Ακόμα και δυο χρόνια εκτιμούν οι επιχειρηματίες ότι θα χρειαστεί για να επανέλθει η αγορά στους κανονικούς της ρυθμούς μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων που έθεσε η κυβέρνηση εξαιτίας της πανδημίας

Αυτό δείχνει έρευνα για τις οικονομικές επιπτώσεις του COVID – 19 στις εμπορικές επιχειρήσεις και για τα μέτρα αντιμετώπισής τους που πραγματοποίησε το ΙΝΕ ΕΣΕΕ.

Η έρευνα αφορά τις κλειστές και πληττόμενες εμπορικές επιχειρήσεις (σε δείγμα 350 επιχειρήσεων) όπου αποτυπώθηκαν η απόψεις των επιχειρηματιών και αξιολογούνται από αυτούς τα μέτρα ανακούφισης έναντι των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Παράλληλα αποτιμάται και ο βαθμός ανταπόκρισης των κρατικών πρωτοβουλιών στις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας.

Οι δυο στους τρεις βλέπουν αποκατάσταση της αγοράς σε ένα χρόνο

Όπως προκύπτει από τις απαντήσεις των επιχειρηματιών αναφορικά με το χρόνο που θα χρειαστεί για επιστροφή της αγοράς στην κανονικότητα ,δηλαδή στην προ COVID-19 εποχή , οι έμποροι δηλώνουν αρκετά διστακτικοί .

Μόλις το 19% των επιχειρηματιών θεωρούν πως αρκούν 2 έως 4 μήνες για την αποκατάσταση της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους, ενώ 19% θεωρεί ότι εντός ενός εξαμήνου κάτι τέτοιο είναι εφικτό.

Αντίθετα, σχεδόν 2 στους 3 επιχειρηματίες (61%) θεωρούν ότι οι επιχειρήσεις τους θα επανέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας μετά από τουλάχιστον ένα έτος.

Σύμφωνα με την έρευνα η άποψη αυτών των επιχειρηματιών είναι πολύ πιθανόν να επηρεάζεται από τις προβλέψεις ότι η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία ιδιαίτερα ισχυρή ύφεση το 2020, ενώ θα απαιτηθούν τουλάχιστον δύο χρόνια για να επανέλθει η οικονομία στην κατάσταση που ήταν στις αρχές του 2020 μια εξέλιξη που αναμένουν ότι θα έχει ως αποτέλεσα συρρίκνωση τόσο της κατανάλωσης όσο και την εμπιστοσύνη στην αγορά.

Περίπλοκες οι διαδικασίες για το 51% των επιχειρηματιών

Αναφορικά με τα μέτρα που ανακοίνωσε και εφάρμοσε η κυβέρνηση σε σχέση με τις επιχειρήσεις το 51% χαρακτήρισε τις διαδικασίες για την ένταξη τους από «πολύ» έως «αρκετά» περίπλοκες, με σημαντικό παράγοντα στη διαμόρφωση αυτού του ποσοστού οι συνεχείς ανακοινώσεις αλλά και η σταδιακή εφαρμογή πακέτων μέτρων , γεγονός το οποίο οφείλεται στο ότι καθίσταντο σταδιακά αισθητές οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία και στην κοινωνία.

Σε ότι αφορά πάντως την ενημέρωση σε σχέση με τα μέτρα της κυβέρνησης ,δύο στους τρεις επιχειρηματίες (64%) δηλώνουν ότι ενημερώθηκαν «πολύ» ή «αρκετά» εύκολα σχετικά με τις διαδικασίες ένταξης των επιχειρήσεών τους σε κάποια από τις υφιστάμενες ρυθμίσεις. Αντίθετα, το 35% των επιχειρηματιών συνάντησε εμπόδια .

Βρίσκουν θετικά τα μέτρα

Η εξειδίκευση των μέτρων που υιοθέτησε η κυβέρνηση «κρίνεται εν γένει αποδεκτή από τις εμπορικές επιχειρήσεις με το βαθμό κρισιμότητας τους να παρουσιάζει μια αξιοπρόσεκτη ομοιογένεια μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών» αναφέρει η έρευνα. Σχεδόν το σύνολο των μέτρων θεωρούνται ως ιδιαίτερα σημαντικά, με τις απαντήσεις «αρκετά» και «πολύ» να κυμαίνονται από το 54% έως το 73% για το εν λόγω πακέτο παρεμβάσεων.

Πρώτα στη θετική αξιολόγησή 73% κατατάσσονται τα μέτρα που δίνουν τη δυνατότητα έκπτωσης επί της οφειλής για τις ασφαλιστικές εισφορές και για τις φορολογικές υποχρεώσεις (3 στις 4 επιχειρήσεις). Παράλληλα, τα μέτρα που σχετίζονται με την αναστολή των προθεσμιών λήξης για αξιόγραφα/επιταγές (72%) αλλά και της αναστολής των φορολογικών/ασφαλιστικών υποχρεώσεων περιγράφονται επίσης ως ιδιαίτερα κρίσιμα. Σημαντική αποδοχή (70%) καταγράφεται και στην κρατική επιδότηση επιτοκίου των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων.

Που ζητούν βελτιώσεις

Αντίθετα, οι κατηγορίες μέτρων που απολαμβάνουν τους χαμηλότερους βαθμούς κρισιμότητας είναι το ειδικό μέτρο της «επιστρεπτέας προκαταβολής», όπου το 31% το θεωρεί από λίγο έως και καθόλου σημαντικό, αλλά και η καταβολή του μειωμένου δώρου του Πάσχα από τους εργοδότες έως και τα τέλη Ιούνη του 2020, όπου το 37% του αποδίδει από μικρή μέχρι και ελάχιστη σπουδαιότητα.

Τέλος, το μέτρο που οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι χρήζει αναδιαμόρφωσης σε μεγαλύτερο βαθμό είναι η καταβολή αποζημίωσης ειδικού σκοπού των 800 ευρώ, αφού περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις θα επιθυμούσαν μια πιο γενναιόδωρη προσέγγιση.

Επιπρόσθετα, πάνω από τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις θα επιθυμούσαν μια διαφορετική διαμόρφωση και του μέτρου σχετικά με την καταβολή του ενοικίου, το οποίο και αποτελεί το υπ’ αριθμόν σημαντικότερο πάγιο έξοδο της επιχείρησης από όσες καταβάλλουν μίσθωμα.

Όσο για τις αναστολές πληρωμών των ασφαλιστικών και φορολογικών υποχρεώσεων, των ρυθμισμένων οφειλών αλλά και των αξιογράφων- επιταγών , λιγότερες από τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις θα ήθελαν μια διαφορετική σύνθεση των μέτρων ενώ ζητήματα όπως η κρατική επιδότηση επιτοκίου των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων η αναστολή της σύμβασης εργασίας των εργαζομένων της επιχείρησης αλλά και η καταβολή μειωμένου δώρου Πάσχα από τους εργοδότες έως και τα τέλη Ιούνη φαίνεται ότι δεν αποτελούν προτεραιότητά τους.