Ερευνητές από τη Σουηδία και την Κίνα ανέπτυξαν ένα νέο τεστ για διάγνωση του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2. Το τεστ διεξάγεται χωρίς να υπάρχει ανάγκη προηγμένου εργαστηριακού εξοπλισμού και δίνει αποτελέσματα σε περίπου μισή ώρα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Clinical Chemistry».

Ανάγκη για ταχείες, ακριβείς διαγνωστικές μεθόδους

Σήμερα η κύρια μοριακή μέθοδος που εφαρμόζεται ανά τον κόσμο για τη διάγνωση του νέου κορωνοϊού είναι η PCR (αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης). Η μέθοδος αυτή θεωρείται ως η πιο αξιόπιστη καθώς εντοπίζει ακόμη και πολύ μικρές ποσότητες ενός παθογόνου. Ωστόσο για την εφαρμογή της απαιτείται κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό καθώς και ειδικός εξοπλισμός ο οποίος πρέπει να λειτουργεί σε εναλλασσόμενες θερμοκρασίες ενώ τα αποτελέσματα εξάγονται σε τουλάχιστον δύο ώρες. Ετσι, υπάρχει σημαντική ανάγκη για ταχύτερες και ακριβείς διαγνωστικές μεθόδους που απαιτούν μόνο βασικό εξοπλισμό και θα μπορούσαν να εφαρμοστούν ακόμη και σε δύσκολες συνθήκες, όπως σε δομές μεταναστών ή σε εμπόλεμες ζώνες.

Τώρα οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Σουηδία, το Πανεπιστήμιο Χημικής Τεχνολογίας Shenyagng και το Πανεπιστήμιιο Επιστήμης και Τεχνολογίας Huazhong στην Κίνα, ανέπτυξαν ένα καινούργιο, ταχύτερο και ακριβές τεστ διάγνωσης του νέου κορωνοϊού το οποίο έχει μέχρι στιγμής δώσει υποσχόμενα αποτελέσματα.

Η νέα απλή… χρωματιστή μέθοδος

Οι επιστήμονες προσάρμοσαν μια τεχνική που ονομάζεται LAMP (loop-mediated isothermal amplification) για χρήση σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τη διάγνωση του νέου ιού. Η τεχνική αυτή επιτρέπει την ενίσχυση του RNA του ιού σε μια σταθερή θερμοκρασία 65 βαθμών Κελσίου – η αντίδραση λαμβάνει χώρα μέσα σε μόλις 20 ως 40 λεπτά.

«Ενα μεγάλο πλεονέκτημα του τεστ μας είναι ότι είναι γρήγορο και μπορεί να διεξαχθεί ακόμη και όταν δεν υπάρχει προηγμένος εξοπλισμός» ανέφερε ο Βισέντε Πελεκάνο, ερευνητής στο Τμήμα Μικροβιολογίας, Βιολογίας Ογκων και Κυττάρων καθώς και στο SciLifeLab του Ινστιτούτου Καρολίνσκα, που ήταν εκ των συγγραφέων της νέας μελέτης. Προσέθεσε ότι «το μόνο που χρειάζεται κάποιος είναι έναν δοκιμαστικό σωλήνα που περιέχει τους εκκινητές, μια εστία, ένα θερμόμετρο και ένα δοχείο με νερό». 

Συνδυάζοντας ειδικούς εκκινητές για τον SARS-CoV-2 με ένα συγκεκριμένο γονίδιο του ιού, οι ερευνητές μπόρεσαν να ανιχνεύσουν ακόμη και ελάχιστες ποσότητές του (μόλις 10 αντίγραφα του γονιδίου του ιού) – αυτή η ικανότητα ανίχνευσης είναι αντίστοιχη της μεθόδου PCR. Η τεχνική μπορεί να συνδυαστεί με έναν δείκτη pH, ο οποίος αλλάζει το χρώμα του μείγματος της αντίδρασης από ροζ (αλκαλικό) σε κίτρινο (όξινο) αν το δείγμα είναι θετικό. «Ο δείκτης χρώματος καθιστά πολύ εύκολο το να δει κάποιος αν το δείγμα είναι αρνητικό ή θετικό» σημείωσε ο δρ Πελεκάνο και προσέθεσε ότι «ο παράγοντας αυτός μπορεί να είναι καθοριστικός αν υπάρχει έλλειψη ειδικού εξοπλισμού ελέγχου της αντίδρασης».

Δοκιμές σε ασθενείς σε Κίνα και Σουηδία

Το μεγαλύτερο μέλος της μελέτης διεξήχθη με χρήση γενετικών αλληλουχιών του ιού στο εργαστήριο. Επιπλέον, το τεστ δοκιμάστηκε σε 248 δείγματα ατόμων με επιβεβαιωμένη νόσο COVID-19 στην Κίνα – από το σύνολο των δειγμάτων η μέθοδος LAMP έδειξε ότι το 89,9% ήταν θετικό. Το υπόλοιπο 10,1% ήταν αρνητικό καθώς το ιικό φορτίο στα δείγματα ήταν πάρα πολύ χαμηλό. Το τεστ δοκιμάζεται τώρα και σε ασθενείς με COVID-19 στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Καρολίνσκα.

Θεοδώρα Τσώλη