συνεργασίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο συντονισμός με την Αυστραλία στην Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας ήταν ένα παράδειγμα δημιουργίας σημαντικών νέων συνασπισμών, ένα άλλο στοιχείο οι ευρωπαϊκές συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου που δημιουργούν ένα δίκτυο ισxυρών συμμαχιών, ιδίως στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της συνεργασίας Ασίας – Ειρηνικού. Η Ευρώπη χρειάζεται να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της και τα ενδιαφέροντά της και να τα υπερασπιστεί. Αυτό δεν θα απαιτήσει μόνο ενότητα και αλληλεγγύη, έξυπνες οικονομικές στρατηγικές και επενδύσεις για την ανθεκτικότητα υποδομών και κρίσιμων τομέων, αλλά κυρίως σκληρές αποφάσεις. Αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να είναι μια «γεωπολιτική επιτροπή», το έργο της δεν θα είναι εύκολο υπό τις παρούσες συνθήκες».